Το Eυαγγέλιο της Bασιλείας – του Μλτιάδη Γιαπάνη

Διαβάζουμε στο κατά Μάρκο ευαγγέλιο:  «Και αφού παρέδωσαν τον Ιωάννη, ο Ιησούς ήρθε στη Γαλιλαία, κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού» Μάρκος 1.14 επίσης στο κατά Ματθαίο: «Και ο Ιησούς περιερχόταν ολόκληρη τη Γαλιλαία, διδάσκοντας στις συναγωγές τους, και κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας, και θεραπεύοντας κάθε αρρώστια και κάθε ασθένεια ανάμεσα στον λαό» Μαθ. 4.23. Οι θεραπείες που συνόδευαν το κήρυγμα της βασιλείας, ήταν η τρανταχτή απόδειξη πως οι νόσοι και οι ασθένειες και όλα τα άλλα κακά δεν είχαν ποτέ, ούτε έχουν μέρος μέσα στη βασιλεία του Θεού. Ο απόστολος Παύλος διαβάζουμε πως κήρυττε την βασιλεία του Θεού και δίδασκε τα περί του Κυρίου Ιησού Χριστού με κάθε παρρησία, Πρ. 28:31. Η βουλή και το θέλημα του Θεού για κάθε άνθρωπο, είναι όπως αυτός ελευθερωθεί από τον σκληρό ζυγό όλων των άλλων κυρίων και εξουσιαστών, για να ζήσει κάτω από την δική Του δίκαιη και αγαθή διακυβέρνηση. Ο Παύλος μας λέει πως η βασιλεία του Θεού δεν είναι βρώση και πόση, αλλά είναι Δικαιοσύνη και Ειρήνη και Χαρά, Ρωμ. 14.17. Ο άνθρωπος βρίσκεται εκ φύσεως εκτός της δικαιοσύνης του Θεού, αρνούμενος να υποταχτεί σε αυτόν. Αυτό τον θέτει ως εκ τούτου εκτός της βασιλείας και της εξουσίας Του  με άμεσο επακόλουθο την στέρηση της ειρήνης και της χαράς του Θεού. Όπως οι Ιουδαίοι της εποχής του Ιησού στην υπόδειξη του Πιλάτου πως ο Ιησούς είναι ο Βασιλιάς τους, διακήρυξαν ανεπιφύλακτα, «δεν θέλουμε αυτόν τον άνθρωπο να βασιλεύει επάνω σε μας», με τον ίδιο τρόπο ο απειθής και επαναστάτης άνθρωπος, συνειδητά ή ασυνείδητα διακηρύττει το ίδιο, αρνείται επίμονα το δικαίωμα στον Θεό να εξουσιάζει την ζωή του. Αυτή η επίμονη άρνηση είναι η ρίζα κάθε αμαρτίας, αλλά και αιτία της υποδούλωσης του ανθρώπου στην εξουσία του σκότους, μέσα στην οποία όλη η ανθρωπότητα υποφέρει και βασανίζεται. Η απολύτρωση προσφέρεται από τον Θεό μέσα στον Χριστό τον οποίον και ανέστησε από τους νεκρούς, και τον κάθισε στα δεξιά Του, δίδοντας σε Αυτόν κάθε εξουσία, στον ουρανό και στη γη.

  Το ευαγγέλιο της βασιλείας που κήρυττε ο Ιησούς και ο Παύλος και όλοι οι μετέπειτα κήρυκες είναι αυτό που εξαγγέλλει την βουλή και την πρόθεση και την δυναμική  παρέμβαση του Θεού διαμέσου  του θανάτου του Υιού Του, να ελευθερώσει το αγαπημένο του δημιούργημα από την εξουσιαστική δύναμη του Σατανά, μεταφέροντας τον στην δική Του βασιλεία, «ο οποίος μας ελευθέρωσε από την εξουσία τού σκότους, και μας μετέφερε στη βασιλεία τού αγαπητού Υιού του» Κολ. 1. 13.  Ο Χριστός με την ένδοξη του ανάσταση χρίστηκε από τον Θεό Βασιλιάς και Κύριος «Εγώ, όμως, θα πει, έχρισα τον Βασιλιά μου επάνω στο βουνό Σιών, το βουνό το άγιό μου» (Ψαλμός 1.6) και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα του. Πρόθεση και βουλή του Θεού είναι όπως στην οικονομία του πληρώματος των καιρών να ανακεφαλαιώσει τα πάντα σε Αυτόν, «σε οικονομία τού πληρώματος των καιρών, να ανακεφαλαιώσει τα πάντα στον Χριστό, κι αυτά που είναι μέσα στους ουρανούς κι αυτά που είναι επάνω στη γη», Εφεσ. 1.10. Την πρόγευση αυτής της βασιλείας του Υιού Του, ο Θεός την φέρνει μέσα στις καρδιές μας με την δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το ευαγγέλιο που εξαγγέλλει την σωτηρία του Θεού, διά του Ιησού Χριστού, είναι αυτό που εξαγγέλλει ταυτόχρονα την βασιλεία του Θεού, το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού είναι λοιπόν το ίδιο όπως αυτό της σωτηρίας, δεν υπάρχει καμιά διαφορά μεταξύ τους, είναι ένα και το αυτό. Δεν μπορεί να υπάρξει σωτηρία, χωρίς την βασιλεία του Θεού, στην καρδιά μας, χωρίς ο Χριστός να ενθρονιστεί μέσα σε αυτήν ως Κύριος, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει σωτηρία της ψυχής,  ενόσω ο άνθρωπος συνεχίζει να έχει τον έλεγχο, χωρίς παράδοση στο Πνεύμα, χωρίς υποταγή του θελήματος μας στο θέλημα Εκείνου. Ο Ιησούς Χριστός, ο Κύριος, ο Μεγάλος Βασιλιάς, ενθρονισμένος στη καρδιά, σώζει τον λαό Του από τους εχθρούς και τους δυνάστες τους,  τον διάβολο και την αμαρτία.  Κάθε ακαταστασία και θλίψη και πόνος και δεσμός και καταδυνάστευση και κατάθλιψη και εξαχρείωση και έλλειψη χαράς και η ειρήνης, προέρχεται από το απλό γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν αντιλαμβάνεται και δεν δέχεται την Κυριότητα του Χριστού, προτιμώντας  να ζει κάτω από τη κυριότητα άλλων σκληρών κυρίων και αφεντικών.

Υποταγή στην δικαιοσύνη του Θεού

Το πρώτο κάλεσμα του ευαγγελίου, όλοι ξέρουμε και πρέπει να ξέρουμε ότι είναι η μετάνοια και η επιστροφή στον Θεό. Η αποστασία  της ανθρώπινης καρδιάς από τον Θεό ήταν από την αρχή η αιτία για την οποία ο Θεός κατακρατούσε την ευλογία Του, αφήνοντας τον λαό Του να γίνεται υπόδουλος των εχθρών του. Βλέπουμε στην Παλαιά Διαθήκη τον Θεού να καλεί τον λαό Του μέσω των προφητών να επιστρέψουν σε Αυτόν για να σωθούν από τους εχθρούς τους, «Αν θέλετε, και υπακούσετε, θα φάτε τα αγαθά της γης· αν, όμως, δεν θέλετε, και αποστατήσετε, θα καταφαγωθείτε από μάχαιρα· επειδή, το στόμα τού Κυρίου μίλησε» Ησαΐας 1.19,20.   Η μετάνοια είναι λοιπόν πρέπει χωρίς άλλο να εμπεριέχεται μέσα στο ευαγγέλιο, όχι τόσο μετάνοια από συγκεκριμένες αμαρτίες, όσον μετάνοια από την αμαρτία της αποστασίας προς τον Θεό, «προτρέποντας έντονα και τους Ιουδαίους και τους Έλληνες για τη μετάνοια προς τον Θεό, και την πίστη, αυτή προς τον Κύριό μας Ιησού Χριστό» Πρ. 20.21. Ο Πέτρος είπε στο πρώτο του κήρυγμα, «Ας ξέρει, λοιπόν, ο Ισραήλ με βεβαιότητα, ότι, ο Θεός έκανε Κύριο και Χριστό, τούτον τον Ιησού, τον οποίο εσείς σταυρώσατε….. μετανοήσατε» Πρ. 2.36. Μετανοήσατε, ήταν η προτροπή του Πέτρου σε αυτούς που με διατρυπημένη την καρδιά τον ρώτησαν τι πρέπει να κάνουν. Ξέρετε κάτι, η μετάνοια είναι η ειλικρινής αναγνώριση στην καρδιά μας πως ζήσαμε τα χρόνια της ζωής μας σε αποστασία και θεληματική ανυπακοή προς τον Θεό, πως δεν υποταχτήκαμε στην δικαιοσύνη Του, στους νόμους Του, τις εντολές Του, πως του στερήσαμε αυτό που του ανήκει και πως είμαστε τώρα έτοιμοι να επιστρέψουμε σε Αυτόν, να βάλουμε τα πράγματα στη σωστή τους θέση. Η υποταγή μας στον Κύριο της αγάπης είναι ο μοναδικός τρόπος λύτρωσης από τους δυνατούς εχθρούς μας και η κληρονομία των ευλογιών της Βασιλείας Του. Η ρίζα κάθε αμαρτίας είναι η αποστασία και μέχρι ο άνθρωπος να επιστρέψει μετανοημένος στον Θεό, θα συνεχίσει να θερίζει τους πικρούς καρπούς της ανυπακοής του και να είναι υπόδουλος των εχθρών του. Όταν ένας πιστέψει στον Χριστό, αυτό είναι η τρανταχτή απόδειξη και αδιάσειστη ομολογία της υποταγής του στην δικαιοσύνη του Θεού. Ο Ιησούς, όχι μόνο εκπλήρωσε ως Υιός ανθρώπου κάθε δικαιοσύνη, μέσα από την απεριόριστη, άνευ όρων, απόλυτη υποταγή Του στο θέλημα του Πατέρα Του, αλλά έγινε ο ίδιος  η Δικαιοσύνη του Θεού. Με αυτό το τέλειο, χωρίς μώμο ένδυμα  Δικαιοσύνης, είναι  που ο Θεός ενδύει και ταυτόχρονα πιστώνει τον  κάθε ένα που πιστεύει στον Χριστό.                                                                                                                                

 Ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής στάλθηκε για να επισκευάσει την οδό του Κυρίου. Ήταν φωνή που βοούσε μέσα σε μια έρημο, ήταν η έρημος της ανθρώπινης καρδιάς της εποχής του. Όλα γύρω του ήταν νεκρά, δεν είχε σχεδόν απομείνει τίποτε που να θυμίζει ότι αυτός ήταν κάποτε ο λαός του Θεού. Ο αμπελώνας που ο Κύριος φύτεψε και φρόντισε, αντί να κάνει σταφύλια, έκανε αγριοστάφυλα, αντί κρίση υπήρχε καταδυνάστευση, αντί δικαιοσύνη, κραυγή. Δεν υπήρχε σχεδόν τίποτε όρθιο, η αλήθεια εξέλειπε, οι εντολές του Θεού αντικαταστάθηκαν με τις παραδόσεις των ανθρώπων, οι γιορτές που ο Θεός διέταξε έχασαν το νόημα τους, κάθε όραση του Θεού χάθηκε, ο φαρισαϊσμός και η υποκρισία πρυτάνευαν. Μια μέρα ακούστηκε μια φωνή που έλεγε, « Ετοιμάστε τον δρόμο τού Κυρίου· κάντε ίσια τα μονοπάτια τού Θεού μας στην έρημο. Κάθε φάραγγα θα υψωθεί, και κάθε βουνό και λόφος θα ταπεινωθεί· και τα στρεβλά θα γίνουν ίσια· και οι τραχείς τόποι, ομαλοί· και η δόξα τού Κυρίου θα φανερωθεί, και κάθε σάρκα ταυτόχρονα θα δει (την σωτηρία του Θεού). επειδή, το στόμα τού Κυρίου μίλησε.» Ησ. 40.3-5. Η αποστολή του Ιωάννη ήταν να ετοιμάσει τις καρδιές του λαού  για να δεχτούν τον Χριστό. Το μήνυμα του ήταν μήνυμα μετάνοιας και επιστροφής, χωρίς να υπόσχεται κάτι σαν αντάλλαγμα. Δεν ήταν σαν τα μοντέρνα κηρύγματα που υπόσχονται αυτό και το άλλο, για να πεισθούν οι άνθρωποι να μετανοήσουν.  Ξέρετε, πραγματική μετάνοια είναι αυτή, δεν μετανοούμε γιατί θα πάρουμε κάτι από τον Θεό σαν αντάλλαγμα, όχι δεν είναι έτσι. Η αληθινή μετάνοια είναι αυτή που γεννιέται στην καρδιά από τη λύπη που έρχεται μέσα μας, όταν ο Θεός μας δώσει να αναγνωρίσουμε το μεγαλείο της χάρης Του, στο ότι ενώ εμείς είμαστε αμαρτωλοί Αυτός μας αγάπησε και έδωσε τον Υιό του για μας. Αυτός που δεν έπραξε αμαρτία, έγινε  αμαρτία για μας για να μας σώσει από την κατρακύλα, τον θάνατο και την οργή. Η κατά Θεόν λύπη, είναι που γεννά μετάνοια προς σωτηρία αμεταμέλητο, γράφει στην επιστολή του ο Παύλος, Β’ Κορ. 7.10, είναι η σφοδρή αυτή λύπη που κάνει την καρδιά να διατρυπηθεί (να έλθει σε κατάνυξη), να συντριφθεί, να στραφεί στον Θεό με μεταμέλεια και με συντριβή, ζητώντας την συγχώρεση Του. Αυτή η κατάνυξη της καρδιάς πρέπει να γίνει αργά ή γρήγορα, μέσα στον άνθρωπο, προτού οδηγηθεί σε σωτηρία, ο άνθρωπος πρέπει να καταλάβει πως στέρησε από τον Αγαθό, τον Δίκαιο Θεό, τον Θεό της αγάπης, αυτό που του όφειλε, την υπακοή, την λατρεία, την τιμή. Πως δεν ανταπέδωσε σε Αυτόν που με γενναιοδωρία του πρόσφερε τα πάντα, την ευχαριστία του, αντί αυτού  τον παραγνώρισε, τον βλαστήμησε, πράττοντας όλα που Αυτός απεχθάνεται, χωρίς ίχνος ντροπής.  Πώς  είναι  δυνατόν μέσα στις καρδιές μας να φανερωθεί η δόξα του Κυρίου, ή να ενεργηθεί η σωτηρία Του, αν δεν αναγνωρίσουμε πρώτα πως αμαρτήσαμε ενώπιον Του; Πώς είναι δυνατόν ο Θεός να μας ντύσει και να μας στολίσει με την δικαιοσύνη του Υιού Του, αν δεν είμαστε έτοιμοι να απεκδυθούμε τα ρυπαρά ενδύματα της δικής μας δικαιοσύνης; Λόγω της αποστασίας μας αυτής από τον Θεό, δημιουργήθηκαν στην καρδιά συνθήκες πλήρους ερήμωσης, δεν βλαστάνει πια κάτι που να είναι καλό, ούτε ειρήνη υπάρχει, ούτε χαρά, ούτε ευφροσύνη, αλλά μόνο η κραυγή και η αρπαγή και ο πόνος καρδίας είναι η μόνη βλάστηση. Πώς μπορεί ο  Βασιλιάς της δόξας να περπατήσει μέσα στα μονοπάτια της ψυχής μας, αν αυτά  δεν γίνουν ίσια, αν δεν είμαστε έτοιμοι να αποστραφούμε συνήθειες κακές, τους διαλογισμούς τους κακούς, τα πάθη, τις πικρίες, τις πλεονεξίες, το θυμό, την περηφάνια, την αδικία;  Πώς μπορεί να γίνει αυτό, χωρίς ταπείνωση μπροστά στον Θεό, υποταγή, συντριβή, αναγνώριση των λαθών μας, των αμαρτιών μας, των φανερών και των κρυφών, της υποκρισίας μας;

Το κήρυγμα του ευαγγελίου χρειάζεται να γίνεται με επίγνωση, πως η καρδιά του ανθρώπου είναι «απατηλή περισσότερο απ’ όλα, και υπερβολικά διεφθαρμένη· ποιος μπορεί να τη γνωρίσει» και πως ο Θεός μέσω του λόγου Του ζητά να ελέγξει, να βγάλει πράγματα στην επιφάνεια, βαθιά πράγματα, ρίζες πικρίας, υπερηφάνεια, πλεονεξία, ειδωλολατρία. Ο εργάτης του Θεού δεν πρέπει να φοβάται τις αντιδράσεις που θα προέλθουν από το ερευνητικό βλέμμα του Θεού που γίνεται μέσα στον ακροατή μέσω του λόγου, ο κήρυκας χρειάζεται να είναι πάντοτε πιστός στον Θεό. Ο άνθρωπος πρέπει ως ένα βαθμό να έλθει σε κάποιο είδος διάγνωσης της αχρειότητας της καρδιάς του, ότι είναι από μέσα της που εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείες, πορνείες, κλοπές, βλασφημίες  και ταυτόχρονα να κατανοήσει πως δεν υπάρχει ανθρώπινο γιατρικό για την θεραπεία της. Πρέπει το φως αυτό, όσο σκληρό και να είναι, να φωτίσει την καρδιά μας για να δούμε την αχρειότητα μας, ώστε με συντριβή να επικαλεστούμε το μέγα έλεος του Θεού, προς σωτηρία. Ο Ιωάννης, ο παράξενος αυτός προφήτης (οι προφήτες είναι παράξενοι άνθρωποι, δεν είναι δημοφιλείς και δεν έχουν φόβο ανθρώπου),  ζητούσε να ετοιμάσει την οδό του Βασιλιά,  στην ερημιά της ανθρώπινης καρδιάς και δεν δίσταζε να ονομάζει τα πράγματα με το όνομα τους, «Γεννήματα από οχιές, ποιος σας έδειξε να φύγετε από τη μέλλουσα οργή; Κάντε, λοιπόν, καρπούς άξιους της μετάνοιας· και μη φανταστείτε να λέτε στον εαυτό σας: Έχουμε πατέρα τον Αβραάμ· επειδή, σας λέω ότι, ο Θεός μπορεί από τούτες τις πέτρες να σηκώσει παιδιά στον Αβραάμ. Μάλιστα, και η αξίνα κείτεται ήδη στη ρίζα των δέντρων· κάθε δέντρο, λοιπόν, που δεν κάνει καλό καρπό, κόβεται, και ρίχνεται στη φωτιά. Δεν ήταν κακός άνθρωπος ο Ιωάννης, ούτε σκληρός, ήταν άνθρωπος Θεού και όπως τον απεκάλεσε ο Ιησούς ο μεγαλύτερος των προφητών. Μιλούσε έτσι γιατί αυτή ήταν η αποστολή του, είχε να κάνει με καρδιές ανθρώπων που είχαν γίνει πέτρα, υποκριτικές, περήφανες, έτσι ο λόγος που έβγαινε από το στόμα του ήταν σαν αξίνα στην ρίζα ενός δέντρου που δεν ήταν καλό, που δεν έφερε καρπό στον Θεό και ο προφήτης δεν δίσταζε να το χτυπά με όλη του την δύναμη. Χτυπούσε ο Ιωάννης με το  δυνατό του κήρυγμα για να κόψει από την ρίζα το δέντρο της αμαρτίας, της υποκρισίας, της αυτοδικαίωσης, που ήταν φυτρωμένο μέσα τους. «Δεν σας ωφελεί με το να λέγετε, έχουμε πατέρα τον Αβραάμ», τους έλεγε, «ενώ με τα έργα σας αποδεικνύετε το αντίθετο». Μόνο η καρδιά που είναι συντριμμένη μπορεί να ανοίξει για να δεχτεί τον Θεό, τον Βασιλέα της Δικαιοσύνης, Αυτόν που έρχεται για να επουλώσει τις πληγές της ψυχής να την θεραπεύσει, να την σώσει από τους εχθρούς της και να φυτέψει μέσα της ένα νέο δέντρο, αυτό της ζωής. Το κήρυγμα μας, αγαπητοί μου, πρέπει να είναι τέτοιο, πρέπει να είναι κήρυγμα αγάπης μεν, αλλά που να στοχεύει και να χτυπά την αμαρτία και την ρίζα του κακού δέντρου που είναι μέσα στον μη αναγεννημένο άνθρωπο. Ο λόγος πρέπει να είναι τέτοιος που όχι απλά κλαδεύει, ή κόβει μερικά κλαδιά, ή  ζητά απλά να αφαιρέσει κάποιες κακές συνήθειες, ή να βελτιώσει μερικώς τον χαραχτήρα, ή να πείσει το μυαλό. Πολλοί είναι αυτοί που μόνο πείθονται στο μυαλό, αλλά η καρδιά παραμένει κλειστή αμετανόητη και σκληρή. Όχι, το δέντρο του παλαιού ανθρώπου πρέπει να κοπεί από την ρίζα του, δεν κάνει, δεν είναι αρεστό στον Θεό, ο παλαιός άνθρωπος πρέπει να πεθάνει, να σταυρωθεί και ευχαριστούμε τον Θεό που προμήθευσε ώστε αυτό να μπορεί να γίνει μέσω του σταυρού του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτή ήταν η εμπειρία του Παύλου και αυτή θα πρέπει να είναι η εμπειρία όλων εμάς: «Μαζί με τον Χριστό έχω σταυρωθεί· ζω δε όχι πλέον εγώ, αλλά ο Χριστός ζει μέσα σε μένα» Γαλ. 2.20.

Εμείς είναι που πρέπει να χτυπήσουμε την πόρτα του Θεού

Είναι βέβαια γνωστό πως ο Θεός είναι Αυτός που κτυπά με το ευαγγέλιο την πόρτα της ανθρώπινης καρδιάς, ζητώντας να κάνει γνωστό το έλεος και την χάρη του σε μας. Αυτό όμως δεν πρέπει  να παρεξηγείται σαν αδυναμία του Θεού ή να θεωρούμε πως  κάνουμε  χάρη στον Θεό, αν ανοίξουμε σε αυτόν την πόρτα της καρδιάς μας. Μη γένοιτο! «Χτυπάτε και θα σας ανοιχθεί»,  είπε ο Κύριος. Και εμείς  πρέπει να χτυπήσουμε την δική Του πόρτα, να τον παρακαλέσουμε, να του ζητήσουμε να μας συγχωρέσει, να μας ελεήσει, να μας σώσει. Ο άσωτος υιός, αυτός είναι που πρέπει να επιστρέψει στον πατέρα του, να του πει, «Πατέρα αμάρτησα εις τον ουρανό και ενώπιον σου και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομαστώ υιός σου». Ο άνθρωπος είναι αυτός που αμάρτησε, που βλαστήμησε, που γύρισε την πλάτη του στον Θεό, που είναι αχάριστος, που δεν ευχαρίστησε, που κράτησε αυτό που όφειλε στον Θεό και το πρόσφερε σε ξένους θεούς, που δεν λάτρευσε τον Θεό, που δεν τον αναγνώρισε μέσα στις ευεργεσίες Του, που δεν τον δόξασε, που χρησιμοποίησε αυτά που ο Θεός του χάρισε, τα ταλέντα του, τα χαρίσματα του, τα πλούτη του, όχι για να τον δοξάσει αλλά για τον δικό του εαυτό και για τις ηδονές του. Αρκετοί άνθρωποι θεωρούν πως με το να δεχτούν τον Χριστό, κάνουν χάρη στον Θεό, δεν κατανοούν, πως ο Θεός είναι που τους δίνει την χάρη και την ευκαιρία να σωθούν και πως η καρδιά ανοίγει απλά για να δεχτεί την ανεκδιήγητη Του χάρη και το δώρο της σωτηρίας που του κόστισε τόσο πολύ. Παρά το γεγονός, πως όλα είναι με την χάρη, εντούτοις απαιτείται, όπως το θέλημα  παραδοθεί και υποταχτεί στον Κύριο. Οι λανθασμένες εντυπώσεις που δημιουργούνται  οφείλονται κυρίως στο νερόβραστο ευαγγέλιο που κηρύττεται ανάμεσα μας, ένα ευαγγέλιο που είναι ραμμένο, κομμένο στα μέτρα ανθρώπων, που δεν νιώθουν την ανάγκη να μετανοήσουν, ή να αλλάξουν τρόπο ζωής, ένα ευαγγέλιο που προσφέρει στον άνθρωπο την κάθε ευλογία του Θεού, φτάνει να πει κάποιος απλά πως πιστεύει, ή να επαναλάβει μια πλαστή προσευχή πίστης, χωρίς εκ καρδίας επιστροφή και μετάνοια στον Θεό ενώπιον του οποίου όλοι μας αμαρτήσαμε. Ίσως εδώ να οφείλεται  και η χλιαρότητα και η αδυναμία που χαρακτηρίζει τον μοντέρνο Χριστιανό και η ευκολία με την οποία οπισθοδρομεί.

  Η χάρη, αγαπητοί μου, ανήκει στον Θεό, που όταν στραφούμε σε Αυτόν δεν διστάζει ούτε στιγμή να έλθει και να κατοικήσει στην καρδιά μας και να φέρει μέσα μας την βασιλεία Του, βασιλεία δικαιοσύνης και χαράς και ειρήνης. Θυμάστε τι είπε ο Πέτρος: «Να μετανοήσετε, και κάθε ένας από σας να βαπτιστεί στο όνομα του Ιησού Χριστού, σε άφεση αμαρτιών· και θα λάβετε τη δωρεά τού Αγίου Πνεύματος·» Τι δωρεά, τι χάρη, να λάβουμε το Άγιο Πνεύμα, να κατοικήσει ο Θεός μέσα μας, να είναι η βασιλεία Του μέσα στην ψυχή μας!

Οφείλουμε,  αδελφοί, είτε κηρύττουμε είτε διδάσκουμε, ποτέ μας  να μη γαργαλίζουμε τα αφτιά των ανθρώπων, αλλά να υπενθυμίζουμε στους ανθρώπους όλα που οφείλουν στον Θεό, την δόξα και την τιμή και την λατρεία και τον φόβο και όλα τα άλλα που δεν του πρόσφεραν. Ο λόγος του Θεού έρχεται για να θεραπεύσει και είναι κοφτερό δίκοπο μαχαίρι που ανοίγει την ψυχή για να φανερώνει το σάπιο που υπάρχει μέσα σε αυτήν, διατρυπά την καρδιά και φανερώνει την κατάσταση της, ερευνά τους νεφρούς, διαχωρίζει μεταξύ ψυχής και πνεύματος, φανερώνει την αποστασία, την φιλαυτία, τον εγωισμό, το πείσμα, τον εγωκεντρισμό, την απόλυτη αχρειότητα που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο. Ζούμε αδελφοί σε μέρες τέτοιες που οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούσουν την αλήθεια, αλλά προτιμούν μάλλον να ακούν πράγματα που γαργαλίζουν την ακοή τους «Επειδή, θάρθει καιρός, όταν δεν θα υποφέρουν την υγιαίνουσα διδασκαλία· αλλά, θα συγκεντρώσουν στον εαυτό τους έναν σωρό δασκάλους, σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες, για να γαργαλίζονται στην ακοή· και από μεν την αλήθεια θα αποστρέψουν την ακοή τους, προς δε τους μύθους θα εκτραπούν» Β Τιμ.4 2,3.  

Φοβηθείτε τον Θεό

Στις οράσεις που ο Ιωάννης είδε και περιέγραψε στο βιβλίο της αποκάλυψης είδε ένα ισχυρό άγγελο που είχε το αιώνιο ευαγγέλιο: «ΚΑΙ είδα έναν άλλον άγγελο να πετάει στο μέσον τού ουρανού, ο οποίος είχε ένα αιώνιο ευαγγέλιο, για να κηρύξει σ’ αυτούς που κατοικούν επάνω στη γη, και σε κάθε έθνος και φυλή και γλώσσα και λαό· και έλεγε με δυνατή φωνή: Φοβηθείτε τον Θεό, και δώστε δόξα σ’ αυτόν, επειδή ήρθε η ώρα τής κρίσης του· και προσκυνήστε αυτόν ο οποίος δημιούργησε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και τις πηγές των νερών.» Τι ευαγγέλιο είναι αυτό; Τι έλεγε; Και γιατί ο άγγελος κήρυττε με δυνατή φωνή; Ήταν ευαγγέλιο που καλούσε σε μετάνοια και ήταν με δυνατή φωνή, γιατί τα αυτιά των ανθρώπων είχαν κλείσει, οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούσουν, ακούνε μόνο αυτά που θέλουν να ακούνε. Ο άγγελος όμως καλούσε και προέτρεπε και έλεγε «ΦΟΒΗΘΕΙΤΕ ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΚΑΙ ΔΩΣΤΕ ΔΟΞΑ ΣΕ ΑΥΤΟΝ!». Αυτό είναι το ευαγγέλιο που πρέπει όλοι να κηρύξουμε, αν είμαστε σωστοί εργάτες του Θεού. Ο Θεός μάς εμπιστεύτηκε οικονομία και αν είμαστε πιστοί οικονόμοι θα πρέπει να ζητήσουμε από τους οφειλέτες του Θεού να του επιστρέψουν όλα που του οφείλουν, θυμηθείτε τον άδικο οικονόμο, στην παραβολή του Κυρίου. Πίστωσε τους οφειλέτες του Κυρίου του με λιγότερα από ότι αυτοί χρωστούσαν για να γίνει αποδεχτός στα σπίτια τους. Με άλλα λόγια ζητούσε να τα έχει καλά με τους οφειλέτες και όχι με τον Κύριο του. Αυτό που οφείλουμε σαν πιστοί οικονόμοι είναι να καλέσουμε τους  ανθρώπους να  δώσουν δόξα και ευχαριστία και λατρεία στον Θεό που εποίησε τον ουρανό και την γη και όλα που ο άνθρωπος απολαμβάνει. Ο άνθρωπος είναι αυτός που οφείλει στον Θεό και όχι ο Θεός στον άνθρωπο. Οφείλει ο άνθρωπος όχι λίγα ψιλά, αλλά πολλά, πάρα πολλά, όφειλε και οφείλει να πράττει το θέλημα Του, να τηρεί τις εντολές Του, να τον ευχαριστεί να τον δοξάζει και να τον λατρεύει και κάθε φορά που δεν το κάνει, ο λογαριασμός του χρεώνεται, θα ήταν δε μη βιώσιμος, αν δεν ήταν η θυσία του Ιησού. Ίσως να μπορούμε λίγο, μόνο λίγο να καταλάβουμε το τι ο Κύριος φορτώθηκε στον σταυρό για να σβήσει το χρέος μας. Ζούμε στις μέρες αυτές που όλοι ασχολούνται με τα χρέη του νησιού μας, τα ονομάζουν μη βιώσιμα και οι επίδοξοι δανειστές για να δανείσουν ζητούν να πιουν το αίμα του λαού μας, βάζοντας βάρη δυσβάσταχτα. Κάθε φορά που αμαρτάνουμε, ο λογαριασμός μας χρεώνεται και μεγαλώνει αρνητικά, κάθε φορά που δεν υπακούμε, που δεν τηρούμε τις εντολές του, που δεν πράττουμε το θέλημα Του, που δεν τον ευχαριστούμε, που δεν τον δοξάζουμε, ο λογαριασμός μας χρεώνεται. Πόσα χρωστούμε στον Θεό; Εσύ πόσα χρωστάς στον Θεό; Αν ο Κύριος δεν πλήρωνε για να ξεχρεώσουμε, αυτός θα ήταν μη βιώσιμος, αλλά ευχαριστούμε τον Θεό για την χάρη Του, που πλήρωσε για να ξεχρεώσουμε ενώπιον του Θεού. Δεν έβαλε επάνω μας δυσβάσταχτα βάρη, «έλθετε» είπε «σηκώσετε τον ζυγό μου γιατί αυτός είναι ελαφρύς», δεν μας ζήτησε αίμα, έδωσε το δικό Του πολύτιμο αίμα. Χρειάζεται να καταλάβουμε, αδελφοί μου, πως η κάθε αμαρτία έχει το δικό της τίμημα, δεν υπάρχει αμαρτία που να είναι ελαφριά αμαρτία, η αμαρτία είναι φοβερό πράγμα, είναι ο καρκίνος της ψυχής και πρέπει να την αποστραφούμε με όλη μας την δύναμη, να κόψουμε το χέρι ή το πόδι,  αν αυτά μας σκανδαλίζουν, να ζητήσουμε από τον Θεό να μας ελευθερώσει να μας πλύνει, να μας συγχωρέσει και να μας σώσει, να κάνει την ψυχή μας έδρα της βασιλείας Του. Αμήν.  

 

 

Comments are closed.