Το Θαυμαστό Παιδί των Χριστουγέννων

Κήρυγμα του John MacArthur. Μετάφραση: Γιούλικα Κ. Masry[*]


 

Καθώς αναλογιζόμαστε τη θαυμαστή πραγματικότητα της ιστορίας των Χριστουγέννων, ας αρχίσουμε ανοίγοντας την Αγία Γραφή στα δύο πρώτα κεφάλαια του ευαγγελίου του Λουκά.

Σίγουρα ο κάθε γονιός πιστεύει ότι τα παιδιά του είναι τα πιο μοναδικά παιδιά που γεννήθηκαν ποτέ! Και είμαι επίσης βέβαιος ότι κανένα παιδί δεν έρχεται στον κόσμο που να μη γεμίσει τις καρδιές των γονιών του μ’ έναν τεράστιο αριθμό προσδοκιών. Αλλά, στην καλύτερη περίπτωση, όταν ένα παιδί έρχεται στον κόσμο, εκείνο που ελπίζουμε δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια ελπίδα κι εκείνο που προσδοκούμε δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια ευχή, γιατί η ιστορία δεν έχει ακόμα γραφτεί. Δεν ξέρουμε τι θα γίνει αυτό το παιδί και περιμένουμε με μεγάλη ανυπομονησία, αγωνία και ενδιαφέρον να δούμε πώς πραγματικά θα εξελιχτεί στο χρόνο, τι θα γίνει.

Αυτό όμως δεν συνέβη και στην περίπτωση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, γιατί όταν γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, όλα όσα ήταν απαραίτητο να γνωρίζει κανείς γιαυτό το παιδί είχαν αποκαλυφθεί από την αρχή. Δεν υπήρχε λοιπόν λόγος να «ελπίζει» κανείς. Δεν υπήρχε περιθώριο για ευχές, όνειρα, φαντασία. Όλα είχαν ειπωθεί απ’ την αρχή για το ποιο ήταν αυτό το παιδί, γιατί ήρθε και τι σημασία θα είχε ο ερχομός του για ολόκληρο τον κόσμο. Τα πάντα ήταν τόσο διαφορετικά! Δύο συνηθισμένοι νεαροί Ιουδαίοι γονείς είχαν μπροστά τους το πιο εκπληκτικό παιδί που ο κόσμος είχε ποτέ γνωρίσει, ένα παιδί που, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει με κάθε συνηθισμένο παιδί, η ζωή του ήταν καθαρά προδιαγεγραμμένη και ορθάνοιχτη εμπρός τους.

Ποιο άλλο παιδί έχει το μέλλον του και το ρόλο του στη ζωή πλήρως προδιαγεγραμμένα πριν ακόμα ζήσει τη ζωή του; Ποιο άλλο παιδί έχει όλες τις λεπτομέρειες του χαρακτήρα του, της δράσης του και της επίδρασης που θα έχουν αυτά στον κόσμο γραμμένα στο βιβλίο της ζωής του, πριν ακόμα το ίδιο πάρει τη θέση του στην ιστορία; Πρόκειται λοιπόν για μία μοναδική γέννηση. Το μόνο άλλο παιδί που γεννήθηκε με διαπιστευτήρια προδιαγεγραμμένης δράσης είναι ένα παιδί που γεννήθηκε λίγο πριν τον Ιησού Χριστό και λεγόταν Ιωάννης Βαπτιστής. Πολλά είχαν ειπωθεί και για κείνον επίσης, που μπορούμε να τα βρούμε στο πρώτο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Λουκά. Γεννήθηκε στην οικογένεια ενός ιερέα που τον έλεγαν Ζαχαρία και τη γυναίκα του Ελισάβετ. Ωστόσο, παρόλο που είχαν ειπωθεί πολλά για το έργο του Ιωάννη του Βαπτιστή, στο νου των ανθρώπων εξακολουθούσαν να υπάρχουν ερωτηματικά για κείνον, όπως αυτό που διατυπώνει ο Λουκάς στο ευαγγέλιό του: «Τι άρα θέλει είσθαι το παιδίον τούτο;» (1/66). Ήταν δηλαδή ακόμα κάπως ασαφής ο ρόλος του, παρόλο που και γιαυτόν είχαν ειπωθεί πάρα πολλά.

Το παιδί όμως που γεννήθηκε μετά τον Ιωάννη το Βαπτιστή, το παιδί του οποίου η ιστορία είναι προδιαγεγραμμένη όχι μόνο στην Καινή Διαθήκη αλλά και στην Παλαιά, είναι πολύ πιο μοναδικό απ’ τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Και για το παιδί αυτό λέχθηκαν τόσα πολλά και εκθαμβωτικά που ο Λουκάς γράφει στο ευαγγέλιό του: «Και ο Ιωσήφ και η μήτηρ αυτού εθαύμαζον διά τα λεγόμενα περί αυτού». Ακόμα δηλαδή και στον Ιωσήφ και στη Μαρία προκάλεσε έκπληξη τα όσα ειπώθηκαν γιαυτό το παιδί.

Τι ακριβώς όμως ειπώθηκε για τον Ιησού Χριστό στη γέννησή Του που είναι τόσο εκπληκτικό ώστε να κάνει τον Ιωσήφ και τη μητέρα Του να στέκουν εμβρόντητοι από θαυμασμό και απορία; Η απάντηση αρχίζει να ξεδιπλώνεται για μας από την αναγγελία του ερχομού Του την οποία έκανε ο άγγελος στη  Μαρία λέγοντάς της: «Μη φοβού, Μαριάμ· διότι εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν· και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού ΙΗΣΟΥΝ. Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος. Είπε δε η Μαριάμ προς τον άγγελον, Πώς θέλει είσθαι τούτο, επειδή άνδρα δεν γνωρίζω; Και αποκριθείς ο άγγελος, είπε προς αυτήν, Πνεύμα Άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· διά τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον, θέλει ονομασθή Υιός Θεού» (Λουκ.1/30-35).

Αυτή λοιπόν η αναγγελία στη Μαρία, η οποία συνοδεύτηκε από την αναγγελία στον Ιωσήφ, επίσης από άγγελο, καθώς και κάποια άλλα πράγματα που αναφέρονται στα εδάφια 34 έως 38 του ίδιου κεφαλαίου ήταν εκείνα που άφησαν έκθαμβους τη Μαρία και τον Ιωσήφ. Στην έρευνά μας για τον Ιησού Χριστό σήμερα θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε έξι απ’ αυτά.

Πρώτα απ’ όλα όμως ας μείνουμε κατά ένα γενικό τρόπο στο εδάφιο 32 του πρώτου κεφαλαίου που λέει: «Ούτος θέλει είσθαι μέγας». Το ίδιο είχε ειπωθεί και για τον Ιωάννη το Βαπτιστή: «[Θ]έλει είσθαι μέγας ενώπιον του Κυρίου» (Λουκ. 1/15). Και για τον Ιωάννη το Βαπτιστή λοιπόν και για τον Ιησού είχε προφητικά ειπωθεί ότι θα είναι «μεγάλοι». Η λέξη «μέγας» μπορεί να σημαίνει εξαίρετος, θαυμάσιος, υπέροχος, μεγαλοπρεπής, ευγενής, διακεκριμένος, διάσημος, διαπρεπής, δυνατός. Αυτή η λέξη έχει σκοπό να διαφοροποιήσει εκείνον στον οποίο αποδιδεται αυτή η ιδιότητα απ’ όλους τους άλλους.

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν «μέγας». Ήταν μέγας γιατί ήταν ο μεγαλύτερος αντιπρόσωπος του προφητικού λειτουργήματος, ο μόνος πρό-δρομος του Μεσσία. Μάλιστα έχει ειπωθεί γιαυτόν ότι κανείς δεν υπήρξε τόσο μεγάλος όσο εκείνος.

Ο Ιησούς Χριστός ήταν επίσης «μέγας», δηλαδή όλα όσα αναφέραμε παραπάνω ότι σημαίνει αυτή η λέξη, αλλά για λόγους διαφορετικούς από κείνους της μεγαλοσύνης του Ιωάννη του Βαπτιστή, λόγους που εξηγούνται στο ίδιο αυτό εδάφιο. Τι Τον έκανε «μέγα»; Τι έκανε τη Μαρία και τον Ιωσήφ να μένουν έκθαμβοι και εκστατικοί;

Υπάρχουν έξι πράγματα που ταυτοποιούν τον Ιησού Χριστό στη μοναδική μεγαλοσύνη Του από τη στιγμή της γέννησής Του. Πρώτα όμως ας δούμε προσεκτικά τι ακριβώς λέει το εδάφιο 32: «Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή». Δηλαδή ο Ιησούς είναι Θεός. Ο Ιησούς είναι Θεός! Αυτή είναι η αδιάψευστη αλήθεια που μας δίνεται σ’ αυτό το κομμάτι της Αγίας Γραφής.

Ο ευαγελιστής Λουκάς αναφέρεται στο Θεό με τον τίτλο «Ύψιστος», δηλαδή εκείνος που είναι πιο ψηλά απ’ όλους. Φαίνεται ότι αυτός είναι ο αγαπημένος τίτλος του ευαγγελιστή γιατί τον χρησιμοποιεί και στην αναγγελία του αγγέλου προς τη Μαρία όταν της λέει: «δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει». Επίσης αργότερα, όταν ο Ζαχαρίας γεμάτος από Πνεύμα Άγιο προφητεύει για το ρόλο του Ιωάννη του Βαπτιστή, λέει ξανά: «Και συ, παιδίον, προφήτης του Υψίστου θέλεις ονομασθή» (εδ. 76). Ο άγγελος λοιπόν αποκαλεί το Θεό «Ύψιστο» και το Άγιο Πνεύμα, μιλώντας με τα χείλη του Ζαχαρία, δίνει επίσης τη μαρτυρία ότι πρόκειται για τον Ύψιστο. Ο όρος «Ύψιστος» δηλώνει την κυριαρχική δύναμη του Θεού.

Πέρα απ’ αυτό, ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός λέει στους πιστούς Του: «και θέλετε είσθαι υιοί του Υψίστου» (Λουκ. 6/35), ενώ στις Πράξεις των Αποστόλων, που έχουν γραφτεί επίσης από το Λουκά, ο ίδιος όρος, «Ύψιστος», χρησιμοποιείται και πάλι με την ευκαιρία της αναφοράς στην κατοικία του Θεού (7/48). Τέλος, ως και το δαιμόνιο που κατοικεί μέσα στο Γαδαρηνό αναφωνεί προς το Χριστό: «Τι είναι μεταξύ εμού και σου, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου;» (Λουκ. 8/28).

Η αναφορά στο Θεό ως «Ύψιστο» επισημαίνει τη μεγαλειώδη κυριαρχία Του, την ασύγκριτη υπεροχή Του. Είναι σαν να λέμε ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος μεγαλύτερος απ’ Αυτόν—κανείς στο δικό Του επίπεδο, κανείς σε επίπεδο ανώτερο απ’ Αυτόν. Στην Παλαιά Διαθήκη ο όρος αυτός, που στα εβραϊκά είναι «Ελ Ελυόν», χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στη Γένεση (14/18) και έκτοτε επαναλαμβάνεται συχνά στο Τανάχ. Όπου χρησιμοποιείται, αποπνέει το ίδιο αίσθημα της ασυναγώνιστης κυρίαρχης δύναμης του Θεού, της ύπατης υπεροχής Του. Δεν υπάρχει κανείς ψηλότερα απ’ Αυτόν. Αυτός είναι ο ανώτερος όλων σε εξουσία και υπεροχή.

Η χρήση αυτού του όρου τώρα μας βοηθάει να επισημάνουμε το εύρος της μοναδικά υπέρτατης κυριαρχίας του Θεού. Για παράδειγμα, στο Δευτερονόμιο διαβάζουμε ότι ο Ύψιστος «διεμέριζε τα έθνη» (32/8), στους Ψαλμούς ότι ο Ύψιστος «είναι φοβερός, βασιλεύς μέγας επί πάσαν την γην» (47/2), στον προφήτη Δανιήλ—τέσερες φορές—ότι ο Ύψιστος «είναι κύριος της βασιλείας των ανθρώπων, και εις όντινα θέλη δίδει αυτήν» (4/17, 25, 32 και 5/21). Όλα αυτά τα χωρία μάς δίνουν να καταλάβουμε ότι ο Ύψιστος είναι απόλυτος κυρίαρχος στα έθνη.

Εξάλλου στο Β΄ Σαμουήλ υπάρχει μια περιγραφή του Θεού ως κυρίαρχου πάνω στα ύδατα, σύννεφα, αστραπές, κεραυνούς, θάλασσες, βροχοπτώσεις… «Εβρόντησεν ο Κύριος εξ ουρανού και ο Ύψιστος έδωκε την φωνήν αυτού…» (22/14). Είναι δηλαδή κυρίαρχος και στη φύση και έχει τον έλεγχο ολόκληρου του σύμπαντος το οποίο Εκείνος δημιούργησε.

Στους Ψαλμούς γίνεται επίσης λόγος για την κυριαρχία της δικαιοσύνης του  Θεού, που φυσικά πλήττει τους αποστάτες, και αναφέρεται ότι γιαυτή Του ακριβώς τη δικαιοσύνη είναι αξιύμνητος ο Θεός. «Εγώ θέλω επαινεί τον Κύριον κατά την δικαιοσύνην αυτού, και θέλω ψαλμωδεί εις το όνομα Κυρίου του Υψίστου» (7/17). Συγχρόνως, γίνεται επίσης λόγος και για την κυριαρχική δύναμη του ελέους του Θεού και της σωτηρίας που χαρίζει σε όσους Τον εμπιστεύονται. «Διότι ο βασιλεύς ελπίζει επί τον Κύριον, και διά του ελέους του Υψίστου δεν θέλει σαλευθή» (21/7). Κυρίαρχος λοιπόν είναι ο Ύψιστος επί των πονηρών αλλά και επί των αγαθών και κυρίαρχα μοιράζει την καταδίκη αλλά και τη Χάρη.

Τέλος, στους Ψαλμούς γίνεται λόγος για την πόλη όπου κατοικεί ο Ύψιστος που μέσα της βρίσκουν προστασία, ανάπαυση και ασφάλεια όλοι οι πιστοί, πράγμα που δείχνει την πλήρη κυριαρχία του Υψίστου πάνω στους δικούς Του: «Ποταμός, και οι ρύακες αυτού θέλουσιν ευφραίνει την πόλιν του Θεού, τον άγιον τόπον των σκηνωμάτων του Υψίστου» (46/4). Και στον προφήτη Δανιήλ αυτή η κυριαρχία του Θεού επάνω στους δικούς Του φαίνεται ξανά όταν λέει ότι «οι άγιοι του Υψίστου θέλουσιν παραλάβει την βασιλείαν, και θέλουσι έχει το βασίλειον εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος» (7/18). Η συνοπτικότερη όμως έκφραση της κυριαρχίας του Θεού επί των πάντων βρίσκεται στους Θρήνους του Ιερεμία στη γνωστή φράση: «Τις λέγει τι, και γίνεται, χωρίς να προστάξη αυτό ο Κύριος; Εκ του στόματος του Υψίστου δεν εξέρχονται τα κακά και τα αγαθά;» (γ/37 και 38).

Συνεπώς όλα τα στοιχεία περιλαμβάνονται στη κυριαρχία του Θεού και ο Κύριος είναι απόλυτος κυρίαρχος επί κάθε δυνατής διάστασης της ζωής—κυρίαρχος στα έθνη, στη φύση, στους πονηρούς, στους αγαθούς, στους δικούς Του λυτρωμένους, κυρίαρχος επί παντός κακού και επί παντός αγαθού, δηλαδή είναι ο Ύψιστος. Κανείς δεν είναι τόσο ψηλά όσο Εκείνος. Είναι ο Θεός πάνω απ’ όλους τους «θεούς», ο ύπατος Θεός.

Γιατί όμως είναι αυτό τόσο σημαντικό για το θέμα μας; Διότι, όπως είδαμε παραπάνω στα αποσπάσματα του ευαγγελίου του Λουκά που παραθέσαμε, ο Ιησούς αναγγέλλεται στη Μαρία ως «ο Υιός του Θεού του Υψίστου» που θα γεννηθεί με τη δύναμη της σκιάς που θα ρίξει το Πνεύμα Του επάνω της. Θα είναι δηλαδή ο Ιησούς ο Υιός του Θεού του Υψίστου. Εκείνο λοιπόν που ο τίτλος αυτός φανερώνει δεν είναι άλλο απ’ το ότι ο Ιησούς είναι Θεός. Η λέξη «Υιός» δεν σημαίνει ελάσσων Θεός, αλλά Θεός που έχει όλα τα χαρακτηριστικά, τη φύση και την ουσία του Θεού. Είναι το «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως» του Θεού, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η προς Εβραίους επιστολή και διά μέσου Αυτού μιλάει σ’ εμάς ο Θεός σήμερα (1/1/3).

Κανένας συγγραφέας δεν δείχνει με μεγαλύτερη σαφήνεια απ’ τον Ιωάννη τι σημαίνει το να είναι ο Ιησούς «Υιός του Θεού του Υψίστου». Πριν από λίγες μέρες συνάντησα κάποιον και του σύστησα πως εκείνο που του χρειαζόταν στη ζωή είναι να γνωρίσει ποιος είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Μου ομολόγησε ότι πραγματικά δεν ήξερε ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός και αυτό ήταν κάτι που έπρεπε να μάθει. Τότε του σύστησα να πάει σπίτι του και να διαβάσει το κατά Ιωάννη ευαγγέλιο. Απλά να το διαβάσει διότι για κείνον, που ήταν εβραίος, οι λέξεις «Ιησούς» και «Χριστός» ήταν ή βρισιά ή κάτι που απαγορευόταν να αναφέρεις. Διάβασε λοιπόν αυτός ο άνθρωπος το ευαγγέλιο του Ιωάννη εκείνη την εβδομάδα κα μετά τον ξαναείδα και τον ρώτησα τι γνώμη έχει γιαυτό που διάβασε, ποιο ήταν το συμπέρασμα που έβγαλε. Χωρίς κανένα δισταγμό, αυτός που δεν είχε ποτέ του ξαναδιαβάσει το ευαγγέλιο του Ιωάννη, μού είπε: «Ένα πράγμα είναι βέβαιο, ο Ιησούς είναι κάτι περισσότερο από άνθρωπος, είναι Θεός». Και αυτό ακριβώς ήταν και η πρόθεση του Ιωάννη όταν έγραφε: να πιστέψει ο κόσμος πως ο Ιησούς είναι Θεός.

Στην Καινή Διαθήκη το βιβλίο που καλύτερα διατυπώνει ποιος είναι ο Υιός του Θεού είναι το ευαγγέλιο του Ιωάννη και συγκεκριμένα το πέμπτο κεφάλαιο, εδάφιο 16 όπου διαβάζουμε ότι οι Ιουδαίοι ζητούσαν να συλλάβουν τον Ιησού και μάλιστα να Τον θανατώσουν επειδή θεράπευε την ημέρα του Σαββάτου. Ο Ιησούς είχε θεραπεύσει έναν παράλυτο την ημέρα του Σαββάτου κα είχε πει στο θεραπευμένο ασθενή να πάρει στον ώμο του το κρεβάτι του και να περπατήσει, είχε δηλαδή παραβιάσει την Ιουδαϊκή παράδοση. Η απάντηση που δίνει ο Ιησούς σ’ αυτή την κατηγορία (εδ. 17) αποτελεί μια εκπληκτική επιβεβαίωση του Ποιος στ’αλήθεια είναι Εκείνος, ποια είναι η πραγματική Του ταυτότητα. Πρώτα απ’ όλα τους λέει: «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα και εγώ εργάζομαι». Αυτό όμως έκανε τους Ιουδαίους να επιδιώκουν ακόμα περισσότερο να Τον θανατώσουν, διότι όχι μόνο παραβίασε την αργία του Σαββάτου, αλλά έκανε και τον εαυτό Του ίσο με το Θεό. Για τον Ιουδαίο η φράση «ο Θεός είναι ο Πατέρας μου» είναι το ίδιο σαν να λέει κανείς ότι είναι από την ίδια ουσία με το Θεό. Αλλά αυτό ακριβώς είναι εκείνο που ο άγγελος ανάγγειλε στη Μαρία. Στην ουσία αυτό που ο Ιησούς τους δίνει να καταλάβουν με τη φράση ότι ενόσω ο Πατέρας Του εργάζεται, και Αυτός εργάζεται είναι ότι το Σάββατο δημιουργήθηκε για τον άνθρωπο, όχι για το Θεό (Μάρκ. 2/27).

Βέβαια μπορεί να πει κανείς μα πώς γίνεται αυτό όταν στην ίδια τη Γένεση (β/2-3) διαβάζουμε πως όντως ο Θεός έκανε τον κόσμο σε έξι μέρες και την έβδομη αναπαύτηκε; Ας μην πλανιόμαστε. Ο Θεός αναπαύτηκε μόνο από τη δημιουργία του κόσμου τον οποίο έφτιαξε («ανεπαύθη από πάντων των έργων αυτού τα οποία έκτισε και έκαμε»), όχι και από την άσκηση της κυριαρχίας Του, να συγκρατεί δηλαδή όλο τον κόσμο με τη δύναμή Του ώστε να μην αποσυντεθεί. Αναπαύτηκε από τη διαδικασία της Δημιουργίας κι όχι απ’ το να κάνει ό,τι πρέπει να κάνει ο Θεός προκειμένου να κρατηθούν με συνοχή τα πάντα.

Το δεύτερο πράγμα που ο Ιησούς βεβαιώνει είναι ότι όχι μόνο στη φύση και υπόστασή Του είναι ίσος με το Θεό, αλλά και στα έργα, όπως φαίνεται ξεκάθαρα από την απάντηση που τους έδωσε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Δεν δύναται ο Υιός να πράττη ουδέν αφ’ εαυτού, εάν δεν βλέπει τον Πατέρα πράττοντα τούτο· επειδή όσα εκείνος πράττη, ταύτα και ο Υιός πράττει ομοίως. Διότι ο Πατήρ αγαπά τον Υιόν, και δεικνύει εις αυτόν πάντα όσα αυτός πράττει. Και μεγαλύτερα τούτων έργα θέλει δείξει εις αυτόν, διά να θαυμάζητε σεις» (5/19-20). Εδώ λοιπόν ουσιαστικά ο Ιησούς τους απαντά και τους λέει ότι, αν πρόκειται να Του απαγγείλουν κατηγορία ότι δεν τήρησε την αργία του Σαββάτου, την καταγγελία αυτή την απαγγέλλουν κατά του Θεού, διότι ο Ίδιος κάνει μόνο εκείνα τα οποία κάνει και ο Θεός. Το Θεό ακολουθεί. Ο Θεός είναι που εργάζεται και εργάζεται και ο Ιησούς. Ό,τι κάνει ο Θεός, αυτό κάνει και ο Ιησούς. Αν κατηγορήσουν τον Ιησού, το Θεό κατηγορούν. Απίστευτη απάντηση! Ο Ιησούς Χριστός τους επισημαίνει λοιπόν ότι δεν κάνει τίποτε από μόνος Του αλλά ό,τι κάνει ο Πατέρας, το ίδιο κάνει και ο Ιησούς. Ο,τιδήποτε ο Θεός θέλει να κάνει ο Ιησούς, Του το δείχνει διότι ως προς τα έργα είναι ίσοι.

Τρίτον, ο Ιησούς Χριστός λέει ότι δεν είναι ίσος με το Θεό μόνο ως προς τη φύση και ως προς τα έργα, αλλά και ως προς τη δύναμη. Διότι στη συνέχεια της απάντησης που δίνει στην κατηγορία ότι εργάζεται το Σάββατο, λέει: «Επειδή καθώς ο Πατήρ εγείρει τους νεκρούς και ζωοποιεί, ούτω και ο Υιός ούστινας θέλει ζωοποιεί» (5/21). Τους λέει δηλαδή ότι έχει την ίδια εξουσία που έχει και ο Θεός να ανασταίνει τους νεκρούς σωματικά και πνευματικά. Και λίγο παρακάτω επαναλαμβάνει το ίδιο με άλλα λόγια βεβαιώνοντας ότι «καθώς ο Πατήρ έχει ζωήν εν εαυτώ, ούτως έδωκε και εις τον Υιόν να έχη ζωήν εν εαυτώ» (5/26). Τα λόγια αυτά του Ιησού είναι πράγματι εντυπωσιακά. Ως Υιός του Υψίστου έχει τη φύση του Υψίστου, κάνει τα έργα του Υψίστου και έχει δύναμη όμοια με τη δύναμη του Υψίστου. Αλλά, τέταρτον, έχει επίσης και εξουσία ίση με την εξουσία του Υψίστου αφού μπορεί να ορίζει πράγματα αποκλειστικά σύμφωνα με τη βούλησή Του: «ούστινας θέλει ζωοποιεί».

Πέμπτον, ο Υιός έχει επίσης—και αυτό εξίσου με τον Πατέρα—το δικαίωμα να κρίνει. Έτσι, στο εδάφιο 22 διαβάζουμε ότι ο Πατέρας για τίποτε «δεν κρίνει ουδένα, αλλ’ εις τον Υιόν έδωκε πάσαν την κρίσιν» και το ίδιο εκφράζεται και στο εδάφιο 27 που λέει ότι ο Πατέρας έδωσε στον Υιό την εξουσία «να κάμνη και κρίσιν, διότι είναι Υιός ανθρώπου». Λίγο πιο κάτω, όμως (στο εδ. 30), ο Ιησούς δηλώνει ανεπιφύλακτα το εξής: «Δεν δύναμαι εγώ να κάμνω απ’ εμαυτού ουδέν. Καθώς ακούω, κρίνω». Ο Θεός λοιπόν κρίνει και την κρίση αυτή είναι που αναθέτει στον Υιό, οπότε στην πραγματικότητα Πατέρας και Υιός κρίνουν από κοινού, είναι ίσοι στο να κρίνουν.

Τέλος (έκτον), είναι και ίσοι ως προς την τιμή. Στο εδάφιο 23 διαβάζουμε ότι δίνεται η εντολή σε όλους να τιμούν τον Υιό το ίδιο όπως και τον Πατέρα. «…διά να τιμώσι πάντες τον Υιόν, καθώς τιμώσι τον Πατέρα. Ο μη τιμών τον Υιόν, δεν τιμά τον Πατέρα τον πέμψαντα αυτόν».

Όπως είναι φανερό, σε όλα αυτά τα εδάφια η ορολογία είναι Πατέρας/Υιός—Υιός/Πατέρας. Εκείνο που η σχέση Πατέρα προς Υιό μεταξύ Θεού και Ιησού θέλει να μας δώσει να καταλάβουμε είναι η μεταξύ τους ισότητα ως προς τη φύση, τα έργα, τη δύναμη, την εξουσία, την κρίση και την τιμή. Δηλαδή ο Ιησούς είναι Θεός οπότε, όταν ο άγγελος λέει στη Μαρία ότι θα ονομαστή «Υιός του Υψίστου», στην πραγματικότητα της λέει ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού που είναι κατά πάντα ίσος με το Θεό. Το μικρό παιδί είναι Θεός. Πόσο απίθανο, εντυπωσιακό, εκπληκτικό και σχεδόν απίστευτο θα ήχησε αυτό στ’ αυτιά της Μαρίας και του Ιωσήφ, ότι δηλαδή το παιδί που εκείνη κρατούσε στα σπλάχνα της και αργότερα στην αγκαλιά της ήταν ο Ζωντανός Θεός!

Ο ευαγγελιστής Ματθαίος επίσης τονίζει το ίδιο στην αφήγησή του όταν, απαντώντας στο εύλογο ερώτημα πώς μπορεί να γεννηθεί Θεός μέσα από ανθρώπινα σπλάχνα, λέει: «[η Μαρία] ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου…το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ πνεύματος αγίου…‘η παρθένος θέλει συλλάβει, και θέλει γεννήσει υιόν, και θέλουσι καλέσει το όνομα αυτού ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ,’ το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι, Μεθ’ ημών ο Θεός» (1/18-23). Το θαυμαστό παιδί λοιπόν είναι Θεός και το παιδί αυτό συνελήφθη χωρίς άνθρωπο για πατέρα. Ο Θεός φύτεψε ένα σπέρμα στη Μαρία προκειμένου εκείνη να γεννήσει τον Κύριο Ιησού Χριστό.

Ακόμα και η Ελισάβετ λέει στη Μαρία: «Και πόθεν μοι τούτο, να έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με;» (Λουκ. 1/43). Αναγνωρίζει δηλαδή η Ελισάβετ ότι η συγγενής της, το αίμα της, η Μαρία, πρόκειται να γεννήσει τον Ίδιο τον Κύριο. Και όταν αργότερα ο άγγελος αναγγέλλει στους βοσκούς το γεγονός, εκφράζεται ως εξής: «σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός, Κύριος» (Λουκ. 2/11).

Το πρώτο λοιπόν εκπληκτικό μήνυμα που ήρθε στ’ αυτιά της Μαρίας και του Ιωσήφ ήταν ότι το παιδί θα ήταν Θεός, θα ήταν ο Κύριος, ο Ίδιος ο Μεσσίας. Το δεύτερο εξίσου εκπληκτκό πράγμα ήταν ότι το παιδί αυτό θα ήταν επίσης και άνθρωπος. Ποια ήταν τα λόγια του αγγέλου προς τη Μαρία; Ότι «θέλεις συλλάβει εν γαστρί, και θέλεις γεννήσει υιόν» (Λουκ. 1/31). Θα ήταν αλλιώς—και ο Θεός σίγουρα θα μπορούσε να το κάνει αυτό—αν ο Θεός εμφανιζόταν μονομιάς στον κόσμο μας, όπως γινόταν συχνά στην Παλαιά Διαθήκη, χωρίς δηλαδή την ανάγκη παρεμβολής μιας γήινης μητέρας και ενός ανθρώπινου τοκετού. Γιατί τότε ο Θεός περπατούσε και μιλούσε με τον Αδάμ και την Εύα στην Εδέμ, κατέβηκε στο όρος Σινά, φανερώθηκε στον Αβραάμ, κλπ. Αλλά ποτέ πριν δεν είχε ο Θεός φανερωθεί στους ανθρώπους ως άνθρωπος και όταν το έκανε αυτό εμφανίστηκε όχι μόνο ως πλήρως Θεός αλλά και ως πλήρως άνθρωπος, οπότε ήταν απαραίτητο να γεννηθεί όπως ακριβώς γεννιώνται οι άνθρωποι—από τα σπλάχνα μιας γυναίκας. «Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί και θέλεις γεννήσει υιόν», είναι τα ακριβή λόγια του άγγελου του Κυρίου προς τη Μαρία.

Παρεμπιπτόντως, στο Λουκά αναφέρεται επίσης ότι και η Ελισάβετ συνέλαβε υιό στην προχωρημένη ηλικία που ήταν (αυτή η οποία θεωρείτο στείρα) και διένυε ήδη τον έκτο μήνα της κύησής της όταν την επικέφτηκε η Μαρία (1/36). Ο παραλληλισμός είναι προφανής. Η Ελισάβετ ήταν έγκυος και περίμενε να γεννήσει παιδί το ίδιο όπως κι η Μαρία ήταν έγκυος και περίμενε να γεννήσει παιδί. Και αν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν άνθρωπος, το ίδιο συνέβαινε και με τον Ιησού: ήταν μεν πλήρως Θεός αλλά και πλήρως άνθρωπος.

Και τώρα ας κοιτάξουμε για λίγο το πρώτο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Ματθαίου, εδάφιο 19 και επόμενα. «Ιωσήφ δε, ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων, και μη θέλων να θεατρίση αυτήν, ηθέλησε να απολύση αυτήν κρυφίως». Όταν δηλαδή ο Ιωσήφ κατάλαβε ότι η Μαρία ήταν έγκυος χωρίς εκείνος να είχε προηγουμένως σχέσεις μαζί της, ήθελε να τη χωρίσει νομίζοντας ότι τον είχε απατήσει. «Ενώ δε αυτός διελογίσθη ταύτα, ιδού, άγγελος Κυρίου εφάνη κατ’ όναρ εις αυτόν, λέγων, Ιωσήφ, υιέ του Δαβίδ, μη φοβηθής να παραλάβης Μαριάμ την γυναίκα σου· διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ Πνεύματος Αγίου· θέλει δε γεννήσει υιόν, και θέλεις καλέσει ο όνομα αυτού Ιησούν· διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών». Ο Ματθαίος λέει λοιπόν κι αυτός το ίδιο πράγμα: Η σύλληψη του παιδιού έλαβε χώρα μέσα στο σώμα της Μαρίας και θα έφερνε στον κόσμο ένα γιο.

Πηγαίνοντας πάλι στο ευαγγέλιο του Λουκά διαβάζουμε: «Και ενώ ήσαν εκεί, επληρώθησαν αι ημέραι του να γεννήση» (2/6). Ενώ λοιπόν ήταν στη Βηθλεέμ, ήρθε η ώρα της Μαρίας να γεννήσει, δηλαδή συμπληρώθηκαν φυσιολογικά οι εννέα μήνες της εγκυμοσύνης και ήρθε η ώρα της να γεννήσει, όπως γίνεται και σε κάθε φυσιολογική εγκυμοσύνη. Η σύλληψη δεν ήταν φυσιολογική αλλά η γέννηση ήταν. Ο Ιησούς Χριστός συνελήφθη με έργο του Αγίου Πνεύματος, εκ Θεού, αλλά γεννήθηκε με απόλυτα κανονικές διαδικασίες από το σώμα της Μαρίας.

Ας παρατηρήσουμε επίσης ότι στο ίδιο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Λουκά (2/7) αναφέρεται—σχεδόν παρεμπιπτόντως—ότι ο Ιησούς ήταν ο πρωτότοκος γιος της Μαρίας, πράγμα που έχει μεγάλη σημασία γιατί υπονοεί ότι έφερε μεν στον κόσμο τον πρωτότοκο γιο της, αλλά αργότερα γέννησε κι άλλα παιδιά. Όλα της τα παιδιά γεννήθηκαν (καίτοι όχι και συνελήφθησαν) με τον ίδιο φυσιολογικό τρόπο, τον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε και ο πρωτότοκος γιος της. Αν διαβάσουμε τη μαρτυρία του Ματθαίου στο δωδέκατο κεφάλαιο (46-47) και πιο κάτω επίσης, στο δέκατο τρίτο (55, 56), καθώς και τη μαρτυρία του Ιωάννη (2/12 και 7/3,  5 & 10), θα διαπιστώσουμε ότι η Μαρία είχε πράγματι και άλλα παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Τα σπλάχνα της κράτησαν κι άλλα παιδιά. Γέννησε και έφερε στον κόσμο κι άλλα παιδιά. Ο Ιησούς ήταν μόνο ο πρωτότοκος. Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν γεννήθηκε με απόλυτα φυσιολογικό ανθρώπινο τρόπο. Πέρα από πλήρως Θεός ήταν και πλήρως άνθρωπος.

Φυσικά, το εκπληκτικό και εντυπωσιακό της υποθέσεως είναι πώς γίνεται μια γυναίκα που είναι πέρα για πέρα άνθρωπος να γεννήσει παιδί το οποίο, εκτός από Θεός, είναι επίσης πέρα για πέρα άνθρωπος χωρίς τη βοήθεια θνητού πατέρα. Αυτό είναι ένα μυστήριο το οποίο είναι εξίσου μεγάλο με το ότι το θαυμαστό αυτό παιδί ήταν και Θεός. Διότι και αυτό απαιτεί ένα εξίσου τεράστιο θαύμα.

Αν κοιτάξουμε περαιτέρω στο Λουκά, θα βρούμε πως και στους βοσκούς έτσι αναγγέλθηκε το γεγονός: ότι θα βρουν ξαπλωμένο σε μια φάτνη ένα απόλυτα φυσιολογικό παιδί τυλιγμένο σε πραγματικά σπάργανα. «Και τούτο θέλει είσθαι σημείον εις εσάς, Θέλετε ευρεί βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν τη φάτνη» (2/12). Αλλά εκτός αυτού, όταν συμπληρώθηκαν οκτώ μέρες από τη γέννησή Του, το παιδί ονομάστηκε Ιησούς, όπως ακριβώς είχε προφητέψει ο άγγελος πριν ακόμα συλληφθεί. «Και ότε επληρώθησαν αι οκτώ ημέραι διά να περιτέμωσι το παιδίον, εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς, το ονομασθέν υπό του αγγέλου πριν συλληφθή εν τη κοιλία» (2/21). Όπως δηλαδή κάθε άλλο εβραιόπουλο, η Μαρία και ο Ιωσήφ ήθελαν να βεβαιωθούν ότι το παιδί θα έφερε το σημείο της διαθήκης, την περιτομή, και γιαυτό το βρέφος Ιησούς υποβλήθηκε στην περιτομή όπως και κάθε άλλο παιδί οκτώ ημερών, σύμφωνα με ό,τι προβλέπεται στη Γένεση (17/21) και επαναλαμβάνεται στο Λευιτικό (12/3). Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποιο περίεργο και αλλόκοτο παιδί που ο ερχομός του στον κόσμο συνοδευόταν από εντελώς διαφορετικές πρακτικές. Καίτοι ήταν πέρα για πέρα Θεός, ο Ιησούς ήταν και πέρα για πέρα άνθρωπος και δεσμευόταν από τις διατάξεις της διαθήκης όπως όλα τα εβραιόπουλα.

Στο Λουκά επίσης γίνεται λόγος για το ότι το παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε στο πνεύμα και γέμιζε σοφία και Χάρη Θεού. «Το δε παιδίον ηύξανε και εδυναμούτο κατά το πνεύμα, πληρούμενον σοφίας· και χάρις Θεού ήτο επ’ αυτό» (2/40). Αυτό είναι πολύ συναφές μ’ εκείνο που είχε ειπωθεί στο πρώτο κεφάλαιο του Λουκά για τον Ιωάννη το Βαπτιστή. «Το δε παιδίον ηύξανε και εδυναμούτο κατά το πνεύμα» (1/80). Καθώς δηλαδή μεγάλωνε ο Ιωάννης ο Βαπτιστή με πολύ φυσιολογικό τρόπο, έτσι μεγάλωνε και ο Ιησούς: με πολύ φυσιολογική πρόοδο ανθρώπινης ανάπτυξης. Ο Ιωάννης εξάλλου μάς λέει ξεκάθαρα ότι ο Θεός-Λόγος έγινε σάρκα και κατοίκησε ανάμεσά μας (1/14). Και στην προς Εβραίους επιστολή η Αγία Γραφή διατυπώνει παρόμοια πράγματα ως χαρακτηριστικά του Ιησού, όπως, για παράδειγμα, όταν μας λέει ότι «έπρεπε να ομοιωθεί κατά πάντα με τους αδελφούς» (2/17) ή αργότερα όταν μάς τονίζει ότι Εκείνος υποβλήθηκε σε πειρασμούς «κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών», χωρίς αμαρτίας» (4/15).

Στην επιστολή προς Γαλάτας υπάρχει μια θαυμάσια μαρτυρία που λέει: «ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον» (4/4). Αυτό σημαίνει ότι γεννήθηκε όπως κάθε άλλο παιδί. Από μια μητέρα, από μια γυναίκα, κι όπως όλοι ο άλλοι άνθρωποι ήταν υποχρεωμένος να τηρήσει το νόμο του Θεού διότι ήταν κατά πάντα όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Ήταν προορισμένος να υποκαταστήσει τον άνθρωπο επάνω στο Σταυρό, οπότε ήταν απαραίτητο να είναι άνθρωπος. Ήταν προορισμένος να αναστηθεί από τους νεκρούς για χάρη του ανθρώπου. Γιαυτό έπρεπε απαραιτήτως να είναι άνθρωπος. Αυτός είναι ο λόγος που ο Παύλος λέει με τόσο θαυμαστό τρόπο στη πρώτη προς Τιμόθεο επιστολή του «…εις Θεός εις και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς».

Η Μαρία και ο Ιωσήφ ήταν κατάπληκτοι που ο Ιησούς ήταν Θεός. Και ήταν κατάπληκτοι που ήταν άνθρωπος. Πέρα για πέρα Θεός και πέρα για πέρα άνθρωπος. Ένα θαυμαστό παιδί! Και αν θυμηθούμε προς στιγμή τους ύμνους που ψέλνουμε τα Χριστούγεννα, θα συνειδητοποιήσουμε ότι γιαυτήν ακριβώς τη διττότητα δίνουν τη μαρτυρία τους. Έτσι το «Άγια Νύχτα», για παράδειγμα, λέει «εν τη φάτνη εν βρέφος πτωχόν / νυν γεννάται ο Σωτήρ των θνητών», και το ίδιο ισχύει και για τον ύμνο «Ω δεύτε πιστοί εν χαρά και θριάμβω» που τα λόγια του έχουν ως εξής: «Πατρός ουρανίου αιώνιον δόξαν / Χριστός υπό σάρκα ημίν εκδηλοί / Θεόν εν σπαργάνοις νυν αποκαλύπτων / ω, δεύτε υμνήσωμεν, δεύτε ευφρανθώμεν / ω, δεύτε προσκυνήσωμεν τον Λυτρωτήν».

Το τρίτο εκπληκτικό χαρακτηριστικό αυτού του παιδιού είναι το γεγονός ότι δεν είναι απλά πέρα για πέρα Θεός και πέρα για πέρα άνθρωπος, αλλά είναι και πέρα για πέρα αναμάρτητος. Είναι άγιος. Είναι τέλειος. Ο άγγελος του Κυρίου είπε στη Μαρία ότι το Άγιο Πνεύμα θα έρθει επάνω της και η δύναμη του Υψίστου θα την επισκιάσει κι αυτό είναι το μόνο που ξέρουμε για το πώς έγινε και συνέλαβε η παρθένα. Εξ αυτού δε προκύπτει και ότι το παιδί θα είναι άγιο και θα ονομαστεί «Υιός Θεού». Αυτό το παιδί λοιπόν είναι άγιο. Τι υπέροχη διαβεβαίωση! Σ’ ολόκληρο το γένος των ανθρώπων που προέκυψε με τη διαδικασία της φυσιολογικής αναπαραγωγής μόνο ένα άγιο παιδί έχει γεννηθεί. Καμιά άλλη μητέρα ποτέ, εκτός από τη Μαρία, δεν έχει γεννήσει ένα άγιο παιδί και αυτό με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Ο Λουκάς μάς λέει (1/15) ότι και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν γεμάτος από Πνεύμα Άγιο και αυτό είναι κάτι το εντυπωσιακό, Αλλά ο Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν ήταν άγιος. Δεν ήταν αναμάρτητος. Δεν ήταν τέλειος. Δεν ήταν άσπιλος.

Τι θαυμαστό παιδί λοιπόν ο Ιησούς! Φανταστείτε να σας ειπωθεί ότι το παιδί που θα φέρετε τον κόσμο θα είναι απόλυτα τέλειο! Τι ξαλάφρωμα για σας από το βάρος της προσπάθειας να είστε καλοί γονείς! Στην οικογένεια που έζησε και μεγάλωσε ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ ούτε μία στιγμή που η συμπεριφορά Του να δημιουργήσει πρόβλημα, που να μην ήταν εκείνη που θα έπρεπε να είναι, που να κάνει ή να πει κάτι το οποίο θα έδειχνε ανυπακοή. Ποτέ μια απερίσκεπτη, αγενής ή εγωιστική λέξη ή πράξη. Τον Ιησού δεν χρειάστηκε ποτέ να Τον πειθαρχήσουν, ποτέ να ζητήσει συγγνώμη. Δεν είχε χρεία σωτηρίας. Η συμπεριφορά Του προξενούσε μόνο αισθήματα κατάπληξης, σεβασμού και ανάγκης να κλίνουν το γόνυ μπρος σε μια τέτοια ύπαρξη, να Τον λατρέψουν. Δεν υπήρξε ποτέ άλλο τέτοιο παιδί!

Η μητέρα του Πέτρου δεν είχε ένα άγιο παιδί. Η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωάννη το ίδιο. Ούτε και η μητέρα του Παύλου είχε ένα άγιο παιδί. Κατά ομολογία του ίδιου του Παύλου, ο οποίος με νύχια και με δόντια πολεμούσε την αμαρτία που είχε μέσα του, ήταν ο μεγαλύτερος αμαρτωλός. Μέχρι που κατέφυγε στην παρουσία του Ιησού Χριστού. Από τα πρώτα παιδιά που γεννήθηκαν στη γη, τον Κάιν και τον Άβελ, όλα τα παιδία είναι αμαρτωλά. Το Άγιο Πνεύμα όμως με θαυματουργό τρόπο έκανε να προκύψει από την ύλη της Μαρίας ένα άγιο παιδί, ένα παιδί δίχως ίχνος αμαρτίας. Ο Ιησούς από τη γέννησή Του κιόλας εισήλθε σε κείνη την αγιότητα που εμείς θα γνωρίσουμε μόνο μετά το θάνατο και την  ανάστασή μας. Εκείνος άρχισε στο σημείο που εμείς θα καταλήξουμε. Άρχισε από μια αγιότητα που εμείς, ενόσω είμαστε στη ζωή, μπορούμε μόνο να προσδοκούμε. Και βρίσκεται στην πληρότητα της αγιότητας πολύ πριν από μας. Την ημέρα της γέννησής Του Εκείνος εισήλθε στην απόλυτη ελευθερία της αγιότητας, ενώ εμείς την ίδια αυτή μέρα εισερχόμαστε στη μεγάλη δουλεία. Ο Ιησούς αρχίζει με το να είναι πλήρως καθαγιασμένος ενώ εμείς, με τη Χάρη του Θεού, θα καταλήξουμε στον πλήρη αγιασμό μόνο μετά το θάνατό μας. Κανένα παιδί δεν ήταν ποτέ σαν τον Ιησού.

Ο Alexander White, ο διαπρεπέστερος κήρυκας της Σκωτίας στα τέλη του 19ου, αρχές του 20ου αιώνα, που ήταν ποιμένας της Ελεύθερης Εκκλησίας του St. George στο Εδιμβούργο, έγραψε για την αγιότητα του παιδιού-Ιησούς (σε σχέση με μας) με τα ωραιότερα λόγια: «Θα σας πω το εξής:», είπε, «Αν θέλετε το παιδί σας να είναι άγιο όχι απλά τελετουργικά και συμβατικά αλλά προσωπικά και πραγματικά και αιώνια κι αν εσείς ο ίδιος γνωρίζετε τι σημαίνει αγιότης, πρέπει να τοποθετήσετε εμπρός σας, για χάρη του παιδιού σας, μια αγιότητα που δεν υστερεί σε τίποτε από την αγιότητα του παιδιού-Ιησού. Κι όποτε βλέπετε αποδείξεις που ραγίζουν την καρδιά σας για το ότι το παιδί σας δεν γεννήθηκε σαν το παιδί της Μαρίας, όποτε δεν μπορείτε βαθιά μέσα σας να αγνοήσετε του παιδιού σας τη γκρίνια, τα κατεβασμένα μούτρα, την εριστικότητα, την αγένεια, την αναίδεια, την αλαζονεία, το θυμό και την αλύγιστη ισχυρογνωμοσύνη, πάρτε το ιδιαιτέρως και προσευχηθείτε και μαζί του και για λογαριασμό του. Προσεύχεστε αδιαλείπτως να αγιαστεί το παιδί σας από το Θεό και ως προς το άτομό του και ως προς εσάς, ώστε να γίνει σαν δίδυμος αδελφός του θαυμαστού παιδιού-Ιησού. Προσεύχεστε αδιαλείπτως να αγιαστεί το παιδί σας με τον ίδιο αγιασμό που είχε αγιαστεί το παιδί της Μαρίας. Και αν αυτό δεν μπορεί να γίνει μονομιάς, όπως είχε γίνει με τον αγιασμό του θαυμαστού παιδιού της Μαρίας, προσεύχεστε τουλάχιστον να αρχίσει όσο ζείτε, ώστε να το χαρείτε και να’χετε παίξει κι εσείς κάποιο ρόλο σ’ αυτό. Πάρτε το παιδί σας ιδιαιτέρως, εφόσον σας υπακούει και  δέχεται να έρθει μαζί σας, και ζητείστε γονατιστοί και εις επήκοον του παιδιού σας κάτι σαν αυτό: Ω, Ουράνιε Πατέρα, Θεέ και Πατέρα του παιδιού-Ιησού, κάμε αυτό το αγαπημένο μου παιδί ένα παιδί του Θεού σαν τον Ιησού και μετά που θα φύγω απ’ τη ζωή, κάμε το και κράτησέ το ως έναν άνθρωπο του Θεού, όπως ήταν κι ο Ιησούς. Μη σταματάτε καθόλου και μην αφήνετε το Θεό να  αναπαυτεί απ’ τις προσευχές σας, ώσπου να δείτε όχι απλά ένα σπόρο του Θεού φυτεμένο στην καρδιά του παιδιού σας, αλλά να το δείτε, όπως είδε κι η Μαρία το παιδί της: υποταγμένο κατά πάντα στον οίκο της και αυξάνοντα καθημερινά σε σοφία και Χάρη Κυρίου ενώπιον Θεού και ανθρώπων». Τι πρόκληση! Τι αίτημα! Το άγιο παιδί να είναι αλλιώτικο από κάθε άλλο παιδί αλλά και το μοντέλο για κάθε παιδί.

Το παιδί-Ιησούς δεν ήταν μόνο Θεός, άνθρωπος και αναμάρτητος. Οι γονείς του είχαν μείνει εμβρόντητοι και διότι τους ειπώθηκε επίσης ότι θα ήταν κυρίαρχος Κύριος, θα ήταν Βασιλιάς. Επιστρέφοντας και πάλι στο Λουκά (1/32-33) διαβάζουμε ότι «θέλει δώσει εις αυτόν Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του Πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος». Θα έχει δηλαδή ο Ιησούς Χριστός μια αιώνια βασιλεία και το θρόνο αυτό θα Του τον δώσει ο Ίδιος ο Θεός.

Αυτό φυσικά εκπληρώνει την προφητεία στο Β΄ Σαμουήλ που λέει ότι μια μέρα ο Δαβίδ θα έχει ένα γιο που θα είναι «μέγας», θα έρθει αιώνες αργότερα, θα προέλθει από τα ίδια τα σπλάχνα του Δαβίδ και θα επανιδρύσει το βασίλειό του το οποίο θα είναι πια ένα Βασίλειο Δικαιούνης, ένα Βασίλειο Αιώνιο. «Ο Κύριος προσέτι αναγγέλλει προς σε, ότι ο Κύριος θέλει οικοδομήσει οίκον εις σε. Αφού πληρωθώσιν αι ημέραι σου, και κοιμηθής μετά των πατέρων σου, θέλω αναστήσει μετά σε το σπέρμα σου, το οποίον θέλει εξέλθει εκ των σπλάχνων σου, και θέλω στερεώσει την βασιλείαν αυτού. Αυτός θέλει οικοδομήσει οίκον εις το όνομά μου· και θέλω στερεώσει τον θρόνον της βασιλείας αυτού έως αιώνος» (7/11-13). Και αυτός βέβαια δεν είναι άλλος από τον Κύριο Ιησού Χριστό. Γεννήθηκε  από τη γενεαλογία του Δαβίδ. Στο πρώτο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Ματθαίου διαβάζουμε για τη γενεαλογία της Μαρίας η οποία ανάγεται στο βασιλιά Δαβίδ και στο τρίτο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Λουκά διαβάζουμε και για τη γενεαλογία του Ιωσήφ η οποία επίσης ανάγεται στο βασιλιά Δαβίδ. Πράγματι λοιπόν ο Ιησούς είναι ο νόμιμος δικαιούχος του βασιλικού θρόνου του Δαβίδ. Δεν γεννήθηκε δηλαδή, όπως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, σε οίκο Λευί, σε ιερατικό οίκο, αλλά σε οίκο βασιλικό, στο βασιλικό οίκο του Δαβίδ και έχει νόμιμο δικαίωμα επί του θρόνου που γίνεται πια ο θρόνος όλου του κόσμου,  ο θρόνος του σύμπαντος, ο θρόνος της αιώνιας νέας βασιλείας ουρανού και γης. Και της βασιλείας αυτής ο Ιησούς είναι ο κυρίαρχος Κύριος.

Ακούνε λοπόν η Μαρία και ο Ιωσήφ ότι το μικρό αυτό παιδί θα λάβει το θρόνο του προπατέρα του Δαβίδ και θα βασιλέψει σε μια βασιλεία αιώνια. Τι αναγγελία! Σε καθέναν από μας θα αρκούσε να μας πει ο Θεός για το παιδί μας ότι θα μεγαλώσει και θα γίνει πιστό, θα γίνει ιεραπόστολος, θα γίνει μεγάλος δάσκαλος του Λόγου του Θεού. Αλλά η προφητεία για το είδος της επίδρασης που θα έχει το παιδί-Ιησούς είναι πέρα για πέρα εκπληκτική. Είναι συγκλονιστική. Και είναι τόσο δύσκολο για τη Μαρία και τον Ιωσήφ να συλλάβουν τις σαρωτικές προβλέψεις που γίνονται για το μικρό αυτό παιδί! Βασιλεύς του Σύμπαντος. Βασιλεύς βασιλέων. Κύριος κυρίων! Ο Ματθαίος στο δεύτερο κεφάλαιο του ευαγγελίου του, εδάφια 1-8, καταπιάνεται να καταδείξει τη σημασία που είχαν αυτές οι προβλέψεις και το κάνει με την αναφορά στους «Μάγους εξ Ανατολής» ή, όπως αλλιώς τους αποκαλούμε, στους «σοφούς». Οι Μάγοι ήταν ένα κληρονομικό σώμα ιερέων που στην Ανατολή, τη Βαβυλώνα, την Περσία και τη Μηδεία είχε αποκτήσει εξαιρετικό κύρος και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Αυτοί ήταν στην ουσία εκείνοι που ανέβαζαν τους βασιλείς στην Ανατολή. Αυτοί ήταν που ήξεραν τους νόμους της Μηδείας και της Περσίας. Αυτοί ήταν εκείνοι που είχαν αποκτήσει τέτοια δύναμη ώστε να μη μπορεί κανείς να χριστεί βασιλιάς στην Ανατολή αν δεν είχε εκπαιδευθεί, εγκριθεί και χριστεί από τους Μάγους.

Οι Μάγοι αυτοί τώρα είχαν μεγαλώσει στη Βαβυλώνα και παρόλο που για ένα διάστημα ήταν μη-Ιουδαίοι, δηλαδή ειδωλολάτρες, η επίδραση που άσκησε επάνω τους ο προφήτης Δανιήλ και οι άλλοι Ιουδαίοι της αιχμαλωσίας, έφεραν στο μέσο τους και μερικούς θεοφοβούμενους Μάγους οι οποίοι ερευνούσαν τα σχετικά με τον ερχομό του Μεσσία, του μεγάλου αυτού Βασιλέα που επρόκειτο να έρθει. Οπότε, όταν τα τελευταία χρόνια ο βασιλιάς της Ανατολής είχε εκθρονιστεί και ήταν καιρός να αναζητηθεί νέος βασιλιάς, το γνωστό άστρο εμφανίστηκε στον ουρανό και οι Μάγοι το ακολούθησαν, χωρίς άλλο σε αναζήτηση της εκπλήρωσης της προφητείας που αναμφισβήτητα τους ήταν γνωστή από το Δανιήλ και τους άλλους Ιουδαίους αιχμαλώτους. Έτσι ξεκίνησαν για το περίφημο ταξίδι τους. Εννοείται ότι οι συγκεκριμένοι αυτοί Μάγοι που πήγαν στον Ιησού ανήκαν σε μεταγενέστερες γενιές από κείνες του Δανιήλ και άλλων πιστών Ιουδαίων, αλλά το προφητικό μήνυμα για το Μεσσία ως Βασιλέα Βασιλέων ήταν πάντα φρέσκο στην ιστορική μνήμη και επηρέασε και τους Μάγους των μεταγενέστερων χρόνων, των χρόνων του Ιησού. Εκείνο που ο Ματθαίος έχει σκοπό να τονίσει στο ευαγγελικό του κείμενο είναι ότι από το μη-Ιουδαϊκό κόσμο, από τον κόσμο των ειδωλολατρών, έρχονται στον Ιησού οι αξιωματούχοι που επίσημα χρίζουν τους βασιλείς της Ανατολής και επιβεβαιώνουν ότι ο Εκείνος είναι πράγματι ο αναμενόμενος Βασιλεύς.

Εκτός αυτού, ο Ματθαίος βεβαιώνει επίσης ότι και ο Ιουδαϊκός κόσμος Τον αναγνώριζε ως Βασιλέα, αλλά  με έναν πλάγιο τρόπο: με την έχθρα που είχε εναντίον Του ο Ηρώδης! Διότι αν ο Ιησούς δεν ήταν Βασιλεύς, δεν θα αποτελούσε απειλή για τον Ηρώδη. Το γεγονός όμως ότι ο Ηρώδης έσφαξε όλα τα βρέφη στην περιοχή και δημιούργησε ένα τέτοιο μαζικό ολοκαύτωμα, όπως ακριβώς το είχε προφητέψει ο Ιερεμίας, δείχνει πως ο Ηρώδης—εκπροσωπώντας τους εχθρικά διακείμενους Ιουδαίους—επιβεβαίωσε το βασιλικό αξίωμα του Ιησού Χριστού με την προσπάθεια που έκανε να Τον εξοντώσει ώστε να μην απειληθεί η βασιλεία του ίδιου του Ηρώδη. Οπότε, είτε από την πλευρά της θετικής λατρευτικής στάσης των Μάγων προς το Βασιλέα Ιησού είτε από την πλευρά της εναντίον Του εχθρότητας εκ μέρους του Ηρώδη, επιβεβαιώνεται ότι ο Ιησούς είναι πράγματι Βασιλεύς. Είχε το δικαίωμα να βασιλεύσει. Η γενεαλογία του διά μέσου της Μαρίας αλλά και του Ιωσήφ, η οποία ανάγεται στο βασιλιά Δαβίδ, το προσυπογράφει. Και όλες οι εξωτερικές συνθήκες το ίδιο. Οι Γραφές το επιβεβαιώνουν: Βασιλεύς βασιλέων και Κύριος κυρίων, ο μόνος ηγεμόνας, Εκείνος που θα βασιλέψει παντοτινά και υπέρτατα. Η προς Φιλιππησίους επιστολή λέει χαρακτηριστικά επ’ αυτού στο δεύτερο κεφάλαιο ότι στο όνομα του Ιησού κάθε γόνυ επιγείων, επουρανίων και καταχθονίων θα κλίνει ευλαβικά και λατρευτικά ομολογώντας ότι ο Ιησούς είναι Κύριος.

Τι εκπληκτικό! Για μας όταν γεννιέται ένα δικό μας παιδί θα ήταν εξαίσιο να μας πουν ότι θα γίνει ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ή πρόεδρος μιας εταιρείας, ή ένας σπουδαίος ηγέτης. Αλλά ότι θα γίνει ο Βασιλεύς των βασιλέων και ο Κύριος των κυρίων αυτό ήταν κάτι περισσότερο απ’ ό,τι μπορούσε να σηκώσει η Μαρία. Και όταν διαβάζουμε ότι κρατούσε προσεκτικά στην καρδιά της και σκεφτόταν πολύ όλα όσα της είχαν ειπωθεί, αυτό ήταν σίγουρα επειδή η ανθρώπινη ικανότητά της να συνειδητοποιήσει τόσα θαυμαστά ήταν περιορισμένη.

Οι εκπλήξεις όμως συνεχίζονται. Ο Χριστός δεν ήταν μόνο Θεός, άνθρωπος, αναμάρτητος και Κύριος των πάντων, αλλά όπως διαβάζουμε στο Λουκά, θα Του δινόταν και το όνομα ΙΗΣΟΥΣ (1/31). Η ίδια δε οδηγία, μας πληροφορεί ο Ματθαίος (1/21), είχε δοθεί και στον Ιωσήφ: να τον βγάλει Ιησού, ένα όνομα που σημαίνει «ο Θεός σώζει» («θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν· διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»). Μαζί με όλα τ’ άλλα εκπληκτικά ακούσματα λοιπόν που είχαν η Μαρία και ο Ιωσήφ τώρα προστίθετο και το αναπάντεχο ότι θα έσωζε από την αμαρτία ολόκληρο το ανθρώπινο γένος που θα πίστευε. Τι θαυμαστό παιδί!

Στο ευαγγέλιο του Λουκά και πάλι ο άγγελος που ανακοινώνει το γεγονός της γέννησης του Ιησού στους βοσκούς τούς λέει: «σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος» (2/11). Παρεμπιπτόντως στα συνοπτικά ευαγγέλια (τα ευαγγέλια του Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά) αυτή είναι η μόνη φορά που ο Ιησούς καλείται Σωτήρας, αν και τον όρο τον βρίσκουμε και σε άλλα σημεία της Καινής Διαθήκης. Γεννήθηκε λοιπόν ο Σωτήρας της ανθρωπότητας.

Όταν αργότερα φέρνουν το παιδί-Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, ο δίκαιος και ευλαβής Συμεών χαίρεται εξαιρετικά αντικρίζοντάς το και καθώς το παίρνει να το κρατήσει στα χέρια του λέει προς το Θεό: «Νυν απολύεις τον δούλον σου δέσποτα…διότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, το οποίον ητοίμασας ενώπιον πάντων των λαών» (2/30-31). Αλλά και η Άννα η προφήτισσα, που ήταν πολλά χρόνια χήρα και υπηρετούσε στο ναό νηστεύοντας και προσευχόμενη επειδή πρόσμενε το Μεσσία, χαίρεται κι εκείνη υπερβολικά για τον ερχομό του παιδιού-Ιησού στην Ιερουσαλήμ και δοξολογώντας το Θεό διαλαλεί σε όλους όσους επίσης Τον πρόσμεναν ότι, ναι, ήρθε ο Σωτήρας (2/38). Ήρθε ο Σωτήρας στο παιδί-Ιησούς!

Ο Παύλος προλογίζει τα λόγια του ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει αμαρτωλούς σαν κι εκείνον με τη φράση «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος» (Α΄ Τιμ.1/15). Και ο Ίδιος ο Ιησούς στο ευαγγέλιο του Λουκά λέει ότι «ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να ζητήση και να σώση το απολωλός» (19/10). Στην προς Εβραίους επιστολή εξάλλου είναι γραμμένο ότι αφού δεν ήταν δυνατό το αίμα των ζώων να απαλείψει την αμαρτία και να ευχαριστήσει το Θεό, ο Ύψιστος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού μόρφωσε ανθρώπινο σώμα ώστε να έρθει στον κόσμο και να σηκωσει την αμαρτία μας, να μας αγιάσει, να κατατροπώσει τον εχθρό της ψυχής, να μας προσδώσει πνευματική τελειότητα και να μας κάνει νέα κτίσματα. Και τώρα είμαστε πλήρεις εν τω Χριστώ διότι με τη μία και μοναδική προσφορά του σώματός Του μας αγίασε δια παντός (10/5-11). Ναι λοιπόν, αυτό το θαυμαστό παιδί-Ιησούς είναι ο Σωτήρας που γεννήθηκε για να πεθάνει για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Πάνω απ’ τη φάτνη πλανιέται ευθύς εξαρχής η σκιά του Σταυρού, μια σκιά που Τον συνόδευε διαρκώς, μέχρι που ανέβηκε στο Σταυρό. Γιαυτό το λόγο, είπε, ήρθα στον κόσμο. Ήρθα για να πεθάνω διότι από την αρχή αυτός είμαι, ο Σωτήρας. Ο μόνος τρόπος για να σωθεί από την αμαρτία ο άνθρωπος είναι να πληρώσει ο Σωτήρας του ανθρώπινου γένους το τίμημα της αμαρτίας που είναι ο θάνατος και αυτό ακριβώς ήρθε να κάνει ο Ιησούς. Είναι λοιπόν να απορεί κανείς που τα Χριστούγεννα ψέλνουμε «νυν γεννάται Σωτήρ των θνητών»;

Πράγματι είναι εκπληκτική η γέννηση του Ιησού. Εξαιτίας της ταυτότητάς Του, του ποιος πραγματικά ήταν. Γιαυτό και η Μαρία και ο Ιωσήφ είχαν μείνει κατάπληκτοι απ’ αυτά που άκουγαν να λέγονται για το θαυμαστό παιδί. Τέλος, η έκπληξη της Μαρίας έφτασε στο ζενίθ όταν ο γέροντας Συμεών, αφού την ευλόγησε, τής φανέρωσε ότι αυτό το παιδί θα προσδιορίσει το πεπρωμένο του κάθε ανθρώπου. Πολλοί θα πέσουν εξαιτίας του, ενώ άλλοι θα σηκωθούν και γενικά για το πρόσωπό Του θα υπάρξουν πολλές συγκρουόμενες απόψεις. «Ιδού, ούτος κείται εις πτώσιν και εις ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ, και εις σημείον αντιλεγόμενον» (2/34-35). Και κλείνει ο Λουκάς με το εξής κορύφωμα του προφητικού λόγου προς τη Μαρία: «(και σου δε αυτής την ψυχήν ρομφαία θέλει διαπεράσει·) διά να ανακαλυφθώσιν οι διαλογισμοί πολλών καρδιών». Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν είναι εκείνος που προσδιορίζει το πεπρωμένο του κάθε ανθρώπου και αποκαλύπτει την ανθρώπινη καρδιά. Εκείνο που θα προσδιορίσει αν θα πέσουν ή θα αναστηθούν οι πολλοί είναι το τι κάνει ο άνθρωπος με αυτή τη γνώση της ταυτότητας του θαυμαστού παιδιού-Ιησούς. Όλα εξαρτώνται απ’ αυτό: αν θα υψωθείς στις δόξες της Ουράνιας Βασιλείας ή αν θα κατέβεις στα τάρταρα της αιώνιας απώλειας εξαρτάται από τη θέση που θα πάρεις στη σχέση σου με τον Ιησού Χριστό.

Είναι βέβαια σημαντικό να έχει κανείς ένα παιδί με μεγάλη επιρροή και να μπορεί να πει ότι το παιδί του επηρέασε πολύ τον κόσμο. Αλλά ας φανταστούμε προς στιγμή τι σημαίνει να μας ειπωθεί ότι το παιδί μας θα έχει τέτοια επιρροή επάνω στον κόσμο που το πεπρωμένο του κάθε ανθρώπου θα εξαρτάται από τη σχέση που εκείνος θα έχει μ’ αυτό το παιδί. Αυτό δεν είναι πια ένα συνηθισμένο παιδί. «Όστις έχει τον Υιόν, έχει την ζωήν· όστις δεν έχει τον Υιόν του Θεού, την ζωήν δεν έχει» μας λέει κατηγορηματικά ο Ιωάννης στην Α΄ επιστολή του (5/12). Όποιος άνθρωπος μπαίνει ποτέ στη Βασιλεία των Ουρανών, αυτό γίνεται λόγω του έργου που έκανε ο Ιησούς Χριστός κατά Χάρη για την αμαρτία του. Όποιος άνθρωπος κατεβαίνει ποτέ στα τάρταρα της αιώνιας απώλειας, αυτό γίνεται λόγω του ότι, εξαιτίας της απιστίας του, δεν ωφελήθηκε από το λυτρωτικό έργο που έκανε για την αμαρτία του ο Ιησούς.

Μπορεί βέβαια να πει κανείς και τι γίνεται με τους άγιους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης; Οι αμαρτίες τους δεν μπορεί να καλύφθηκαν από το αίμα του Ιησού αφού Εκείνος δεν είχε ακόμα κάνει την είσοδό Του στην ανθρώπινη ιστορία. Η εξιλεωτική θυσία του Ιησού όμως καλύπτει κάθε αμαρτία και στο νου του Θεού, ο οποίος δεν γνωρίζει χρόνο, έτσι όπως τον γνωρίζουμε εμείς, είχαν καλυφθεί. Οι πιστοί της Παλαιάς Διαθήκης πίστευαν στον Ύψιστο και εξαιτίας της πίστης τους ο Θεός τους κάλυψε. Ο Αβραάμ πίστευε στο Θεό και αυτό τού λογαριάστηκε ως δικαιοσύνη. Κάθε ανθρώπινη ζωή λοιπόν οφείλει τη σωτηρία της στον Ιησού που πήρε επάνω Του την αμαρτία των ανθρώπων και πλήρωσε γιαυτήν με θάνατο σταυρικό προκειμένου να θεωρηθούν εκείνοι που Τον πιστεύουν σαν να μην είχαν ποτέ αμαρτήσει.

Ναι, ο Ιησούς είναι το πιο θαυμαστό παιδί που γεννήθηκε ποτέ. Ας μη μας προκαλεί έκπληξη λοιπόν που «[κ]αι ο Ιωσήφ και η μήτηρ αυτού εθαύμαζον διά τα λεγόμενα περί αυτού» (2/33). Πιστεύω πως η ίδια έκπληξη και ο ίδιος θαυμασμός θα είναι και στη δική σας καρδιά καθώς ακούτε για άλλη μια φορά την αφήγηση αυτής της αδιάψευστης πραγματικότητας.

 (24 Δεκεμβρίου, 2009)


[*] Πρωτότυπο: John Macarthur, The Amazing Child of Christmas, www.gty.org (sermon 80-17).

Comments are closed.