Ο χωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος, του Ευαγγέλου Σκορδά, Πρωτοπρεσβύτερου

Του Πρωτοπρεσβύτερου Ευαγγέλου Σκορδά

Ι. Το θέμα δεν είναι καινούργιο. Έχει έλθει στην επικαιρότητα και συζητήθηκε κατά το παρελθόν πάλιν και πολλάκις. Πώς εννοούν όμως το χωρισμό οι θιασώτες αυτού του διαζυγίου; Όσοι κινούνται από κίνητρα αθεϊστικά ιδεολογικά, επιζητούν ένα θρησκευτικό αποχρωματισμό της χώρας μας. Κάτι παρόμοιο με όσα έγιναν στις ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες προ της πτώσεως του ολοκληρωτικού καθεστώτος. Φεύγουν κατ’ αυτούς από τους δημόσιους και εκπαιδευτικούς χώρους όλα τα θρησκευτικά σύμβολα και η παρουσία της Εκκλησίας στο Στρατό και την Αστυνομία.

Υπάρχουν και εκείνοι που θέλουν το χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους με απώτερο σκοπό την αναδιοργάνωση της εκκλησιαστικής διοικήσεως επί το δημοκρατικότερο, μάλλον επί το αποστολικότερο και η αναδιοργανωμένη Διοίκηση της Εκκλησίας να προσεγγίσει τα θέματα του ευσεβούς λαού με πατρική ειλικρίνεια.

Οι πρώτοι βλέπουν την Εκκλησία ως Δημόσια Διοίκηση, δεν τους ενδιαφέρει η Εκκλησία ως θεσμός και επιθυμούν το διοικητικό διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Οι άλλοι βλέπουν την Εκκλησία ως θεσμό αρρήκτως συνδεδεμένο με την πολιτιστική, κοινωνική, λαογραφική και εθνική ζωή. Οι μεγάλες θρησκευτικές εορτές του Πάσχα, της Παναγίας δεν εορτάζονται μόνο με θρησκευτικό νόημα, αλλά ευρύτερα αποτελούν εθνικές και θρησκευτικές εορτές που συμμετέχει ολόκληρος ο ελληνισμός με τα τοπικά του ήθη και έθιμα.

Ακόμη δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το σπουδαίο εθναρχικό ρόλο της Εκκλησίας κατά τους δύσκολους και σκληρούς χρόνους της τουρκικής δουλείας. Πέρα από όλα τα ευεργετήματα της Εκκλησίας προς το Γένος, το πανθομολογούμενο απολύτως ιστορικά είναι η διάσωση της ελληνικής παιδείας και δι’ αυτής της ελληνικής γλώσσας και εθνικής συνειδήσεως με την πολύτιμη προσφορά φωτισμένων Πατριαρχών, Ιεραρχών, Δασκαλοπαπάδων. Αρνούμενοι τον εθνικό ρόλο της Εκκλησίας, αρνούμεθα την εθνική μας ιστορία. Είναι ακατανόητη και ανελεύθερη η πρόταση μερικών εκσυγρονιστών να καταστεί υποχρεωτικός ο πολιτικός γάμος και προαιρετικός κατόπιν ο θρησκευτικός. Σκέπτονται αυτοί οι «εκσυγχρονιστές» δημοκρατικά;

ΙΙ. Αναγνωρίζοντες τη σπουδαιότητα του θεσμού της Εκκλησίας στην κοινωνική ζωή του λαού μας, θα μπορέσουμε να μιλήσουμε δια διαχωρισμό διοικητικό της Εκκλησίας από την Πολιτεία και την απεξάρτηση από τα κρατικά νομοθετήματα, εν πολλοίς με δόση σκοπιμότητας. Η αποδέσμευση αυτή δεν μπορεί να γίνει βεβιασμένα και με μια μυστική συμφωνία της εκκλησιαστικής διοικήσεως και της Πολιτείας. Αν έτσι γίνει ο χωρισμός οι επιπτώσεις εις βάρος του πληρώματος της Εκκλησίας θα είναι οδυνηρές.

Προέχει να επιστρατευθούν οι υγιείς δυνάμεις της Εκκλησίας και η εκκλησιαστική διοίκηση από ολιγαρχική να καταστεί δεν θα λέγαμε δημοκρατικότερη, αλλά αποστολικότερη. Άλλωστε ο όρος «Εκκλησία» περιέχει και την έννοια της Δημοκρατίας.

Επιφανείς Ιεράρχες, μεγάλο ποσοστό αιρετών μορφωμένων Πρεσβυτέρων, Θεολόγοι, πανεπιστημιακοί και μη, νομικοί που να κατέχουν το εκκλησιαστικό δίκαιο, οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι και εκπρόσωποι όλων των Κομμάτων να συναποτελέσουν ευρεία κληρικολαϊκή συνέλευση. Η Συνέλευση αυτή να χωρισθεί σε επί μέρους επιτροπές που θα μελετήσουν συγκεκριμένα θέματα, οικονομικά, διοικητικά, της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, της μισθοδοσίας του εφημεριακού κλήρου και τα πορίσματα κάθε υποεπιτροπής να συζητηθούν στην ολομέλεια της Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως. Οι γενικές αποφάσεις θα αποτελέσουν το σχέδιο του νέου Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας.

ΙΙΙ. Έτσι η Εκκλησία όχι ως νομική διοίκηση, αλλά ως πνευματική κοινωνία θα μπορέσει να προχωρήσει σε μια γενναία αναδιοργάνωση. Οι ανταλλαγές ιδεών να γίνονται όχι σε επίπεδο εξουσίας, αλλά σε επίπεδο των πραγματικών αναγκών και εμπειριών του λαού.

Είναι ματαιοπονία τα διάφορα σχέδια εκκλησιαστικών νομοθετημάτων, όπως περί της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, του καταστατικού Χάρτου, όταν η σύνταξη των νομοσχεδίων γίνεται από ορισμένους και αποκλειστικούς κύκλους χωρίς τη διαφάνεια της συμμετοχής του Κλήρου και του λαού. Ας στρέψουμε την προσοχή μας στη διοργάνωση της Ρουμανικής και Φιλλανδικής Εκκλησίας και ας δανεισθούμε τα καλά στοιχεία της διοργανώσεως αυτών των Εκκλησιών.

Το κυριότερο πρόβλημα της Ελλαδικής Εκκλησίας είναι η ορθολογική διοργάνωσή της με εμπειρίες όχι μόνο των περασμένων αιώνων, αλλά και από πολυάριθμες εμπειρίες της εποχής μας. Η Εκκλησία να παύσει να θεωρείται ένας οργανισμός Ν.Π.Δ.Δ. και αναδιοργανωμένη με τη συμμετοχή στη Διοίκησή της ικανών στελεχών, πιστών επιστημόνων, να προάγει τη γνήσια εκκλησιαστική ζωή που αγιάζει τον άνθρωπο. Μακριά η πολιτική, η αδιαφανής οικονομική διαχείριση και η Εκκλησία ως πνευματική κοινωνία θα αποβλέπει να στηρίξει το σύγχρονο άνθρωπο με τον ευαγγελικό νόμο.

Ανανεωμένη διοικητικά η Εκκλησία θα έχει τη δυνατότητα χωρίς περιορισμούς των φανατικών κύκλων να αναγνωρίζει καθετί το θετικό που βρίσκεται στο σημερινό κοινωνικό δυναμισμό και να προάγει την ενότητα των μελών της, ανταποκρινόμενη στην υπέρτατη αποστολή της. Να αγωνίζεται με την ενότητα των πνευμάτων και των καρδιών να εξασφαλίζει την ειλικρινή συνεργασία των Ποιμένων και των Ποιμενομένων. Η Εκκλησία με το πνευματικό και κοινωνικό της έργο να συνδέεται με κάθε μορφή υγιούς πολιτισμού.

Η Εκκλησία ιδρύθηκε και υπάρχει μέχρι σήμερα χωρίς να έχει την ανάγκη της επιβολής ή της προστασίας του Καίσαρος, για να καλλιεργεί τις ειλικρινείς διανθρώπινες σχέσεις. Να εκφράζει το πνεύμα της Βασιλείας του Θεού επί της γης και να επηρεάζει ευμενώς τα ήθη των ανθρώπων. Συνεπώς με ένα τέτοιο διαχωρισμό η Διοικούσα Εκκλησία δεν πρέπει να φοβάται, αφού θα παρέχεται η άνετη δυνατότητα ανανεωμένη και απαλλαγμένη από τις σκουριές του παρελθόντος να επιτελεί τον υπέρτατο ρόλο της μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες.

Η σημερινή προσφορά της Εκκλησίας να είναι η απαλλαγή του σύγχρονου ανθρώπου από την κατάθλιψη, το άγχος το θλιβερό συναίσθημα της μοναξιάς και οι άνθρωποι να αναγνωρίζουν την αξία της χαράς, της ελπίδας, της ευτυχίας, μέσα στις διανθρώπινες σχέσεις που αρχίζουν από την οικογένεια. Οι δεσποτικές δυσκαμψίες έβλαψαν σοβαρώς την πίστη και την εμπιστοσύνη του λαού και χρειάζεται αναγέννηση πνευματική όλων, πρώτα των Ποιμένων της Εκκλησίας.

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΣΚΟΡΔΑΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΕΞΑΡΧΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΤΑΦΟΥ


Comments are closed.