Ο Ιησούς ήταν Θεός πριν έρθει στη γη κι ακόμα πριν ο ήλιος, το φεγγάρι και τα αστέρια αρχίσουν να λάμπουν στον ουρανό. Ο Ιησούς ήταν Θεός όταν ήρθε στον πλανήτη μας από τον ουράνιο θρόνο του Πατέρα. Είναι Θεός σήμερα, θρονιασμένος ένδοξα στους ουρανούς. Είναι Θεός αιώνια, παντοτινά, σε όλη την ατελείωτη διάρκεια των αιώνων, στο παρελθόν, στο παρόν, στο μέλλον.
Όταν ζούσε στη γη, ο Κύριός μας υπέβαλλε συνεχώς ερωτήσεις. Ήταν ένας από τους αγαπημένους τρόπους Του να διδάσκει την αλήθεια. Απ’ όλες τις ερωτήσεις που έκανε, δύο είναι πολύ αποκαλυπτικές: «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;» και «Ποιος λέτε ότι είμαι;». Η απάντηση που δίνουμε στη δεύτερη ερώτηση θα μας δείξει αμέσως πού στεκόμαστε σε σχέση με το βασικό δόγμα της χριστιανικής πίστης για τη θεότητα του Χριστού.
Είναι η καθαρή διδαχή τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης ότι ο Θεός υπάρχει σε τρία πρόσωπα. Η ιδέα για την τριαδικότητα του Θεού περιέχεται σε εμβρυική μορφή στην πρώτη κιόλας αναφορά του ονόματος του Θεού στην Αγία Γραφή: «Στην αρχή ο Θεός “Ελοχίμ” δημιούργησε τον ουρανό και τη γη» (Γέν. 1:1). Το όνομα «Ελοχίμ» είναι ένα ουσιαστικό σε πληθυντικό αριθμό, αλλά ακολουθείται πάντοτε από ένα επίθετο ή ρήμα στον ενικό αριθμό. Αν ο τρόπος αυτός χρησιμοποιόταν για οποιονδήποτε άλλο εκτός από το Θεό θα πρόδιδε μια απελπιστική κακή γραμματική σύνταξη. Όταν για παράδειγμα μιλάμε για τους εαυτούς μας συλλογικά στον πληθυντικό λέμε: «Εμείς είμαστε…» ή «Εμείς κάναμε…». Ο Θεός λέει: «Εγώ είμαστε…» ή «Εγώ κάναμε…».
Η Καινή Διαθήκη επεκτείνει περισσότερο την ιδέα αυτή και μας δείχνει ότι τα τρία πρόσωπα της θεότητας υπάρχουν ως Θεός Πατέρας, Θεός Γιος και Θεός Άγιο Πνεύμα. Τα τρία αυτά πρόσωπα δεν είναι τρεις θεοί. Είναι ένας Θεός, αλλά υπάρχει σε τρία Πρόσωπα. Το κάθε πρόσωπο είναι ξεχωριστό και διακεκριμένο, και το κάθε πρόσωπο είναι Θεός στην απόλυτη έννοιά του.
Τα τρία κύρια ονόματα για το Θεό στην Παλαιά Διαθήκη –Ελοχίμ, Αδονάι και Ιεχωβά– αποδίδονται ευθέως για το καθένα από τα τρία πρόσωπα της θεότητας. Πριν έρθει στον κόσμο με τη γέννησή Του ως άνθρωπος από την Παρθένο Μαρία στη Βηθλεέμ, ο Ιησούς υπήρχε ως Θεός. Το πρόσωπο του Ιησού Χριστού είναι μοναδικό. Ο απόστολος Παύλος λέει ότι «…σ’ Αυτόν κατοικεί ολόκληρο το πλήρωμα της θεότητας σε σωματική μορφή» (Κολ. 2:9). Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός δεν άφησε τη θεότητά Του, όταν με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μπήκε στη μήτρα της Παρθένου Μαρίας. Υπήρξε μια αλλαγή στη μορφή Του, αλλά δεν αποδύθηκε την ουσιαστική Του οντότητα.
Δε θα μπορούσε να υπάρξει κάτι τέτοιο. Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να πάψει να είναι Θεός. Στη Βηθλεέμ, όταν το προϋπάρχον και αιώνιο Δεύτερο Πρόσωπο της θεότητας, βρέθηκε μέσα στη φάτνη για να γίνει ορατός από τους ανθρώπους, δεν εγκατέλειψε τη θεότητά Του. Κένωσε τον εαυτό Του μόνο από τη θεϊκή Του δόξα που την είχε αιώνια ως Θεός. Δεν ήταν δυνατόν η πραγματική θεότητα του Κυρίου να μειωθεί ή να εγκαταλείψει ο Κύριος οποιαδήποτε από τα θεία χαρακτηριστικά Του για τον απλό λόγο, ότι ο Θεός είναι αμετάβλητος, αναλλοίωτος. Ο Ιησούς ήταν «Θεός που φανερώθηκε με σάρκα ανθρώπινη» (Α΄ Τιμ. 3:16).
Όταν ο Ιησούς θεράπευσε κάποιον μέρα Σάββατο υπερασπίστηκε την ενέργειά Του με τις λέξεις: «Ο Πατέρας μου εργάζεται μέχρι τώρα κι εγώ εργάζομαι» (Ιωάν. 5:17). Και συνεχίζει ο Ευαγγελιστής: «Γι’ αυτή λοιπόν τη φράση του Ιησού, επιδίωκαν ακόμα περισσότερο οι Ιουδαίοι να Τον σκοτώσουν, γιατί όχι μόνο παραβίαζε το Σάββατο, αλλά και το Θεό τον ονόμαζε Πατέρα Του, εξισώνοντας έτσι τον εαυτό Του με το Θεό» (Ιωάν. 5:18).
Ταυτόχρονα ο Ιησούς ήταν πραγματικά άνθρωπος. Και προσευχόταν, και δάκρυζε, και κοιμόταν, κι έτρωγε, κι έπινε, κι ερωτήσεις υπέβαλε, και μεγάλωνε όπως κάθε άλλος άνθρωπος. Οι δύο φύσεις Του, η θεία και η ανθρώπινη, συνυπήρχαν αλλά ήταν ένα πρόσωπο.
Επανειλημμένα η Καινή Διαθήκη διακηρύττει ότι ο Ιησούς ήταν ο Δημιουργός του σύμπαντος. Αυτό σημαίνει πως είναι παντοδύναμος, πάνσοφος και πανταχού παρών. Έδειξε απόλυτη εξουσία πάνω στις δυνάμεις της φύσης, των ασθενειών, του θανάτου. Με την ίδια δύναμη, την ίδια εξουσία, την ίδια ευκολία, τα ίδια αποτελέσματα, ο Ιησούς μπορούσε να κάνει ότι μπορεί να κάνει και ο Πατέρας. Ασκούσε πλήρως όλα τα προνόμια της παντοδυναμίας. Μπορούσε να ελέγχει όλους τους νόμους και τις δυνάμεις της φύσης με την εξουσία και την ευκολία που τα ελέγχει ο Πατέρας.
«Γιατί… ο Πατέρας παραχώρησε στο Γιο όλο το δικαίωμα να κρίνει, για να τιμούν όλοι το Γιο, όπως τιμούν τον Πατέρα» (Ιωάν. 5:22-23). Άγγελοι και αρχάγγελοι, χερουβείμ και σεραφείμ, αρχές και εξουσίες, δαιμόνια και άνθρωποι, όλοι είναι κάτω από τον έλεγχο του Γιου και όλοι πρέπει να δείχνουν στο Γιο τον ίδιο σεβασμό που δείχνουν στον Πατέρα.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι ο Κριτής της οικουμένης. Αυτό βέβαια, σημαίνει ότι Αυτός πρέπει να έχει μια βαθιά και πλήρη προσωπική, αλάνθαστη γνώση για όλα τα δισεκατομμύρια των υπάρξεων που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν στην οικουμένη. Κι αφού όλη η κρίση έχει δοθεί στο Γιο, σημαίνει ότι Αυτός θα πρέπει να έχει μια τέλεια γνώση όλων των νόμων του Θεού, για να μπορεί με πλήρη αρμοδιότητα να κρίνει όλους τους τομείς της κυριαρχίας του Θεού και θα πρέπει να είναι τόσο αλάνθαστη η αντίληψή Του, που οι αποφάσεις Του πρέπει να είναι απόλυτα δίκαιες, αιώνιες και πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Τέτοιες ιδιότητες έχει μόνο ο Θεός κι αφού ο Ιησούς είναι ο Κριτής, είναι Θεός. Τη ζωή –την αυτοτελή, την απόλυτη ζωή– την έχει ο Χριστός και την παρέχει σε όποιον θέλει (Ιωάν. 5:21). Αυτός έχει τον έλεγχο πάνω στη φυσική ζωή, στην πνευματική ζωή, στη ζωή της ανάστασης, στην αιώνια ζωή. Έχει εξουσία πάνω στο θάνατο και στον Άδη, πάνω στο μέλλον των λυτρωμένων κι εκείνων που δε λυτρώθηκαν. Αυτός βεβαιώνει: «Μου δόθηκε όλη η εξουσία –απεριόριστη, ανεμπόδιστη, απαράμιλλη εξουσία– στον ουρανό και στη γη» (Ματθ. 28:18).
Μόνο ο Θεός μπορούσε να προβάλλει μια τέτοια αξίωση. Ήταν αναγκαίο για τον Ιησού να πάρει ανθρώπινη μορφή και να ενδυθεί ανθρώπινη σάρκα, ώστε το αίμα Του να προσφερθεί ως αντίλυτρο για την αμαρτία. Αν δε γινόταν άνθρωπος δε θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Έτσι, το αίμα που χύθηκε πάνω στο σταυρό, έχει χαρακτηριστεί από τον ίδιο το Θεό ως «πολύτιμο», γιατί ήταν το αίμα που χύθηκε μέσω των ανθρώπινων φλεβών Εκείνου που ήταν και δεν έπαψε ούτε για ένα δευτερόλεπτο να είναι το δεύτερο Πρόσωπο της θεότητας.
Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις γι’ αυτό. Αν η ζωή που θυσίασε ο Χριστός στο σταυρό ήταν απλά μια ζωή κοινού ανθρώπου, τότε ο θάνατός Του θα αποτελούσε εξιλέωση μόνο για ένα πρόσωπο. Ο Μωσαϊκός Νόμος όριζε: «Ζωή αντί ζωής».
Η ζωή του Χριστού ήταν ζωή άπειρη, θεϊκή. Γι’ αυτό ήταν μια ζωή αρκετή για την εξιλέωση της αμαρτίας ολόκληρου του κόσμου. Το Άγιο Πνεύμα μάς βεβαιώνει ότι: «Ο Θεός ήταν εκείνος που στο πρόσωπο του Χριστού συμφιλίωνε τον κόσμο μαζί Του, μη λογαριάζοντας σ’ αυτούς τα παραπτώματά τους…» (Β΄ Κορ. 5:19).
Για τους Ιουδαίους δεν υπήρχε μεγαλύτερο πρόσωπο από τον Αβραάμ.
Για τους Ιουδαίους δεν υπήρχε μεγαλύτερος βασιλιάς από το Σολομώντα, τουλάχιστον όσον αφορά τη σπουδαιότητα της βασιλείας του.
Για τους Ιουδαίους δεν υπήρχε μεγαλύτερος πατριάρχης από τον Ιακώβ.
Για τους Ιουδαίους δε υπήρχε μεγαλύτερος προφήτης από τον Ιωνά.
Για τους Ιουδαίους δεν υπήρχε ανώτερος τόπος από το Ναό.
Ο Κύριος Ιησούς πήρε τα πρωτεία πάνω σε όλους αυτούς. Ήταν ανώτερος κι από το ανώτερο πρόσωπο των Ιουδαίων (Ιωάν. 8:53-58), ανώτερος από το ανώτερο πατριάρχη τους (Ιωάν. 4:12-14), ανώτερος από το μεγαλύτερο βασιλιά τους (Λουκ. 11:31), κι ανώτερος από το μεγαλύτερο προφήτη τους (Ματθ. 12:4) κι ανώτερος από τον εξοχότερο τόπο τους (Ματθ. 12:6).
Αυτό πραγματικά είναι το βασικότερο θέμα με το οποίο ανοίγει η επιστολή προς Εβραίους. Ο συγγραφέας της λέει στους Εβραίους αναγνώστες ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ανώτερος από τους αγγέλους, ανώτερος από τον Ααρών, ανώτερος από το Μωυσή, ανώτερος από τον Ιησού του Ναυή. Μιλάει για την υπεροχή του Ιησού Χριστού έναντι όλων. Ο απόστολος Παύλος παίρνει το θέμα και, έχοντας πει κάτι σ’ εμάς για το πρόσωπο και τη δύναμη του Χριστού, μας λέει επίσης για την απόλυτη υπεροχή Του. Λέει ότι ο Ιησούς έχει τα πρωτεία «σε όλα, γιατί μέσα σ’ αυτόν ευδόκησε να κατοικήσει ολόκληρο το πλήρωμα του Θεού» (Κολ. 1:18,19).
Ο Θεός αποκαλεί το Γιο ως Θεό. Μας λέει ότι ο Κύριος Ιησούς κάθεται πάνω στον ίδιο το θρόνο του Θεού. Κάθεται εκεί με το κυρίαρχο δικαίωμα που απορρέει από το γεγονός ότι είναι ο Θεός ο Ίδιος.
Ποιος στ’ αλήθεια, παρά μόνο ο Θεός θα μπορούσε να κάθεται στο θρόνο του Θεού;
Μια φορά μόνο στην ιστορία του σύμπαντος ένα άλλο δημιούργημα προσπάθησε να καθίσει πάνω σ’ εκείνον το θρόνο. Το όνομά Του ήταν Εωσφόρος, ο γιος της αυγής. Ήταν ο ανώτερος απ’ όλα τα δημιουργήματα του Θεού. Όμως όταν φιλοδόξησε να καθίσει πάνω στο θρόνο του Θεού, να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στο δημιούργημα και στο Δημιουργό, ανάμεσα σ’ ένα πεπερασμένο ον και στον άπειρο Θεό, αποβλήθηκε αμέσως από τον ουρανό.
Ο Χριστός όμως κάθεται πάνω στο θρόνο του Θεού. Κάθεται εκεί γιατί έχει κάθε δικαίωμα να κάθεται εκεί, παρόλο που τώρα είναι ντυμένος με ανθρώπινο σώμα. Κάθεται εκεί γιατί πάντοτε ήταν και ποτέ δεν έπαψε να είναι και δε θα πάψει ποτέ να παραμένει Θεός, με όλη την έννοια της λέξης. Ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής μάς λέει, σε μια υπέροχη περιγραφή της αλήθειας, ότι ο αγαπητός μας Κύριος είναι «ο Ιησούς Χριστός που είναι ο ίδιος χθες, σήμερα και για πάντα». Αυτός είναι ο Ιησούς της Ιστορίας, ο Ιησούς του χθες. Αυτός είναι ο Ιησούς της εμπειρίας, ο Ιησούς του σήμερα. Αυτός είναι ο Ιησούς της αιωνιότητας ο Ιησούς του πάντα».
Απόδοση: Συμεών Α. Ιωαννίδη