Η ΜΑΚΡΟΒΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΒΙΒΛΟ — του Αντώνη Δ. Περιάλη, Εκπαιδευτικού


 

 

Εισαγωγικές σκέψεις πάνω στην κριτική της Βίβλου

 

Η Αγία Γραφή είναι  το μόνο βιβλίο που εξετάσθηκε και εξε­τάζεται με κάθε λεπτομέρεια από φίλους και εχθρούς. Στον 21ο αιώνα εξακολουθεί να είναι πρώτο σε κυκλοφορία παγκοσμίως ακόμα και στην Ελλάδα.  Χιλιάδες τόμοι στο πέρασμα των αιώνων γράφη­καν για να σχολιάσουν, να επαινέσουν, να αναλύσουν  να κριτικάρουν αλλά και να ειρωνευτούν όπως και να αμφισβητήσουν   το περιεχόμενό  της.

Ο 18ος, 19ος,  20ος  και ο 21ος αιώνας είναι από τους πιο παραγωγικούς σε έργααμφισβήτησης του προσώπου του Ιησού Χριστού αλλά και  κριτι­κής συνολικά  της Βίβλου από επιστημονικής σκοπιάς

Πολλά θέματα αμφισβήτησης και αξιο­πιστίας της παρουσιάστηκαν και έγιναν αφορμή χλευασμού και ειρωνείας του Δόγματος της Θεοπνευστίας της Βίβλου. Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες εμφανίσεων καινούργιων ευαγγελίων χωρίς καμία αξιοπιστία που περιγράφουν εντελώς διαφορετικά την ιστορία του  Ιησού. Τα χαρακτηριστικά τους είναι η ασέβεια και η ιστορική αναλήθεια.

               Η αποδοχή της Θεοπνευστίας των Γραφών είναι η βάση της σκέψης και της ζωής του  συνειδητού χριστιανού. Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι οι αναλύσεις στη κριτική της Βίβλου κα­θώς και οι απαντήσεις έχουν μια ιδιαιτερότητα  σε σχέση με τις συνηθισμένες πα­ρουσιάσεις επιστημονικών εργασιών. Η ιδιαιτερότητα αυτή συνίσταται ότι δεν τηρούνται οι κανόνες αμεροληψίας και αντικειμενικότητας  που υπάρχουν συνήθως στις επιστημονικές εργασίες σε σχέση με θέματα που είναι ανεξάρτητα της μεταφυσικής. Αναφέρουμε μερικά στοιχεία – χαρακτηριστικά αυτών των εργασιών σε σχέση με την θεοπνευστία της Βίβλου :

α. Τα περισσότερα επιχειρήματα δεν βρέθηκαν από επιστημονική έρευνα,  αλλά  αναζητήθηκαν όχι για να καλύψουν την επιστημονική πλευρά κάποιου θέματος, αλλά για να ενισχύσουν ιδεολογικές θέ­σεις μεταφυσικού περιεχομένου και ιδιαίτερα κοσμοθεωρίες που κα­τά κανόνα είχαν σαν βάση υλιστικές αθεϊστικές απόψεις.

β. Τα στοιχεία ή τα ιστορικά γεγονότα  που χρησιμοποιήθη­καν από τα Βιβλικά κείμενα δεν έτυχαν μιας λεπτομερειακής επεξεργασίας, όπως αρμόζει σε μια επιστημονική εργασία, αλλά έγι­νε μια βιαστική και βεβιασμένη προσπά­θεια να βγουν απλώς τα  εκ των προτέρων κατασκευασμένα συμπεράσματα που είχαν μεν  μια επιστημονοφάνεια, αλλά πολύ λίγο επι­στημονικό βάθος.

γ. Πολλές φορές τα συμπεράσματα τέτοιου είδους επιστημονικών εργασιών, έγιναν ευρύτερα αποδεκτά τόσο στον επιστη­μονικό κόσμο, όσο και στις ευρύτερες μάζες χωρίς την δυνατότητα επιστημονικής κατανόησης. Η αποδοχή έγινε  πολλές φορές από αντίδραση στην μακροχρόνια υποδούλωση του πνεύμα­τος από την θρησκευτική καταπίεση αι­ώνων, διαμορφώνον­τας μια ιδεολογία  σε συγκεκριμένους προσανατολισμούς που είχαν σχέση με πολιτικές τοποθετήσεις που περιείχαν και μεταφυσικές απόψεις. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι από τα πολύ παλιά χρόνια, η κάθε  θρησκεία υπήρξε κύριος σύμμαχος των απολυταρχικών και αυταρχικών καθεστώτων. Έτσι η υποτίμηση της θρησκευτικότητας ή και η γελιοποίηση της σήμαινε ταυτόχρονα και νίκη ενάν­τια στη συντήρηση και στην υποτέλεια. Αυτή η ασυνείδητη ή η συνειδητή τάση έκανε τους επιστήμονες να βγάλουν και μεταφυσικά συμπεράσματα για να στηρίξουν την υπόστασή τους απέναντι στο θρησκευτικό κατεστημένο. Ανεξάρτητα όμως από την δικαιολογημένη ή μη αντίδρασή τους το παραγόμενο έργο ήταν προκατειλημμένο και κατά συνέπεια αντιεπιστημονικό.

δ. Το θρησκευτικό κατεστημένο, ιδίως τα παλαιότερα χρόνια, μαθημένο στο ανώδυνο και χωρίς ιδιαίτερο κόπο, «Δόγμα», δεν ήταν σε θέση να απαντήσει σε καμιά επιστημονική ή επιστημονικοφανή επιχειρηματολογία, γιατί ούτε γνώση της Βίβλου είχε, αλλά ούτε και καμιά σχέ­ση με την φυσική πραγματικότητα. Η αδυ­ναμία αυτή της θρησκευτικής άποψης βεβαίωνε τους αμύητους σε ειδικά επι­στημονικά θέματα, το δήθεν δίκαιο των υλιστικών απόψεων.

        ε. Όταν συνειδητοποιήθηκε η γενι­κή αναγνώριση των επιστημονικών με­θόδων και κανείς δεν μπορούσε να τις αμφισβητήσει όπως την εποχή του Γαλι­λαίου, δημιουργήθηκε η θεωρία των παράλληλων δρόμων της θρησκείας ή πίστης, με την επιστήμη.

Δυστυχώς και σήμερα πολλοί σοβα­ροί, κατά τ’ άλλα, σκεπτόμενοι χριστιανοί μελετητές οικειοποιούνται αυτή την, από πλευράς έρευνας, ανώδυνη αλλά λανθασμένη άποψη.

Πράγματι είναι πολύ βολικό να δε­χθεί κανείς ότι η πίστη και η επιστήμη πορεύονται παράλληλα  και κατά συνέπεια δεν υπάρχει πρόβλημα σύγκρουσης γιατί απλώς δεν συναντιούνται στο ίδιο επίπεδο.

Η σκέψη αυτή βέβαια, δίνει μια επι­φανειακή ικανοποίηση στον μη απαιτη­τικό ερευνητή, αλλά είναι στη βάση της αυθαίρετη και μη αποδεκτή ούτε επιστημονικά ούτε λογικά. Η πραγματικότητα είναι ότι τα σύνολα των εννοιών και  αντικειμένων που ασχολείται η επιστήμη και η πίστη δεν έχουν «τομή» το «κενό σύνολο». Με άλλα λόγια πολλές φορές ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο.

Δεν κατανοούμε πως είναι δυνατό να μη αντιτίθενται δύο είδη γνώσεων που ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο και που καταλήγουν σε διαφορετικά και αλληλοσυγκρουόμενα συμπεράσματα.

Είναι παράλληλοι οι δρόμοι της θεωρίας της εξέλιξης και της Βίβλου για την καταγωγή της ζωής;

Όχι· γιατί ενώ το αντικείμενο είναι κοινό, (η καταγωγή της ζωής) το συμπέρασμα της μιας είναι ότι ο δημιουργός της ζωής είναι η τύχη, ενώ της άλλης είναι ότι ο δημιουργός είναι προσωπικός, δηλαδή ο Θεός.

Είναι δυνατό να είναι παράλληλοι οι δρόμοι της επιστημονικοφανούς υλι­στικής κοσμοθεωρίας για την καταγωγή και ύπαρξη του κόσμου με την Χριστια­νική άποψη: Σαφέστατα όχι.

Αν δεχθεί κανείς την άποψη των παράλληλων δρόμων έχει δώσει αυτόμα­τα το προβάδισμα στην επιστήμη και έχει αφήσει την χριστιανική άποψη για τους πολύ εύπιστους με την καλή και την κακή έννοια της λέξης.

Η επιστήμη έχει κάνει φοβερά λάθη στο πέρασμα των αιώνων. Έχει όμως και πολλά επιτεύγματα στην διευκόλυνση της καθημερινότητας που σήμερα πεί­θουν τους πολλούς για την αλήθεια των συμπερασμάτων της.

            Έτσι πιστεύουμε ότι πολλές από τις μεθόδους που η επιστήμη χρησιμοποιεί μπορούν να τεθούν σαν κοινή βάση συ­ζήτησης τόσο από την πλευρά των Χριστιανών όσο και από την θέση των μη Χριστιανών. Σ’ αυτή τη συζήτηση ο αμερό­ληπτος μελετητής θα παρατηρήσει ότι αν και τα επιχειρήματα και οι μέθοδοι είναι επιστημονικές δεν δικαιώνουν την κοινή επιστημονικοφανή άποψη. Αντί­θετα θέτουν αμείλικτα ερωτήματα στη μέχρι τώρα βεβαιότητα των αρνητικών συμπερα­σμάτων, σε σχέση με την αξιοπιστία και εγκυρότητα  της  Βίβλου.

Αυτό ακριβώς επιδιώκουμε με το σημείωμά μας. Να θέσουμε σε μεγάλη αμφιβολία τα συμπεράσματα της απλοϊκής επιστήμης σε σχέση με ένα ζήτημα των θετικών επιστημών. Την μακροβιότητα στη Βίβλο.

 

Το φαινόμενο της μακροβιότητας στην Αγία Γραφή

Είναι γνωστό ότι ιδιαίτερα η πεν­τάτευχος του Μωϋσή συγκέντρω­σε το ενδιαφέρον της κριτικής. Περιέχει αρκετά στοιχεία που με την πρώτη ματιά θα μπορού­σαν για πολλούς να θεωρηθούνε εξω­πραγματικά  κατά συνέπεια αντιεπιστημονικά και βέβαια μη αληθή.

Ένα από αυτά τα στοιχεία είναι και η μακροβιότητα μερικών ιστορικών μορφών που αναφέρει ο Μωϋσής στο βιβλίο της Γένεσης, οι οποίες έζησαν σύμφωνα με την Αγία Γραφή  τον καταπληκτικό αριθμό, για τα σημερινά δεδομένα, των 900 περί­που ετών. Οι αναφορές περί μακροβιότητας στα κείμενα του Μωυσή έγιναν αφορμή να επικριθεί η Βίβλος σαν ένα βιβλίο που δεν είναι τίποτα άλλο από μια συλλογή Εβραϊκών μύθων.

 

Έτσι διατυπώθηκε το  ερώτημα.

Πώς είναι δυνατόν το ανθρώπινο σώμα, με τα στοιχεία φθοράς που αναπτύσσονται, να ζήσει τόσα χρόνια; Επειδή η απάντηση δεν ήταν εύκολη, εύκολα βγήκε το συμπέρασμα ότι οι μεγάλες ηλικίες στην Βίβλο ήταν ένα παραμύθι.

Από την άλλη μεριά, σ’ όλο τον αρ­χαίο κόσμο υπήρχε ο πόθος και η παρά­δοση της μακροζωίας. Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι υπήρχε κάποιος λαός που κατοικούσε στα μέρη της Αιθιοπίας ή στον Ατλαντικό ωκεανό που ήσαν μακρό­βιοι, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος. Ζού­σαν 1000 περίπου χρόνια «απολαύνοντες αιωνίας νεότητος», όπως ο Οναμάκριτος λέει.

Στο 18ο αιώνα διατυπώθηκε η γνώ­μη ότι ο άνθρωπος έπρεπε κανονικά να ζει 120- 150 χρόνια.

Το συμπέραναν αυτό στατιστικά παρατηρώντας την διάρκεια της ζωής των Ζώων που ήταν 5 έως 7 φορές μεγαλύ­τερα από την συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος που χρειαζόταν για την ανά­πτυξή τους π.χ. το άλογο ενηλικιώνεται στα 4 χρόνια επομένως ζει περίπου 4 Χ 7=28 χρόνια. Με βάση τον προηγούμενο συλ­λογισμό, αν θεωρηθεί ότι ο άνθρωπος συμπληρώνει την ανάπτυξη του στα 21 χρόνια τότε έπρεπε να ζεί: 21 Χ 7= 147 πε­ρίπου χρόνια.

Από τον Πλάτωνα, Αριστοτέλη, τους Πυθαγόρειους μέχρι σήμερα όλοι δίνουν σύμβολα και θεωρίες για την μακροβιό­τητα.

Πριν πολλά χρόνια. ο Μετσνικόφ θεωρούσε το γιαούρτι κατάλληλο για μακροζωία.

Ο Βορονώφ μεταμόσχευε νεαρούς γεννητικούς αδένες πιθήκων σε ηλικιω­μένους ανθρώπους, αλλά η μέθοδος ήταν πολυδάπανη και τα αποτελέσματα πε­ριορισμένου χρονικού διαστήματος.

Ο Μπαρυτά επιχείρησε μακροζωία με τον ορθοβιοτικό ορό αλλά και αυτός παραδέχθηκε ότι το «ελιξήριον της μα­κροζωίας» δεν υπάρχει.

Τέλος, υπάρχει σήμερα κλάδος της βιολογίας «Μακροβιοτική» που ερευνά τις συνθήκες και τους τρόπους που πα­ρατείνεται η ζωή. Παρ’ όλες όμως τις προσπάθειες φαίνεται ότι ο σημερινός άνθρωπος απέχει πολύ από του να επιμηκύνει το χρόνο ζωής του σε ικανοποιητικό βαθμό.[2]

Το ερώτημα όμως που εξετάζουμε είναι κατά πόσο οι σημερινές ηλικίες που παρουσιάζει ο άνθρωπος υπήρχαν πάντα έτσι. Αυτά που αναφέρει η Βίβλος είναι απλά εντυπωσιακές διηγήσεις, όπως συνήθως υπάρχουν σε όλες τις ιστορίες των λαών ή μια πραγματικότητα;

Μπορεί να γίνει πιστευτό σήμερα ότι ο Μαθουσάλας έφθασε 1.000 χρόνια περίπου;

Πριν δούμε αυτά τα ερωτήματα πρέ­πει σε σχέση με την μακροβιότητα να εξετάσουμε  κάτι πολύ απλό.

Γιατί σήμερα δυσκολευόμαστε να πιστεύσουμε ότι υπήρξε εποχή που οι άνθρωποι ζούσαν 1.000 περίπου χρόνια;

  • Ο πρώτος λόγος είναι «επειδή σήμε­ρα δεν ζούμε παρά το πολύ 100 χρόνια»
  • Ο δεύτερος λόγος είναι «επειδή δεν καταφέραμε στο εργαστήριο να φτιάξουμε συνθήκες επιμήκυνσης της ζωής».
  • Ο τρίτος λόγος είναι «επειδή νομί­ζουμε ότι τίποτα δεν άλλαξε από παλιά μέχρι σήμερα που να δικαιολογεί την μείωση της ηλικίας του ανθρώπου».

 

Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι και οι τρεις προηγούμενοι λόγοι είναι αντιεπιστημονικοί.

  • Πρώτον, ότι συμβαίνει σήμερα δεν είναι απόδειξη για το τι συνέβαινε στο απώτερο παρελθόν. Υπάρχει μια ασυνεί­δητη συντήρηση στον άνθρωπο πιστεύον­τας ότι αυτό που ισχύει σήμερα πρέπει να παραμένει και αύριο και ότι είναι αδύνατο να’ ταν πολύ διαφορετικό χθες.

Το περίεργο είναι ότι εκείνοι που απορρίπτουν τις μεγάλες ηλικίες στη Βί­βλο είναι συνήθως υποστηρικτές της θεωρίας της εξέλιξης. Χρησιμοποιούν  αντίθετη λογική από αυτή της εξελι­κτικής θεωρίας. Γιατί ένα βασικό στοι­χείο για αυτούς είναι ο χρόνος, ο μεγάλος χρόνος που δημιουργεί όλες αυτές τις ποικιλίες και τις τεράστιες αλλαγές στα είδη. Ενώ από την άλλη πλευρά, αρνούν­ται ότι ο χρόνος μπορεί να δημιουργήσει αλλαγές στην ηλικία του ανθρώπου.

  • Δεύτερο, η άποψη ότι η γνώση μας η τωρινή είναι επαρκής για να ερμη­νεύσει όλη την πραγματικότητα είναι ξεπερασμένη τοποθέτηση του 19ου αιώνα. Οι σημερινές αδυναμίες ερμηνείας δεν είναι δεσμευτικές για το μέλλον αλλά για το σημερινό παρόν.[3]
  • Τρίτο, γιατί δεν μπορούμε να προ­εξοφλήσουμε ότι οι συνθήκες της ζωής παρέμειναν εδώ και χιλιάδες χρόνια αναλ­λοίωτες και δεν επέδρασαν στην μακρο­ζωία. Η υπόθεση αυτή είναι πολύ αφελής για να χαρακτηρισθεί σαν επιστημονική.

Έτσι παρατηρούμε ότι η δυσκολία μας να παραδεχθούμε την μεγάλη διάρκεια ζωής των πατριαρχών στην Γένεση  δεν είναι επιστημονικά λογική αλλά κυρίως προέρχεται από μία ασυνείδητη «συντήρηση» που δεν μας αφήνει να παραδεχθούμε πράγμα­τα πολύ διαφορετικά από αυτά που σή­μερα γνωρίζουμε.

 

Διάγραμμα ηλικιών στην Π. Διαθήκη[4]

Στο σημείωμα μας δεν θα υποστηρίξουμε με επιστημονικά επιχειρήματα καμιά θέση. Θα επιχειρήσουμε όμως μια μικρή μαθη­ματική ανάλυση του προβλήματος των ηλικιών, παραθέτοντας τις παρατηρήσεις μας. Τέλος με βάση αυτές τις παρατηρή­σεις θα δώσουμε μερικές προτεινόμενες ερμηνείες στο πρόβλημα των μεγάλων ηλικιών και θα θέσουμε μερικά ερωτή­ματα σε εκείνους που τις αμφισβητούν. Έτσι τοποθετούμε σ’ ένα διάγραμμα Καρτεσιανών συντεταγμένων τις ηλικίες συναρτήσει της κατά προσέγγιση χρονι­κής περιόδου που εμφανίσθηκαν.

Διάγραμμα ηλικιών στην Π. Διαθήκη

Η ιδέα αυτής της ανάλυσης ανήκει στο Δρα Frank Allen.

 

Ο κατακόρυφος άξονας παρουσιά­ζει τις ηλικίες όπως αναφέρονται στη Βίβλο, και ο οριζόντιος τις γενεές που εμφανίσθηκαν.

Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι ο οριζόντιος δεν αποσκοπεί  στο να δείξει ακριβώς τις χρονολογικές αποστά­σεις, αλλά απλά τον αριθμό των γενεαλο­γιών. Εξ άλλου δεν μπορούμε να υποστη­ρίξουμε την συνέχεια των γενεαλογιών, ούτε ότι έχουν το ίδιο χρονικό μήκος.

Με αυτά τα δεδομένα το διάγραμμα μας παρουσιάζει μια κατά προσέγγιση, αλλά παραστατική εικόνα της κατανο­μής των ηλικιών μέσα στο χρόνο.

 

Παρατηρήσεις και αναλύσεις από το διάγραμμα

Η πρώτη παρατήρηση που κάνουμε κοιτώντας το διάγραμμα, είναι ότι μέχρι την 8η γενεά αποτελείται από μια σχεδόν παράλληλη γραμμή που σημαίνει ότι οι ηλικίες είναι περίπου σταθερές γύρω στα 900 χρόνια.

Εξαίρεση εδώ είναι πρώτα ο Ενώχ που όμως δεν αποτελεί πρόβλημα για την καμπύλη διότι δεν πέθανε από φυ­σιολογικό θάνατο.

Στο βιβλίο της Πεντατεύχου Γένε­ση ε’,24, αναφέρεται ότι «ευηρέστησε Ενώχ τω Θεώ και ουχ’ ευρίσκετο, ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός».

Ακόμα ο Μαθουσάλας που αποτελεί εξαιρετική περίπτωση.

Στη 8η γενεά έχουμε μια απότομη πτώση των ηλικιών που συνεχίζεται ομα­λά μέχρι τις σημερινές περίπου ηλικίες.

Για τον αμύητο στις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι θετικές επιστήμες πρέ­πει να πούμε δύο λόγια για την φυσική σημασία ενός διαγράμματος. Κατ’ αρχή η κανονικότητα του (το ότι η καμπύλη είναι ομαλή) σημαίνει ότι πίσω από τα στοιχεία που το συνθέτουν βρίσκεται κάποιος φυσικός νόμος που βέβαια η κατανόηση του δεν είναι απαραίτητο να βρίσκεται μέσα στην αντιληπτική μας ικανότητα σήμερα.

Κάθε απότομη μεταβολή στην καμ­πύλη σημαίνει την επίδραση κάποιας αιτίας που αλλάζει απότομα το αποτέ­λεσμα, δηλαδή την τιμή της ηλικίας στην δική μας περίπτωση.

Τα διαγράμματα είναι  απα­ραίτητα εργαλεία για την κατανόηση της συμπεριφοράς της φύσης και χρησιμο­ποιούνται σε κάθε μαθηματικό—επεξερ­γάσιμες σχέσεις στη Φυσική, Μαθηματικά, Γεωλογία, Ιατρική ακόμη και σε θεωρητικές επιστήμες, όπως στα παιδαγω­γικά και αλλού.

Τι συμπεράσματα όμως μπορούμε να βγάζουμε από το πράγματι ευφυές σαν σκέψη διάγραμμα του Allen;

Οι ηλικίες διατηρούνται σε ψηλά επί­πεδα μέχρι την 8η γενεά. Στο σημείο αυτό έχουμε μια απότομη πτώση των ηλικιών.

Πρέπει επομένως να αναζητηθεί μια πιθανή αιτία της απότομης διαφοροποίησης του διαγράμματος. Πράγματι αυτή την εποχή έχουμε ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία της γης που θα παίξει σπουδαίο ρόλο, στις κλιματολογικές συνθήκες.

Είναι ο κατακλυσμός του Νώε. Σε ποιο ακριβώς παράγοντα, που πρέπει να είναι συνδυασμένος και με τον κατα­κλυσμό, έχει την αιτία της η απότομη πτώση των ηλικιών; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορούμε να έχου­με μια απόλυτα τεκμηριωμένη απάντηση. Θα κάνουμε όμως μερικές υποθέσεις προτείνοντας κάποιες ερμηνείες.

 

Προτεινόμενες ερμηνείες με βάση τον κατακλυσμό

Είναι γνωστό, από όλες τις επι­στημονικές θεωρίες περί κατα­σκευής της, ότι η γη ήταν θερμό­τερη από ότι είναι τώρα. Αυτό είναι αναντίρρητο σήμερα και φαίνεται αβίαστα εξετάζοντας το εσωτερικό της γης που ακόμα και σήμερα είναι σε ψη­λές θερμοκρασίες. Εύκολα και ο μη ειδικός το καταλαβαίνει σκεπτόμενος τα ηφαίστεια που άλλα μόνιμα και άλλα πότε πότε  βγάζουν από το εσωτερικό της γης  ποσότητες καυτής λάβας.

Από το γεγονός αυτό μπορεί εύκο­λα κανείς να συμπεράνει ότι μέχρι κά­ποια χρονική περίοδο η γη πρέπει να είχε κλίμα θερμό και υγρό.

Θερμό  από τη θερμοκρασία της γης και υγρό γιατί τεράστιες ποσό­τητες νερού βρισκόντουσαν στην ατμό­σφαιρα σαν ατμός, μη μπορώντας να υγροποιηθούν λόγω της υψηλής θερμο­κρασίας. Είναι δε ευκολονόητο ότι μέ­χρι κάποια χρονική στιγμή δεν έβρεχε, για τον απλούστατο λόγω ότι για να δη­μιουργηθεί βροχή είναι απαραίτητο,  να επικρατήσουν κά­ποιες χαμηλές θερμοκρασίες που θα αναγκάσουν τον ατμό να γίνει σταγονίδια νερού που αργότερα θα πέσουν σαν βρο­χή. Αυτό όμως δεν μπορούσε να συμβεί λόγω της υψηλής θερμοκρασίας της γης.

Αυτό που εμείς σήμερα συμπεραί­νουμε έχοντας μερικές γνώσεις μετεωρο­λογίας, η Αγία Γραφή το έχει γράψει πριν από χιλιάδες χρόνια, «διότι δεν είχε βρέξει Κύριος ο Θεός επί της γης… ατμός δε ανέβαινεν από της γης και επότιζε παν το πρόσωπο της γης» (Γένεση β’ 5,6).

Έτσι λοιπόν, η γη πρέπει να είχε μεγάλη νέφωση και πολλή υγρασία. Αυτός βέβαια είναι ένας δεύτερος λόγος που η θερμοκρασία της διατηρείται σε ψηλά επίπεδα γιατί η νέφωση όπως είναι γνω­στό, δημιουργεί ένα είδος θερμοκηπίου μια που δεν αφήνει την θερμότητα της γης για να διαφύγει στον αστρικό χώρο. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό και από την καθημερινή παρατήρηση γιατί όλοι γνωρίζουν ότι κατά τη συννεφιά έχουμε ψηλές θερμοκρασίες, ενώ κατά την ξαστεριά η θερμοκρασία πέφτει.

Είναι βέβαιο ότι ο κατακλυσμός εί­ναι συνδυασμένος με την πτώση της θερ­μοκρασίας που σήμαινε την συμπύκνωση των υδρατμών και την πτώση τους σαν βροχή. Αυτό βεβαίως πρέπει να’ χε απο­τέλεσμα  και ταυτόχρονη ραγδαία πτώση της θερμοκρασίας γιατί καταργή­θηκε ο δεύτερος λόγος, του θερμοκη­πίου, που διατηρούσε την θερμοκρασία της γης με άμεση συνέπεια την ολοένα πτώση της θερμοκρασίας και την δη­μιουργία βροχής που δημιούργησαν τον κατακλυσμό.

Αυτό ίσως μπορεί να εξηγήσει πως είναι δυνατό να βρεθεί στην Σοβιετική Ένωση μαμούθ κατεψυγμένο μαζί με την τροφή του.

Είναι σαφές ότι εκεί θα πρέπει να επικρατούσαν ψηλές θερμοκρασίες ώστε να ζει το μαμούθ και ταυτόχρονα να υπάρχει και χόρτο.

Η πτώση δε της θερμοκρασίας πρέ­πει να ‘ταν ταχύτατη ώστε να καταψυχθεί το ζώο μαζί με την τροφή του προτού γίνει η αποσύνθεση.

Έχουμε λοιπόν έντονες κλιματολο­γικές αλλαγές κατά τον κατακλυσμό. Ελάττωση της θερμοκρασίας με ταυτό­χρονη ελάττωση και της υγρασίας. Μήπως η αλλαγή αυτή είχε σχέση με την μείωση της μακροβιότητας;

Πιστεύουμε ότι η αλλαγή των κλι­ματολογικών συνθηκών δημιούργησαν και ένα επιπρόσθετο λόγο. Την είσοδο μεγαλύτερης ποσότητας κοσμικής ακτινοβολίας.

Με τον όρο «κοσμική ακτινοβολία» λέμε το σύνολο της ακτινοβολίας που έρχε­ται από έξω στη γη αλλά και αυτών που δημιουργούνται μέσα στην ατμόσφαιρα δευτερογενώς. Σήμερα δεν έχουμε αποδεί­ξεις για το τι προκαλούν ακριβώς στους ζωντανούς οργανισμούς οι κοσμικές ακτί­νες. Είναι γεγονός όμως ότι είναι επιβλα­βείς για τον ανθρώπινο οργανισμό γι’ αυτό και τα διαστημικά ταξίδια ρυθμί­ζονται όσον αφορά τον χρόνο πραγμα­τοποίησης τους έτσι ώστε να μη συμπί­πτουν με την περίοδο εξάρσεως των ηλιακών κηλίδων όπου τότε εκπέμπεται έντονα κοσμική ακτινοβολία από τον ήλιο.

Πάντως πειράματα έχουν δείξει κά­ποια μικρή αναχαίτιση της ανάπτυξης οργανισμών καθώς και τη δημιουργία μεταλλάξεων σ’ αυτούς. Με τον όρο «με­τάλλαξη» κατά την γενετική εννοούμε κάθε ασυνεχή ποιοτική μεταβολή των βλαστογενών ιδιοτήτων ενός οργανισμού που οφείλεται σε ξαφνική τροποποίηση της κληρονομικής ουσίας. Οι μεταλλά­ξεις σήμερα παρουσιάζονται αρκετά συχνά φέρνοντας ποικιλία στους οργα­νισμούς, πάντοτε όμως μέσα στο ίδιο είδος.

Πειράματα που έγιναν με ακτίνες Χ, α και β, έφεραν διάφορα αποτελέ­σματα λόγω μεταλλάξεων που παρατη­ρήθηκαν στους οργανισμούς. Δεν είναι λοιπόν απίθανο να υποθέσουμε ότι στους ανθρώπους της εποχής εκείνης η ξαφνι­κή εισροή της κοσμικής ακτινοβολίας δημιούργησε κάποια μετάλλαξη που είχε σαν αποτέλεσμα την ελάττωση της μα­κροβιότητας.

 

Την περίοδο αυτή έχουμε αύξηση της έντασης της κοσμικής ακτινοβολίας για τους εξής λόγους.

  • Πρέπει δε να σημειωθεί πως σήμερα γνωρίζουμε ότι η ένταση της κοσμικής ακτινοβολίας αυξάνει όταν η θερμοκρα­σία χαμηλώνει π.χ. το χειμώνα.

             Έτσι με τον κατακλυσμό έχουμε ελάττωση της θερμοκρασίας άρα και αύξηση της κοσμικής ακτινοβολίας.

  • Ακόμα λίγη μείωση της κοσμικής ακτινοβολίας παρατηρείται με την νέ­φωση. Κατά συνέπεια με τον κατακλυσμό έχοντας πολύ ελάττωση της νέφωσης θα πρέπει να είχαμε κάποια αύξηση της κοσμικής ακτινοβολίας.
  • Ένα ενισχυτικό στοιχείο της αύξη­σης είναι η βαρομετρική πίεση. Όταν η πίεση αυξάνει έχουμε ελάττωση της κοσμικής ακτινοβολίας. Η προ κατακλυσμού ατμόσφαιρα πρέπει να είχε πολύ ψηλότερη πίεση για το λόγο ότι τε­ράστιες ποσότητες υδρατμών υπήρχαν σ’ αυτή λόγω της μεγάλης θερμοκρασίας. Συνεπώς με το κατακλυσμό έχουμε ελάτ­τωση της βαρομετρικής πίεσης άρα και αύξηση   της   κοσμικής   ακτινοβολίας.

Έτσι με την ελάττωση της θερμοκρα­σίας— νέφωσης— και πίεσης έχουμε αύξη­ση της ακτινοβολίας.

 

Συμπεράσματα

Και ρωτάμε: Είναι απίθανο λοιπόν, να υποθέσουμε ότι είναι πιθανή η τόση αύξηση της κο­σμικής ακτινοβολίας να προκάλεσε μεταλλάξεις, που ως γνωστό είναι κληρο­νομικές, οι οποίες να μειώσουν την ηλικία του ανθρώπου;

Αφήνουμε την απάντηση να την δώσει ο σκεπτόμενος αναγνώστης.

          Αυτό που εμείς θέλουμε να τονί­σουμε είναι ότι οι μεγάλες ηλικίες δεν είναι κάτι που μοιάζει σαν παραμύθι στη Βίβλο. Γιατί απλούστατα αν και οι παραπάνω ερμηνείες δεν είναι απόλυτες δείχνουν ότι αρκετά αίτια μπορούσαν να συντελέσουν στη μείωση των ηλικιών και κατά συνέπεια οι μεγάλες ηλικίες δεν είναι κάτι το απίθανο.

           Μερικές ερωτήσεις

Αφήνοντας κατά μέρος τις επι­στημονικές μας ερμηνείες, μερι­κές ερωτήσεις θέλουμε να θέ­σουμε σε κείνους που ακόμα επιμένουν στο «μύθο» του «Μαθουσάλα». Ας υποθέσουμε ότι ο Μωϋσής γρά­φοντας το βιβλίο της Γένεσης πράγματι έγραφε ένα παραμύθι. Σε ένα παραμύθι βέβαια υπάρχει κάποια σχετική αληθο­φάνεια, αλλά κανένας δεν έχει απαίτη­ση να λέει αλήθεια στις λεπτομέρειες του και μάλιστα σε εκείνες που δεν θα μπορούσαν να ελεγχθούν με τις επιστημονικές γνώσεις εκείνης της εποχής.

Γιατί και πώς ο Μωϋσής έβαλε σε μια φθίνουσα καμπύλη τις ηλικίες; Δεν θα μπορούσε να αρχίσει από μικρές ηλικίες μετά να τις με­γαλώσει, αργότερα να τις μικρύνει με τυχαίο τρόπο; Τότε αναπόφευκτα  η καμπύλη μας δεν θα ήταν κανονική. Και αυτό γιατί η  τυχαία τοποθέτηση ηλικιών σε ένα μύθο δεν δημιουργούν ομαλή   καμπύλη σε ένα διάγραμμα καρτεσιανών συντεταγμένων. Αυτό είναι  το φυσιολογικό για κάποιον που γράφει με την φαντασία του γεγονό­τα που ποτέ δεν συνέβησαν. Ή μήπως ο Μωϋσής είχε προβλέψει τις καρτεσιανές συντεταγμένες[5], ή σκέφθηκε να τοποθετήσει την πτώση των ηλικιών πάνω στο κατακλυσμό του Νώε;

Ήταν στ’ αλήθεια τόσο ευφυής μυθοπλάστης[6]  ο Μωϋσής ώστε όλα να τα ταιριάξει έτσι ώστε μέχρι σήμερα να μας εξαπατά;  Αν όμως αυτό δεν ισχύει, μήπως έλεγε την αλήθεια;

Δε θα δώσουμε και πάλι καμιά απάντηση στα τελευταία ερωτήματα. Όμως πολύ σκέπτομαι την τελευταία ερώτηση:

Αν ο Μωϋσής είπε την αλήθεια για τις ηλικίες, ένα τόσο λεπτομερειακό γεγο­νός, γιατί να μη  λέει την αλήθεια και στα υπόλοιπα; Ότι δηλαδή υπάρχει Θεός που έφτιαξε το κόσμο, ενδιαφέρθηκε και ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο, ζητά λογαριασμό από αυτόν και ότι κάποια μέ­ρα Θεός και άνθρωπος θα συναντηθούν ;

Όχι ότι είναι βέβαιο με την έννοια του απολύτου. Αλλά δεν είναι και απίθανο. Δεν υπάρχει  απόδειξη γι’ αυτό. Αλλά πόσα πράγματα μας συμβαίνουν χωρίς να μπο­ρούμε απόλυτα να τα ελέγξουμε. Όλη η σημερινή γνώση είναι βασισμένη πάνω σε αξιώματα (αυθαίρετες έννοιες και προτάσεις) που δεν μπορούμε να τις αποδείξουμε. Και όμως όλη η ζωή λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο. Γιατί αλήθεια σε όλα είμαστε ευκολόπιστοι εκτός από την ύπαρξη του Θεού για την οποία  ζητάμε αποδείξεις αυστηρές  όπως στα μαθηματικά;

Ο καλόπιστος ερευνητής προβληματίζεται με τις τόσες συγκυρίες στο ζήτημα της μακροβιότητας.  Είναι προφανές ότι η Βίβλος δεν μοιάζει καθόλου με ένα παραμύθι. Και αν δεν είναι παραμύθι και είναι αλήθεια είναι πολύ σημαντική για την ζωή μας



[1] Ο Α. Περιάλης είναι Μαθηματικός – Ηλεκτρονικός. Διδάσκει  Χριστιανική Απολογητική στο Βιβλικό Σχολείο του Ελληνικού Ινστιτούτου της Βίβλου.

[2] Σήμερα έχουμε αύξηση του μέσου όρου ζωής η οποία οφείλεται στις προσπάθειες της ιατρικής και τις καλλίτερες συνθήκες ζωής που ζούμε

[3] Η ανάπτυξη αυτής της θέσης γίνεται πολύ αναλυτικά  στο έργο «Φυσική και φιλοσοφία» του W. Heisenberg με την ευκαιρία της παρουσίασης των δυσκολιών κατανόησης της κβαντικής φυσικής

[4] Το διάγραμμα είναι δημοσιευμένο· στο βιβλίο «Σύγχρονη επιστήμη και Χριστιανική πίστη» εκδόσεις «Λόγος» από το οποίο έχουμε πάρει αρκετά  στοιχεία.

[5] Ο Καρτέσιος κατασκεύασε σαν μαθηματικό εργαλείο της καρτεσιανές συντεταγμένες  τον        αιώνα

[6] Είναι γεγονός ότι ο Ιούλιος Βερν προβλέπει σημαντικές τεχνολογικές και επιστημονικές ανακαλύψεις. Υπάρχει όμως μια τεράστια και βασική διαφορά. Ο Ιούλιος Βερν προέκτεινε την τεχνολογία και την επιστήμη της εποχής του. Την εποχή του Μωυσή δεν υπήρχε η επιστήμη  και η τεχνολογία στην μορφή που υπάρχει σήμερα ώστε να υπάρχει η δυνατότητα προέκτασής της.

Comments are closed.