Η ανάγκη να αποκοπεί ο αμαρτωλός απο κάθε εμπιστοσύνη στον εαυτό του, του John Hendryx

Μετάφραση: Δρ Γιούλικα Κ. Masry

Ένα από τα θέματα που δεσπόζει επιβλητικά σ’ ολόκληρη την Αγία Γραφή είναι η διαρκής υπενθύμιση της ανεπάρκειας του ανθρώπου. Παρόλο που το νόημα αυτής της έννοιας είναι προφανές, χρειαζόμαστε διαρκή υπενθύμιση αυτής της μεγάλης αλήθειας στην καθημερινή μας ζωή. Αυτό ισχύει τόσο για τους μη πιστούς, οι οποίοι δεν έχουν άλλη ελπίδα από το έλεος του Χριστού, όσο και για τους πιστούς, οι οποίοι δεν έχουν άλλη ελπίδα εκτός από το Χριστό και μόνο το Χριστό. Αυτό δεν αληθεύει μόνο για τα τμήματα της Αγίας Γραφής που κάνουν δογματικές δηλώσεις, αλλά είναι διάχυτο στις Βιβλικές αφηγήσεις. Αν ρίξει κανείς μια προσεκτική ματιά στις αφηγήσεις του έργου που έκανε ο Χριστός πάνω στη γη, θα δει ξεκάθαρα ότι η λύτρωση ερχόταν στα άτομα μόνο όταν εκείνα ήταν τόσο απελπισμένα ώστε να έχουν φτάσει στο τέλος των δυνάμεών τους και, κατά κάποιον τρόπο, είχαν καταντήσει να ζητιανεύουν. Η Χάρη του Θεού εργάζεται τη σωτηρία στον άνθρωπο όχι έτσι όπως εκείνος είναι, αλλά αφού πρώτα τον ταπεινώσει στην υπερηφάνειά του και του αποκαλύψει τη συντριβή της φυσικής του ρώμης, την πνευματική του πενία και την πλήρη ανικανότητά του, πράγματα τα οποία κανείς μας δεν είναι έτοιμος να παραδεχτεί από μόνος του. Διότι η πραγματική μας θέση ενώπιον του Θεού είναι ότι δεν μπορούμε ούτε το δαχτυλάκι μας να κουνήσουμε για τη σωτηρία μας και δεν έχουμε τίποτε να δώσουμε στο Θεό που δεν μας το έχει προηγουμένως δώσει Εκείνος.

Στα ευαγγέλια η πρώτη αντίδραση ενός συναπαντήματος των ανθρώπων με τον Ιησού ήταν συχνά άγιος φόβος ή τρόμος όταν εκείνοι έρχονταν σε επαφή με την ικανότητά του Χριστού να τους δώσει αυτό που οι ίδιοι αδυνατούσαν να δώσουν στον εαυτό τους. Σε κάθε μια από τις παρακάτω ιστορίες στο κατά Μάρκο ευαγγέλιο βλέπουμε να συμβαίνει αυτό:

 

·        Μετά που οι μαθητές ξύπνησαν τον Ιησού την ώρα που βρίσκονταν σε θαλασσοταραχή κι Αυτός ηρέμησε την τρικυμία, εκείνοι «[ε]φοβήθησαν φόβον μέγαν, και έλεγον προς αλλήλους, Τις λοιπόν είναι ούτος, ότι και ο άνεμος και η θάλασσα υπακούουσιν εις αυτόν;» (Μαρκ. 4/41) Ήταν δηλαδή ο φόβος τους τώρα μεγαλύτερος απ’ ό,τι όσο διαρκούσε η τρικυμία.

·        Επίσης, μετά που ο Ιησούς έριξε τα δαιμόνια στο κοπάδι των χοίρων, εκείνοι που το είδαν αυτό έτρεξαν να το πουν και σε άλλους οι οποίοι ήρθαν προς τον Ιησού και είδαν με τα μάτια τους το δαιμονισμένο, ο οποίος είχε τη λεγεώνα των δαιμονίων, να είναι τώρα ντυμένος, καθισμένος και υγιής στις φρένες του. «Και εφοβήθησαν» (Μαρκ. 5/15).

·        Υπήρχε ακόμα και μία γυναίκα η οποία αιμορραγούσε για 12 χρόνια και ήρθε και άγγιξε το ιμάτιο του Ιησού. Μετά που γιατρεύτηκε, η γυναίκα «φοβηθείσα και τρέμουσα, επειδή ήξευρε τι έγεινεν επ’ αυτήν, ήλθε και προσέπεσεν εις αυτόν, και είπε προς αυτόν πάσαν την αλήθειαν» (Μαρκ. 5/33).

·        Τέλος, μετά που ο Ιησούς με το λόγο Του επανέφερε στη ζωή την Ταλιθά, το δωδεκάχρονο κορίτσι που είχε πεθάνει, όλοι οι παριστάμενοι «εξεπλάγησαν με έκπληξιν μεγάλην» (Μαρκ. 5/42).

 

Ας προσέξουμε ότι σε κάθε μια απ’ αυτές τις ιστορίες—καθώς και σε πολλές άλλες που αφηγούνται τα ευαγγέλια—οι άνθρωποι έρχονταν στον Ιησού να τους λύσει ένα πρόβλημα αφού είχαν πρώτα εξαντλήσει όλα τα δυνατά ανθρώπινα μέσα και συχνά μετά από χρόνια προσπάθειας. Το αποτέλεσμα ήταν οι άνθρωποι να πέφτουν συχνά στα γόνατα μπροστά στον Ιησού. Οι υπερήφανοι όμως που δεν μπορούσαν να δουν τη δική τους απελπιστική κατάσταση δεν είχαν τέτοια αντίδραση. Ο Ιησούς είπε: «Εάν ήσθε τυφλοί, δεν ηθέλετε έχει αμαρτίαν· τώρα όμως λέγετε, Ότι βλεπομεν· η αμαρτία σας λοιπόν μένει» (Ιωάν. 9/41). Αλλά αυτό το μάθημα δεν είναι κάτι που το μαθαίνουμε γρήγορα, δηλαδή ότι είμαστε εξαρτώμενες υπάρξεις κι ότι δεν έχουμε τίποτε μέσα μας από μόνοι μας και δεν υπάρχει τίποτε που να μπορούμε να κάνουμε χωρίς το Χριστό. Για ό,τι μπορούμε να κάνουμε, ας Τον ευχαριστούμε. Ο Θεός μάς αγγίζει όταν βρισκόμαστε σε απόγνωση επειδή συχνά εμπιστευόμαστε εσφαλμένα στη δική μας αυτάρκεια. Ο Ιησούς όμως μάς καλεί να προσευχόμαστε. Πάντοτε… Διότι η  προσευχή είναι η στάση που μας οδηγεί να κοιτάμε μακριά απ’ τον εαυτό μας για βοήθεια και προς την κατεύθυνση Εκείνου ο οποίος μπορεί να μας τη δώσει. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί αυτές τις ιστορίες κυρίως για να καταδείξει τη δική μας ανικανότητα, μια κατάσταση για την οποία εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.

Φαίνεται ότι ο Ιησούς δημιουργεί καταστάσεις στη ζωή μας που θα αποκαλύψουν την ανικανότητά μας έτσι ώστε να στραφούμε σε Κείνον. Γιατί όσο, εγωιστικά σκεπτόμενοι, νομίζουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας—έστω και λίγο—Εκείνος παραμένει κρυμμένος για μας. Αλλά, προσέξτε. Από τη Χάρη του Θεού είμαστε ό,τι είμαστε. Συνεπώς, και αυτή η ταπείνωση που απαιτείται για να αναγνωρίσουμε την αλήθεια και το άριστο της γνώσης του Ιησού δεν είναι κάτι που μας έρχεται με φυσικό τρόπο. Είναι δώρο της Χάρης Του. Όταν ο Πέτρος δήλωσε πως ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού το Ζώντος, ο Ιησούς έσπευσε να πνίξει κάθε περηφάνεια που θα μπορούσε να σηκώσει το ανάστημά της στην καρδιά του Πέτρου θυμίζοντάς του ότι αυτή η γνώση δεν του είχε δοθεί μέσω σάρκας και αίματος, για να τη θεωρήσει δικό του κατόρθωμα, αλλά είχε την πηγή της στον Ουράνιο Πατέρα (Ματθ. 16/17). Αυτό γυμνώνει τον άνθρωπο από κάθε δυνατή εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ακόμα κι απ’ το να καταλάβει κάτι ή να σηκώσει το μικρό του δαχτυλάκι προς το Θεό. Ο Χριστός παίρνει κατά κάποιον τρόπο ενεργή θέση όταν μας ακούει να προσευχόμαστε, γιατί δεν εμπιστευόμαστε πια τις δικές μας δυνάμεις και δεν πιστεύουμε ότι εμείς έχουμε μέσα μας τη ικανότητα να πράξουμε κάτι.

Εκείνο που είναι κοινό σ’ αυτές τις αφηγήσεις καθώς και σε πολλές άλλες στην Αγία Γραφή είναι η αποκάλυψη της ολοκληρωτικής ανεπάρκειας του ανθρώπου. Αυτό όμως είναι το τελευταίο πράγμα που ο φυσικός άνθρωπος θα ήθελε ν’ ακούσει, οπότε καταπνίγει αυτή την αλήθεια. Αλλά ο Ιησούς μάς θυμίζει διαρκώς ότι μόνο η ταπεινή πίστη μπορεί να είναι αληθινή, δηλαδή μόνο η θέση του ανθρώπου ως ζητιάνου που βρίσκεται σε απελπισία και δοξάζει το Θεό και μόνο το Θεό ενώ τον εαυτό του τον ταπεινώνει. Κανείς δεν μπορεί να είναι αληθινά πιστός αν δεν πιστεύει πραγματικά ότι δικαίως θα αξιζε μόνο την οργή του Θεού, αν δεν υπήρχε το έλεος του Χριστού και μόνο του Χριστού και ότι στο δικό του εαυτό δεν μπορεί να έχει καμία εμπιστοσύνη. Η θέληση του αληθινού Χριστιανού είναι λυγισμένη και δεν περιμένει τίποτε απ’ τον εαυτό του—μπορεί να βρει παρηγοριά, ειρήνη και ελπίδα μόνο απ’ το Χριστό. Τα αποτελέσματα της Χάρης σ’ ένα πρόσωπο τα βλέπουμε μόνο όταν φτάσει στο τέλος των προσπαθειών και των επινοήσεών του. Μόνο καθώς συνειδητοποιούμε την ανεπάρκεια και το αβοήθητο της κατάστασής μας και θανατώνεται η υπερηφάνειά μας, γίνεται εμφανές ότι ο Χριστός έχει κάνει έργο Χάρης μέσα μας. Διότι ακόμη και η ταπείνωση που οδηγεί στην πίστη δεν έρχεται με φυσικό τρόπο αλλά μέσα από τη Χάρη. Δεν υπάρχει τίποτε πιο ουσιαστικό από τη Χάρη στην αληθινή θρησκεία. Η μόνη θύρα εισόδου στη Βασιλεία των Ουρανών είναι πολύ χαμηλή, τόσο που πρέπει να συρθούμε με τις παλάμες και τα γόνατα για να μπούμε μέσα. Η αληθινή πίστη εμπιστεύεται τη δικαιοσύνη του Θεού και όχι τη δική μας.

Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην παραβολή του Ιησού για το Φαρισαίο και τον τελώνη όπου ο Φαρισαίος κομπάζει για την υπακοή του ενώ ο τελώνης απλά κοιτάζει στο χώμα, χτυπάει το στήθος του και ζητάει έλεος για τον αμαρτωλό. Αυτή είναι και η δική μας αληθινή θέση ενώπιον του Θεού.

 

Ψαλμός 34/18

«Ο Κύριος είναι πλησίον των συντετριμμένων την καρδίαν, και σώζει τους ταπεινούς το πνεύμα».

 

Ψαλμός 138/6

«[Ό]τι ο Κύριος είναι υψηλός, και επιβλεπει επί τον ταπεινόν· τον δε υψηλόφρονα γινώσκει μακρόθεν».

 

Ησαΐας 57/15

«Διότι ούτω λέγει ο Ύψιστος και ο Υπέρτατος, ο κατοικών την αιωνιότητα, του οποίου το όνομα είναι ο Άγιος· Εγώ κατοικώ εν υψηλοίς, και εν αγίω τόπω· και μετά του συντετριμμένου την καρδίαν, και του ταπεινού το πνεύμα· διά να ζωοποιώ το πνεύμα των ταπεινών, και να ζωοποιώ την καρδίαν των συντετριμμένων».

 

Ησαΐας 66/2

«Διότι η χειρ μου έκαμε πάντα ταύτα, και έγειναν πάντα ταύτα, λέγει Κύριος· εις τίνα λοιπόν θέλω επιβλέψει; εις τον πτωχόν και συντετριμμένον το πνεύμα, και τρέμοντα τον λόγον μου».

 

Ματθ. 5/3

«Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι· διότι αυτών είναι η βασιλεία των ουρανών».

 

            Αυτή η ταπείνωση είναι το πρώτο ουσιαστικό πράγμα που χαρακτηρίζει την αληθινή πίστη—το να απαρνηθούμε κάθε φυσική τάση για εξύψωση του εαυτού μας και να δοξαζόμαστε μόνο εν τω Χριστώ.

            Πώς επιδρά στο κήρυγμά μας σε μη πιστούς; Παντοιοτρόπως. Ο Ichabod S. Spencer είπε κάποτε: «το να κόψει κανείς τον αμαρτωλό από κάθε εμπιστοσύνη στον εαυτό του, τις αξίες του και τη δύναμή του και να τον ρίξει γυμνό και αβοήθητο στα χέρια του Αγίου Πνεύματος για να τον οδηγήσει στο Χριστό θα πρέπει να είναι ο μόνος και κεντρικός σκοπός της αποστολής μας».

            Αν ο εργάτης του Θεού (ή το δόγμα) τρέφει τον άνθρωπο με διδασκαλίες για μια καλή ιδέα για το άτομό του, γεννάει ένα επικίνδυνο λάθος διότι, φυσικά, όλοι οι άνθρωποι είναι θεοί για τον εαυτό τους. Δεν χρειάζονται λοιπόν περισότερη ενθάρρυνση για ν’ αποκτήσουν ακόμα μεγαλύτερη ιδέα για τον εαυτό τους. Σκεφτείτε το εξής: Αν ο μαραγκός που έχετε προσλάβει σας πει ότι όλο σα το σπίτι είναι σάπιο και φαγωμένο από τους τερμίτες, οπότε πρέπει να κατεδαφιστεί και να χτιστεί καινούργιο στη θέση του, αλλά ένας δεύτερος μαραγκός σας πει ότι είναι εντάξει και δεν πρέπει ν’ ανησυχείτε γιατί το σπίτι θα αντέξει και χρειάζεται μόνο μια μικρή υποστήριξη η οποία δεν θα κοστίσει και πολύ, οι περισσότεροι άνθρωποι θα πήγαιναν με τη γνώμη του τελευταίου. Η συμβουλή του πρώτου είαν πολύ δραστική, λέτε με το νου σας, αλλά μέσα σας ξέρετε ότι ο πρώτος έχει δίκιο. Έτσι κι ο Χριστός έρχεται και μας λέει, από αγάπη, ότι η φυσική μας κατάσταση είναι σάπια και ο παλιός σκελετός του σπιτιού μας πρέπει να κατεδαφιστεί προκειμένου να χτιστεί ένα καινούργιο στη θέση του. Τα νέα είναι συντριπτικά. Αλλά ο ψευδοδιδάσκαλος έρχεται με το διεφθαρμένο δόγμα του που χαϊδεύει την υπερηφάνεια του ανθρώπου και του λέει του ότι δεν είναι τόσο διεφθαρμένος όσο του λέει ο άλλος. Όχι, λέει ο Χριστός. «Εάν ο κόκκος του σίτου δεν πέση εις τη γην και αποθανη, αυτός μόνος μένει» (Ιωάν. 12/24) και «[ό]στις θέλει να σώση την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν» (Ματθ. 16/25, Μαρκ. 8/35, Λουκ. 9/24).

            Ναι, πρέπει να εξοφλήσουμε τα χρέη μας πλήρως αλλά, με τη βοήθεια του Θεού, ο Θεός είναι Εκείνος που θα κάνει την εξόφληση. Στείλτε λοιπόν τη συνείδησή σας και τον εχθρό της ψυχής, το Σατανά, στον Ιησού Χριστό και αφήστε τους να απαγγείλουν το κατηγορητήριό τους εναντίον Εκείνου ο οποίος τώρα είναι καθισμένος στα δεξιά του Θεού και μεσολαβεί για λογαριασμό σας ώστε να πληρώσει κάθε δική σας οφειλή.

 

(31 Aυγ. 2009)

Comments are closed.