Με τα δικά μας κριτήρια θα έπρεπε να ήταν μια πολύ δυστυχισμένη και κακόμοιρη γυναίκα. Ο πατέρας της είχε πεθάνει όταν ακόμα αυτή ήταν πολύ μικρή και το βάρος της ανατροφής της είχε πέσει εξ’ ολοκλήρου στους ώμους της μητέρας της και της γιαγιάς της. Και σαν αποτέλεσμα ενός λάθους του οφθαλμιάτρου της όταν ήταν 6 χρονών, έμεινε μόνιμα τυφλή.
Οι τραγικές και τραυματικές εμπειρίες των παιδικών χρόνων της γυναίκας αυτής, θα έδιναν στους περισσότερους ανθρώπους αρκετό έδαφος για ισόβια μεμψιμοιρία, πικρία και ψυχολογικές διαταραχές.
Και όμως, στην αυτοβιογραφία της η Φράνσις Τζέην Κρόσμπι γράφει: «Φαίνεται πως ήταν η σκόπιμη πρόνοια του Θεού, που έμεινα τυφλή για όλη μου τη ζωή και Τον ευχαριστώ γι’ αυτή τη χάρη Του σ’ εμένα».
Ο γιατρός που προκάλεσε την τύφλωσή της δε συγχώρεσε ποτέ τον εαυτό του και μετακόμισε σε άλλη περιοχή. Όμως στην καρδιά της Φράνσις Κρόσμπι δεν υπήρχε ίχνος κακίας. «Αν μπορούσα να τον συναντήσω τώρα», έγραφε, «θα του έλεγα σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ ξανά και ξανά, που έγινες αιτία να τυφλωθώ».
Η τύφλωση που πολλοί θα τη θεωρούσαν ατύχημα ή και κατάρα, για τη Φράνσις Κρόσμπι θεωρήθηκε μία από τις μεγαλύτερες ευλογίες. Δέχτηκε την τύφλωσή της σαν ένα δώρο του Θεού. «Δε θα μπορούσα να είχα γράψει χιλιάδες ύμνους» έλεγε, «αν εμποδιζόμουν από τη θέα όλων των όμορφων κι ενδιαφερόντων αντικειμένων που θ’ αποσπούσαν την προσοχή και το ενδιαφέρον μου».
Το πρώτο ποίημα που έγραψε η Φράνσις, όταν ήταν 8 χρονών, αντανακλά τις ιδέες της που τις κράτησε μέχρι το θάνατό της, σε ηλικία 95 χρόνων:
«Ω πόσο ευτυχισμένη είμαι!
Κι ας μην μπορώ να βλέπω!
Είμαι αποφασισμένη στον κόσμο τούτο,
να ’μαι πάντα ικανοποιημένη.
Πόσες ευλογίες απολαμβάνω,
που άλλοι τις στερούνται!
Έτσι κλάψτε κι αναστενάξτε, αν θέλετε,
που είμαι τυφλή.
Εγώ ούτε κλαίω, κι ούτε θέλω να κλάψω»!
Κι έτσι, για πάνω από έναν αιώνα, τώρα, οι χριστιανοί θερίζουν τους πλούσιους καρπούς της ευγνώμονης καρδιάς μιας γυναίκας, καθώς ψάλλουν τους ύμνους: «Στο Θεό ανήκει η δόξα», «Είμαι ασφαλής», «Λυτρωμένος», «Ο Χριστός μ’ οδηγεί» κι αμέτρητους άλλους από τους 8.000 ύμνους που η Φράνσις Κρόσμπι έγραψε μέχρι το θάνατό της.
Σ’ έναν κόσμο που έχει ξεχάσει πώς να νιώθει ευγνωμοσύνη, το παράδειγμα αυτής της πιστής τυφλής υμνογράφου, φαίνεται τόσο ασυνήθιστο, αν όχι απόλυτα παράξενο και ακατανόητο.
Σκεφτείτε όμως, ποια είναι η τιμή που πληρώνουμε για την προσωπική και συλλογική αγνωμοσύνη μας! Ειδικοί που ασχολούνται με ατυχήσαντες στη ζωή τους, ανθρώπους, έχουν διαπιστώσει ότι στις περισσότερες, αν όχι σε όλες τις περιπτώσεις, η έλλειψη ευγνωμοσύνης είναι η πηγή της μελαγχολίας, της απελπισίας και της κατάθλιψης, που τόσο πολύ αφθονεί ακόμα κι ανάμεσα στους χριστιανούς σήμερα.
Επιπλέον οι περισσότερες αμαρτίες που μαστίζουν και καταστρέφουν την κοινωνία μας, μπορούν ν’ ανάγονται πολύ συχνά στην αχαριστία που δεν εντοπίζεται.
Το αίσθημα της ευγνωμοσύνης είναι κάτι που πρέπει επειγόντως να ενεργοποιηθεί και ν’ αναπτυχθεί μέσα στις καρδιές μας, στις οικογένειές μας, στην κοινωνία μας. Η παρουσία της φέρνει σαν αποτέλεσμα σειρά άλλων ευλογιών, ενώ η απουσία της έχει έντονες φονικές επιπτώσεις. Ας δούμε μερικές από τις αντιθέσεις ανάμεσα σε μια ευγνώμονη και σε μία αγνώμονη καρδιά.
1. Ο ευγνώμων άνθρωπος είναι ταπεινός, ενώ ο αγνώμων έχει περήφανη καρδιά.
Ο ευγνώμων άνθρωπος έχει αναπτυγμένο το αίσθημα της αναξιότητας. Το πιστεύω του είναι: «Έχω πολύ περισσότερα απ’ ότι αξίζω». Αντίθετα, ο αγνώμων πιστεύει πως αξίζει πολύ περισσότερα απ’ ότι έχει. Και το αίσθημα αυτό τον κάνει μόνιμα δυστυχισμένο.
Ένας πιστός χριστιανός όταν τον ρωτούσαν πώς είναι, συνήθιζε ν’ απαντάει: «Είμαι καλύτερα απ’ ότι αξίζω». Ο άνθρωπος εκείνος δεν ξεχνούσε την ασεβή ζωή που έζησε στα πρώτα 25 χρόνια της ζωής του, πριν γίνει χριστιανός. Εκδήλωνε πάντα την ευγνωμοσύνη του για το ότι ο Θεός τον είχε λυτρώσει κι ένιωθε πάντοτε ένα αίσθημα αναξιότητας και ευχαριστίας για τη χάρη του Θεού.
Εντυπωσιάζει το πνεύμα της ευγνωμοσύνης που χαρακτήριζε τη Ρούθ τη Μωαβίτισσα. Έχοντας μείνει χήρα πριν συμπληρώσει δεκαετία από το γάμο της, μη έχοντας τίποτα δικό της, σε μια ξένη χώρα και «καταδικασμένη» να ζει με την πονεμένη πεθερά της, η Ρουθ προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο για να συντηρεί τον εαυτό της και τη Ναομί. Όταν τη βρήκε ο Βοόζ, που της έδωσε το ελεύθερο να μαζεύει στάχυα στα χωράφια του, έκανε τα πάντα για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της στον άνθρωπο εκείνο για την καλή του αυτή χειρονομία: «Έπεσε κατά πρόσωπο και προσκύνησε μέχρι εδάφους και του είπε: Πώς βρήκα εγώ χάρη μπροστά στα μάτια σου, ώστε να φροντίσεις για μένα, ενώ είμαι ξένη;» (Ρουθ 2:10).
Κάποια άλλη στη θέση της μπορεί να ’λεγε ότι δεν έκανε και τίποτε σπουδαίο για να τη βοηθήσει. Απλά της επέτρεψε να μαζεύει στάχυα στα χωράφια του. Όμως η ταπεινοφροσύνη της νεαρής αυτής χήρας φαίνεται στην έκφραση ευγνωμοσύνης της για το ελάχιστο καλό που της έδειξε κάποιος άλλος.
Κάποιος είπε πολύ σωστά: «Η περηφάνια σκοτώνει το αίσθημα της ευγνωμοσύνης, αλλά το ταπεινό πνεύμα είναι το έδαφος στο οποίο αναπτύσσεται φυσιολογικά η ευγνωμοσύνη. Ο περήφανος σπάνια είναι ευγνώμων γιατί ποτέ δε σκέφτεται ότι απολαμβάνει περισσότερα απ’ ότι αξίζει».
2. Η ευγνώμων καρδιά συλλογίζεται το Θεό και τους άλλους ανθρώπους. Ενώ η αγνώμων καρδιά συλλογίζεται τον εαυτό της.
Οι ευγνώμονες άνθρωποι σκέφτονται και μιλούν για τους άλλους, ενώ οι αγνώμονες επικεντρώνουν την προσοχή και το ενδιαφέρον τους στις δικές τους ανάγκες, στα δικά τους αισθήματα, στα δικά τους βάσανα, στις δικές τους επιθυμίες ή στο πώς τους έχουν συμπεριφερθεί οι άλλοι, στο πώς τους έχουν αγνοήσει, αδικήσει ή πληγώσει. Ο αγνώμων άνθρωπος είναι γεμάτος από το εγώ του. Ολόκληρος ο κόσμος του περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Σπάνια θυμάται τις ανάγκες και τα αισθήματα των άλλων.
Σαν αποτέλεσμα αυτής της πληρότητάς τους από το εγώ τους οι αγνώμονες άνθρωποι είναι τυπικά πλεονέκτες, φιλάργυροι, απαιτητικοί, ενώ οι ευγνώμονες νιώθουν ελεύθεροι να ενδιαφέρονται για τους άλλους και να δίνουν.
Οι ευγνώμονες είναι άνθρωποι που αγαπούν τους άλλους και επιδιώκουν να δώσουν χαρά στους άλλους, ενώ οι αγνώμονες αγωνίζονται για τη δική τους ευχαρίστηση.
Ένα από τα πιο κοινά τελικά αποτελέσματα της αγνωμοσύνης είναι η αμαρτία της ηθικής διαφθοράς. Ο άνθρωπος, άντρας ή γυναίκα, που δεν αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τον τρόπο που ο Θεός καλύπτει τις ανάγκες του, αρχίζει εύκολα να μέμφεται το Θεό, αποδίδοντας σ’ Αυτόν τα λάθη. Απορρίπτοντας έτσι, την πρόνοια που έχει ήδη κάνει ο Θεός, ο αγνώμων άνθρωπος απέχει μόνο ένα βήμα από το ν’ αναζητήσει την ικανοποίηση των αναγκών του με παράνομους τρόπους.
3. Η ευγνώμων καρδιά είναι μια γεμάτη καρδιά, ενώ η αγνώμων καρδιά είναι άδεια.
Άσχετα από το πόσο λίγο μπορεί πραγματικά να συγκριθεί με τους άλλους, ο ευγνώμων άνθρωπος απολαμβάνει ένα αίσθημα πληρότητας. Αντίθετα, ο αγνώμων, άσχετα από το πόσο πολλά αγαθά έχει, θα ζει με ένα αυξανόμενο αίσθημα κενότητας στην καρδιά του. Ο αγνώμων μοιάζει με ένα δοχείο τρύπιο στον πάτο του, μέσα στο οποίο όσες ευλογίες κι αν βάλεις, διαρρέουν και το δοχείο παραμένει πάντα άδειο! Ο ευγνώμων άνθρωπος έχει απεριόριστη δυνατότητα ν’ απολαμβάνει πραγματικά τις ευλογίες που έχει.
Ο απόστολος Παύλος μάς δίνει ένα εξαίρετο παράδειγμα αυτής της αρχής. Η επιστολή του προς Φιλιππησίους είναι στην πραγματικότητα μια εκτενής ευχαριστήρια κάρτα, που την έγραψε για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στους Φιλιππησίους πιστούς για ότι έκαναν για να καλύψουν τις υλικές ανάγκες του, καθώς εκείνος ταξίδευε ιδρύοντας εκκλησίες. Γράφει: «Και το ξέρετε βέβαια κι εσείς Φιλιππήσιοι ότι στην αρχή της διάδοσης του ευαγγελίου, όταν αναχώρησα από τη Μακεδονία, καμιά εκκλησία δεν άρχισε μαζί μου δοσοληψίες παρά μονάχα εσείς. Αφού ακόμα και στη Θεσσαλονίκη και μια και δυο φορές στείλατε βοήθημα για τις ανάγκες μου…» (Φιλ. 4:15,16).
Κι αφού έχει εκφράσει τις ολόκαρδες ευχαριστίες του για το πιο πρόσφατο δώρο τους, ο Παύλος γράφοντας μέσα από τα έγκατα μιας ρωμαϊκής φυλακής, και στερούμενος τα πάντα εκτός από τα πιο στοιχειώδη κάνει μια αξιοσημείωτη δήλωση. Λέει: «Πάντως τώρα πια τα έχω λάβει όλα και μου περισσεύουν κιόλας…» (Φιλ. 4:18). Ποιος άλλος παρά μονάχα ένας πραγματικά ευγνώμων άνθρωπος θα μπορούσε να αποτιμήσει την κατάστασή του στη φυλακή μ’ αυτές τις λέξεις!
Αν είμαστε ειλικρινείς, οι περισσότεροι από μας θα ομολογήσουμε πως αν ήμασταν εμείς σε μια τέτοια κατάσταση, η δική μας ευχαριστήρια κάρτα, σίγουρα θα περιελάμβανε μια απαρίθμηση των θυσιών που κάνουμε, του κόστους που πληρώνουμε, για να υπηρετήσουμε τον Κύριο, των ανέσεων που στερούμαστε, και των υλικών και πνευματικών αναγκών που αντιμετωπίζουμε.
Αλλ’ όχι ο απόστολος Παύλος! Από τα βάθη μιας ευγνώμονης καρδιάς ανακράζει ο Παύλος: «Τα έχω όλα και μου περισσεύουν κιόλας» (Φιλ. 4:18). Στην πραγματικότητα νιώθει τόσο ικανοποιημένος από την καλοσύνη του Θεού, που προχωρεί και βεβαιώνει ξανά τους αναγνώστες του, λέγοντάς τους, πως τα αγαθά του Θεού είναι τόσο άφθονα, που «θα καλύψει και κάθε δική σας ανάγκη με τρόπο ένδοξο, σύμφωνα με το μέτρο του δικού Του πλούτου μέσω του Ιησού Χριστού» (Φιλ. 4:19).
4. Οι ευγνώμονες άνθρωποι ικανοποιούνται εύκολα, ενώ τους αγνώμονες τους κατατρώει η πικρία και το παράπονο.
Ειδικοί που ασχολήθηκαν χρόνια με ανθρώπους που είναι μόνιμα δυστυχείς, που νιώθουν κατάθλιψη και που είναι συναισθηματικά ασταθείς, βεβαιώνουν πως αυτές οι διαταραχές προέρχονται τις πιο πολλές φορές από αγνώμονες καρδιές, άσχετα από οποιεσδήποτε εξωτερικές συνθήκες που φαινομενικά μπορούν να δίνουν κάποια εξήγηση.
Ο αγνώμων άνθρωπος μένει δεμένος με τα «δικαιώματά» του και γίνεται εύκολο θύμα απογοήτευσης και πικρίας, όταν διαψεύδονται οι προσδοκίες του από το Θεό ή τους συνανθρώπους του. Ενώ εκείνος που αναγνωρίζει στο Θεό όλα τα δικαιώματα, τα βλέπει όλα με μάτι ευγνωμοσύνης, προερχόμενα από το Θεό και δεν αφήνει στην καρδιά του χώρο για καταστροφικά εγωιστικά συναισθήματα.
Το αίσθημα της ευγνωμοσύνης έχει μια ισχυρή θεραπευτική δύναμη. Η καρδιά που είναι συνεχώς γεμάτη από ευγνωμοσύνη μένει ασφαλής από κείνες τις επιθέσεις της απογοήτευσης, της πικρίας, της αγανάκτησης, του θυμού, της μελαγχολίας, της κατάθλιψης, από τα οποία πάσχουν πολλοί θρησκευόμενοι άνθρωποι.
Στα σχόλιά του πάνω στο ευαγγέλιο του Ματθαίου ο Ματθαίος Χένρυ γράφει: «Η ευγνωμοσύνη είναι η καλύτερη απάντηση στις σκοτεινές και ανησυχητικές σκέψεις, και μπορεί ν’ αποδειχτεί ένα αποτελεσματικό μέσο για τη διάλυσή τους. Ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας είναι ισχυρότατα καρδιοτονωτικά φάρμακα για αδυνατισμένες καρδιές και βοηθούν στη θεραπεία της μελαγχολίας. Όταν δε μας απομένει άλλη βοήθεια για τη θλίψη και το φόβο μπορεί να βρούμε πραγματική παρηγοριά στη φράση: «Σ’ ευχαριστώ, Ουράνιε Πατέρα».
Ένας άλλος σχολιαστής γράφει: «Η ευγνωμοσύνη είναι ένα εμβόλιο, ένα αντιτοξικό, ένα αντισηπτικό». Ένας άλλος θεολόγος διεύρυνε την αναλογία: «Η ευγνωμοσύνη μπορεί να γίνει ένα εμβόλιο που μπορεί να εμποδίσει την είσοδο μέσα στον άνθρωπο ενός αισθήματος θυμού και πικρίας». Όπως το αντιτοξικό εμποδίζει τις καταστροφικές επιδράσεις ορισμένων δηλητηρίων και ασθενειών, η ευγνωμοσύνη εξουδετερώνει το δηλητήριο της αναζήτησης κακού στους άλλους και της γκρίνιας. Όταν μας βρουν δυσκολίες, το αίσθημα της ευγνωμοσύνης αποδεικνύεται ανακουφιστικό αντισηπτικό.
5. Η ευγνώμων καρδιά θ’ αποκαλυφθεί και θα εκφραστεί με λόγια ευχαριστίας, ενώ η αγνώμων καρδιά θα αποκαλύψει τον εαυτό της με γκρίνιες και παράπονα.
Το πνεύμα της ευγνωμοσύνης είναι που ικανώνει τους ανθρώπους να βλέπουν τις πιο οδυνηρές περιστάσεις της ζωής και να τις αντιμετωπίζουν με ευχαριστία. Όπως παρατήρησε κάποιος: «Μερικοί άνθρωποι παραπονιούνται, γιατί ο Θεός έβαλε αγκάθια στα τριαντάφυλλα, ενώ άλλοι Τον ευχαριστούν γιατί έβαλε τριαντάφυλλα ανάμεσα στ’ αγκάθια».
Και πάλι πιστοί άνθρωποι από το παρελθόν έχουν πολλά να μας διδάξουν πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Ο Ματθαίος Χένρυ, γνωστός σχολιαστής του 19ου αιώνα, υπήρξε κάποτε θύμα επίθεσης ληστών. Αναφερόμενος στην εμπειρία του αυτή έγραψε στο ημερολόγιό του: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ, πρώτον, γιατί ποτέ πριν δε ληστεύτηκα από κανέναν. Δεύτερον, γιατί παρόλο που οι ληστές πήραν το πορτοφόλι μου δε με σκότωσαν. Τρίτον, γιατί αν και πήραν όλα μου τα χρήματα αυτά δεν ήταν πολλά. Και τέταρτον, γιατί εγώ υπήρξα ο ληστεμένος και όχι ο ληστής».
6. Οι ευγνώμονες άνθρωποι μοιάζουν με ζωογόνες δροσιστικές πηγές, ενώ οι αγνώμονες παρασύρουν τους άλλους μαζί τους μέσα στα λιμνάζοντα θολά νερά του εγωισμού τους, που προκαλούν κακομοιριά και δυστυχία.
Όλοι μας έχουμε γνωρίσει ανθρώπους που ήταν δυσάρεστοι, εξαιτίας της αρνητικής τους στάσης έναντι της ζωής. Μπορεί ακόμα να έχει επηρεαστεί δυσάρεστα και η δική μας στάση εξαιτίας τέτοιων ανθρώπων. Η αχαριστία είναι μεταδοτική. Δηλητηριάζει και μολύνει την ατμόσφαιρα των καρδιών μας, των σπιτιών μας και των άλλων συναναστροφών μας.
Και η ευγνωμοσύνη όμως είναι εξίσου μεταδοτική. Θυμάστε την ιστορία της Πολυάννας, εκείνου του ορφανού κοριτσιού που είχε σταλεί να ζήσει με μια δύστροπη θεία, που δεν την ήθελε; Θυμάστε πώς άλλαξε κυριολεκτικά όλο το κλίμα του σπιτιού εκείνου και της κοινότητας, καθώς η Πολυάννα εισήγαγε στο θλιμμένο, άχαρο εκείνο χωριό «Το Παιχνίδι της Χαράς»; Στην αρχή οι άνθρωποι ειρωνεύτηκαν το παράξενο εκείνο μικρό κορίτσι που επέμενε να βρίσκει κάτι ευχάριστο σχεδόν στο καθετί που συνέβαινε. Τελικά όμως αναγκάστηκαν να υποκύψουν στη δύναμη του να βρίσκουν κάτι καλό μέσα σε κάθε γεγονός ή περίσταση.
Μια γυναίκα από τη μέρα της γέννησής της υπήρξε θύμα εγκεφαλικής παράλυσης. Είχε κάνει πολλές επώδυνες εγχειρήσεις. Οι γονείς της είχαν χωρίσει. Στη συνέχεια πέθανε ο πατέρας της και είχε μείνει σχεδόν μόνη. Λίγα χρόνια αργότερα πίστεψε στο Χριστό και Τον δέχτηκε Σωτήρα της. Κι έγραψε σε μια φίλη της, για να συμμεριστεί την εμπειρία της. Περιέγραψε λεπτομερώς αρκετά από τα αγκάθια τα οποία θα έπρεπε να πολεμά σε καθημερινή βάση. Κατόπιν έκλεισε το γράμμα της μ’ ένα δικό της κομμάτι ποιήματος με τίτλο:
Ευχαριστία
Η ευχαριστία είναι κάτι
που μαθαίνεις.
Χρειάζεται καθημερινό περπάτημα,
εμπιστοσύνη και προσευχή.
Όταν οι περιστάσεις
ξεπεράσουν τις δυνάμεις σου
και δεν μπορείς να τις καταλάβεις,
στάσου απλά και κοίτα στο σταυρό,
και τότε θα δεις
την αγάπη την καταπληκτική
που εκδηλώθηκε εκεί για σένα.
Δες πως είναι μέρος του σχεδίου του Θεού,
που δε χρειάζεται να καταλάβεις.
Θέσε απλά το χέρι σου
μέσα στο δικό Του χέρι.
Γιατί ξέρεις ο Θεός είναι απεριόριστος.
Γι’ αυτό μέσα σε κάθε περίσταση,
υπάρχει ένας σκοπός.
Άσχετα πόσο σκοτεινά φαίνονται,
κοίτα απλά στον Ιησού.
Κράτα το χέρι Του.
Και μάθε ότι Αυτός φροντίζει για σένα.
Έχουμε κληθεί σε μια ζωή ευχαριστίας, αναγνωρίζοντας και εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη μας για τα αγαθά που έχουμε λάβει από το Θεό και τους άλλους. Γιατί όλοι μας είμαστε οφειλέτες και ο μόνος τρόπος ανταπόδοσης από μέρους μας είναι να έχουμε ευγνώμονες καρδιές και κάποια λόγια ευχαριστίας. Δεν είναι αρκετό να νιώθουμε ευγνωμοσύνη μέσα στις καρδιές μας. Η ευγνωμοσύνη αυτή πρέπει να εκφράζεται με λόγια προς εκείνους στους οποίους είμαστε οφειλέτες.
Από καιρό σε καιρό είναι καλό να σταθούμε και να κάνουμε απογραφή «των λογαριασμών ευγνωμοσύνης» μας. Να ρωτάμε τους εαυτούς μας αν υπάρχει καμιά περίπτωση στη ζωή μας για την οποία δεν είπαμε ποτέ το «ευχαριστώ» μας. Υπάρχει καμιά ευλογία από το Θεό για την οποία δεν Τον ευχαριστήσαμε; Υπάρχει κάποιο μέλος της οικογένειάς μας, κάποιος φίλος, ένας συνάδελφος, ένας δάσκαλος, ένας κήρυκας, που με κάποιον τρόπο άγγιξε τη ζωή μου ή με ωφέλησε, στον οποίο δεν είπα ένα «ευχαριστώ»;
Ας είναι απ’ εδώ κι εμπρός η προσευχή του καθενός μας: «Θεέ μου, έχεις δώσει τόσο πολλά. Σ’ ευχαριστώ για όλα. Σε παρακαλώ, δώσε μας κάτι ακόμα: Μια ευγνώμονη καρδιά».
Απόδοση: Συμεών Ιωαννίδης