«Πώς να Τοποθετούμαστε στη Ζωντανή Παρουσία του Θεού»

Επιλογές από το βιβλίο της πρακτικής χριστιανικής ζωής του brother Lawrence

O brother Lawrence που έγραψε το βιβλίο αυτό (The Practice of the Presence of God) πριν 300 περίπου χρόνια δεν ήταν παρά ένας απλός μάγειρας. Ο ανεπιτήδευτος όμως τρόπος με τον οποίο περιγράφει το πώς ακριβώς μπορεί ο πιστός να ζει καθημερινά στη διαρκή παρουσία του Θεού είναι πέρα για πέρα αληθινός και χρήσιμος για τον καθένα, ανεξάρτητα του μορφωτικού επιπέδου του.

                                         Μετάφραση: Δρ Γιούλικα K. Masry

 

«ΠΩΣ ΝΑ ΤΟΠΟΘΕΤΟΥΜΑΣΤΕ ΣΤΗ ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

 ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ 

            Τα πάντα είναι δυνατά σ’ εκείνον που πιστεύει˙ ακόμη περισσότερα σ’ εκείνον που ελπίζει˙ ακόμη περισσότερα σ’ εκεινον που αγαπά˙ και τα πιο πολλά απ’ όλα σ’ εκείνον που τα κάνει και τα τρία. Όλοι εμείς που πιστεύουμε με τον ορθό τρόπο και έχουμε βαφτιστεί, έχουμε ήδη κάνει το πρώτο βήμα προς την πνευματική πληρότητα. Αυτή την πληρότητα τη φτάνουμε όταν ζούμε τη ζωή της πίστης τοποθετούμενοι καθημερινά στη ζωντανή παρουσία του Θεού.

            Πρώτα απ’ όλα, είναι απαραίτητο να υπολογίζουμε το Θεό σε καθετί που κάνουμε ή λέμε. Ο στόχος μας πρέπει να είναι να είμαστε τέλειοι στη λατρεία που προσφέρουμε σ’ Αυτόν πάνω στη γη ως προετοιμασία για την Αιωνιότητα. Είναι απαραίτητο να πάρουμε τη σταθερή απόφαση να ξεπεράσουμε, με τη Χάρη Του, όλες τις δυσκολίες που συναντάμε στην πνευματική μας ζωή.

            Από την αρχή κιόλας της χριστιανικής μας πορείας πρέπει να θυμόμαστε ποιοι είμαστε κι ότι από μόνοι μας είμαστε ανάξιοι να λεγόμαστε χριστιανοί, αλλά μας αξιώνει να φέρουμε αυτό το όνομα το έργο που έχει κάνει ο Χριστός για μας. Με το να μας καθαρίζει από όλες μας τις ακαθαρσίες, ο Θεός επιδιώκει να μας ταπεινώσει και συχνά για το λόγο αυτό επιτρέπει να περάσουμε από πολλές δοκιμασίες και δυσκολίες.

            Πρέπει να πιστεύουμε με βεβαιότητα ότι και το Θεό ευχαριστεί και για μας τους ίδιους είναι ωφέλιμο να θυσιάσουμε τον εαυτό μας για Κείνον. Χωρίς αυτή την πλήρη υποταγή της καρδιάς και του νου στο θέλημά Του, δεν μπορεί να εργαστεί μέσα μας προκειμένου να μας τελειοποιήσει.

Όσο περισσότερο επιθυμούμε να είμαστε τέλειοι, τόσο περισσότερο είμαστε εξαρτημένοι από τη Χάρη του Θεού. Αρχίζουμε να νιώθουμε την ανάγκη Του για το παραμικρό, σε κάθε στιγμή. Γιατί χωρίς Εκείνον δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Ο κόσμος, ο εαυτός μας και ο εχθρός της ψυχής, ο σατανάς, κάνουν τρομερό πόλεμο εναντίον της ψυχής μας. Αν δεν εξαρτιόμασταν ταπεινά από το Θεό για βοήθεια, η ψυχή μας θα συρόταν στα έγκατα. Παρόλο που η απόλυτη εξάρτηση μπορεί καμιά φορά να έρχεται σε αντίθεση με την ανθρώπινη φύση μας, ο Θεός πολύ ευχαριστείται απ’ αυτή τη συμπεριφορά. Το να μάθουμε να έχουμε αυτή την εξάρτηση θα μας φέρει σε θέση ανάπαυσης.

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ 

            Η αγιότερη και αναγκαιότερη πρακτική στην πνευματική ζωή είναι να τοποθετείται κανείς στη ζωντανή παρουσία του Θεού. Αυτό σημαίνει να βρίσκουμε διαρκή ευχαρίστηση στη θεϊκή παρουσία, να μιλάμε με το Θεό ταπεινά και με αγάπη σε κάθε περίσταση, σε κάθε στιγμή, χωρίς καθόλου να περιορίζουμε το περιεχόμενο της συνομιλίας μας μαζί Του. Κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα αναγκαίο την ώρα του πειρασμού, της θλίψης, της αποξένωσης από το Θεό, ακόμα και τις ώρες της απιστίας μας και της αμαρτίας.

            Πρέπει να προσπαθούμε να συνομιλούμε με το Θεό με μικρούς τρόπους την ώρα που κάνουμε την εργασία μας. Όχι με προσευχές που έχουμε απομνημονεύσει ούτε προσπαθώντας να Του απαγγείλουμε σκέψεις που είχαμε κάνει πριν. Μάλλον είναι ανάγκη έτσι αγνά και απλά να Του ανοίξουμε την καρδιά μας–όπως ακριβώς μάς έρχονται τα λόγια.

            Πρέπει να κάνουμε τα πάντα με μεγάλη προσοχή, αποφεύγοντας αλαζονικές πράξεις–που είναι η ένδειξη ενός πνεύματος δίχως τάξη. Ο Θεός θέλει να εργαζόμαστε μαζί Του απαλά, ήρεμα και με αγάπη, ζητώντας από Κείνον να κάνει δεκτή την εργασία μας. Με αυτή τη διαρκή επικέντρωση στο Θεό θα αντισταθούμε στο σατανά και θα τον κάνουμε να φύγει (στην επιστολή του Ιακώβου διαβάζουμε σχετικά: «Υποταχθήτε λοιπόν εις τον Θεόν˙ αντισταθήτε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σας», 4/7).

            Ό,τι κι αν κάνουμε, ακόμα κι αν μελετάμε το Λόγο του Θεού ή προσευχόμαστε, θα πρέπει να σταματάμε κάθε τόσο–όσο πιο συχνά γίνεται–για να δοξάσουμε το Θεό απ’ τα βάθη της καρδιάς μας, για να Τον απολαύσουμε μυστικά. Αφού πιστεύουμε πως ο Θεός είναι πάντοτε μαζί μας σε ό,τι κι αν κάνουμε, γιατί να μη σταματάμε για λίγο να Τον λατρεύσουμε, να Τον δοξάσουμε, να Του υποβάλουμε τα αιτήματά μας, να Του προσφέρουμε τις καρδιές μας και να Τον ευχαριστήσουμε;

            Τι θα ευχαριστούσε το Θεό περισσότερο από το να αφήνουμε προσωρινά κατά μέρος τις κατά κόσμο έγνοιες μας προκειμένου να Τον λατρεύσουμε με το πνεύμα μας; Αυτά τα στιγμιαία καταφύγια εξυπηρετούν το σκοπό να μας ελευθερώσουν από τον εγωισμό, ο οποίος μόνο μέσα στον κόσμο μπορεί να υπάρξει. Με λίγα λόγια, δεν μπορούμε να εκφράσουμε καλύτερα την πιστότητά μας στο Θεό παρά με το να απαρνηθούμε τον κοσμικό εαυτό μας κάπου χίλιες φορές την ημέρα, προκειμένου να απολαύσουμε έστω και μία στιγμή μ’ Εκείνον.

            Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραμελήσουμε τα κατά κόσμο καθήκοντά μας για πάντα. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατο. Εντούτοις, νομίζω ότι είναι ένα συνηθισμένο λάθος το οποίο κάνουν οι γεμάτοι Άγιο Πνεύμα πιστοί να μη βάζουν στην πάντα κατά διαστήματα τις έγνοιες του κόσμου για να δοξάσουν το Θεό στο πνεύμα τους και ν’ αναπαυθούν για λίγα λεπτά στην ειρήνη της θεϊκής Του παρουσίας.

            Η λατρεία μας προς το Θεό πρέπει να γίνεται εν πίστει, πιστεύοντας δηλαδή ότι Εκείνος πράγματι κατοικεί στις καρδιές μας και ότι πρέπει να Τον αγαπάμε και να Τον υπηρετούμε εν πνεύματι και αληθεία. Είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε ότι Εκείνος είναι ο Ανεξάρτητος από τον οποίο εξαρτιόμαστε όλοι και ότι γνωρίζει το καθετί που  μάς συμβαίνει.

            Οι τελειότητες του Θεού είναι πράγματι αναρίθμητες. Με το απεριόριστα υπέροχο Είναι Του και την κυρίαρχη θέση Του ως Δημιουργός και Σωτήρας, έχει το δικαίωμα να κάνει κατοχή τόσο επάνω μας όσο και πάνω σε ό,τι υπάρχει στον ουρανό και στη γη. Θα εξαρτάτο συνεπώς απ’ Αυτόν να κάνει με τον καθένα από μας ό,τι επιθυμεί και στο χρόνο και στην αιωνιότητα. Για όλα όσα Εκείνος είναι για μας, Του οφείλουμε τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις μας. Ας επιδιώκουμε λοιπόν ειλικρινά να κάνουμε ακριβώς αυτό.

            Πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά τον εαυτό μας για να δούμε ποιες αρετές είναι εκείνες που χρειαζόμαστε περισσότερο, αλλά που το βρίσκουμε δύσκολο να τις αποκτήσουμε. Θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε, ως προς τις αμαρτίες στις οποίες πέφτουμε συχνότερα, υπό ποίες συνθήκες γίνεται αυτό. Την ώρα της πάλης μας με αυτούς τους παράγοντες, μπορούμε να πάμε μπροστά στο Θεό με απόλυτη εμπιστοσύνη και να παραμείνουμε εκεί, ενώπιον της θεϊκής Του Μεγαλειότητας. Με ταπείνωση στην ψυχή μπορούμε να Του προσφέρουμε τη λατρεία μας ομολογώντας Του τις αμαρτίες και αδυναμίες μας και ζητώντας με αγάπη τη βοήθεια της Χάρης Του την ώρα της ανάγκης μας. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι μπορούμε να είμαστε μέτοχοι όλων των δικών Του αρετών, παρόλο που από μόνοι μας δεν τις έχουμε.

ΠΩΣ ΝΑ ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ ΤΟ ΘΕΟ

            Το να λατρεύουμε το Θεό εν πνεύματι και αληθεία σημαίνει να Τον λατρεύουμε έτσι όπως πρέπει να Τον λατρεύουμε. Επειδή ο Θεός είναι Πνεύμα, επιβάλλεται να Τον λατρεύουμε εν πνεύματι. Αυτό σημαίνει να Τον λατρεύουμε με ταπεινή, ειλικρινή αγάπη που βγαίνει από τα βάθη και το κέντρο της ψυχής μας. Μόνο ο Θεός μπορεί να διακρίνει αυτή τη λατρεία, την οποία πρέπει να επαναλαμβάνουμε μέχρι να γίνει φύση μας, σαν να ήταν δηλαδή ο Θεός ένα κομμάτι της ψυχής μας, σαν ο Θεός και η ψυχή μας να ήταν ένα. Η άσκηση θα το καταδείξει αυτό.

            Δεύτερον, το να λατρεύουμε το Θεό εν αληθεία είναι το να Τον αναγνωρίζουμε για κείνο που είναι και να αναγνωρίζουμε και τους εαυτούς μας γι’ αυτό που είμαστε. Το να λατρεύουμε το Θεό εν αληθεία σημαίνει ότι οι καρδιές μας πράγματι βλέπουν το Θεό ως απόλυτα τέλειο και άξιο της δόξας που Του αποδίδουμε. Ποιος άνθρωπος–όσο μικρή νοημοσύνη κι αν έχει–δεν θα ’βαζε όλα του τα δυνατά για να δείξει το σεβασμό και την αγάπη του σ’ αυτό το Μεγάλο Θεό;

            Τρίτον, το να λατρεύουμε το Θεό εν αληθεία είναι το να παραδεχόμαστε ότι η φύση μας είναι το ακριβώς αντίθετο από τη δική Του. Ωστόσο, Εκείνος θέλει να μας κάνει σαν τον Εαυτό Του, αν το επιθυμούμε. Ποιος θα ήταν τόσο ανόητος ώστε να παραμελήσει, έστω και για μια στιγμή, να Του αποδώσει το σεβασμό, την αγάπη, την υπηρεσία και την αδιάλειπτη λατρεία που Του οφείλουμε;

Η ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ 

            Ο πρώτος τρόπος με τον οποίο η ψυχή ενώνεται με το Θεό είναι μέσω της σωτηρίας, αποκλειστικά και μόνο με τη Χάρη Του.

            Ακολουθεί μια περίοδος κατά την οποία η σωσμένη ψυχή έρχεται να γνωρίσει το Θεό μέσα από μία σειρά εμπειριών, μερικές απ’ τις οποίες τη φέρνουν σε στενότερη ένωση μαζί Του ενώ άλλες την απομακρύνουν. Η ψυχή λοιπόν μαθαίνει ποιες δραστηριότητες τη φέρνουν πιο κοντά στην παρουσία του Θεού και παραμένει στην παρουσία Του με το να ασκεί αυτές ακριβώς τις δραστηριότητες.

            Η πιο στενή ένωση με το Θεό είναι με τη ζωντανή παρουσία Του στη ζωή μας. Παρόλο που αυτή η σχέση με το Θεό είναι πέρα για πέρα πνευματική, είναι μια πολύ δυναμική σχέση, διότι η ψυχή δεν είναι κοιμισμένη. Μάλλον βρίσκεται σε δυναμική εγρήγορση. Στη θέση αυτή η ψυχή είναι ζωντανότερη κι από τη φωτιά, λαμπερότερη κι απ’ τον πιο ασυννέφιαστο ήλιο. Αλλά συγχρόνως είναι τρυφερή και αφοσιωμένη.

            Η ένωση αυτή δεν είναι μια απλή ένωση της καρδιάς, κάτι δηλαδή σαν να πεις, «Κύριε, Σ’ αγαπώ με όλη την καρδιά μου» ή κάτι τέτοιο. Είναι μάλλον μια ανεπίδεκτη έκφρασης κατάσταση της ψυχής–η ψυχή είναι γλυκιά, ειρηνική, ταπεινή, γεμάτη αγάπη και πολύ πολύ απλή–η οποία παρακινεί τον άνθρωπο να αγαπήσει το Θεό, να Τον λατρεύσει και να Τον αγκαλιάσει τόσο με τρυφερότητα όσο και με χαρά.

            Ο καθένας που επιζητεί την ένωση με το Θεό θα συνειδητοποιήσει ότι απλά και μόνο επειδή κάτι είναι ευχάριστο και πάρα πολύ αρεστό στη θέληση δεν έπεται ότι αυτό είναι κι εκείνο που θα τον φέρει κοντύτερα στο Θεό. Μερικές φορές είναι απαραίτητο να απεξαρτήσουμε τα αισθήματα της θέλησης από τον κόσμο προκειμένου να εστιαστούμε αποκλειστικά στο Θεό. Αν η θέληση έχει την ικανότητα κατά κάποιον τρόπο να Τον κατανοήσει, αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την αγάπη. Και αυτή η αγάπη η οποία έχει στόχο της το Θεό θα εμποδίζεται από τα πράγματα του κόσμου.

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 

            Η παρουσία του Θεού είναι η επικέντρωση της ψυχής του ανθρώπου στο Θεό συνειδητοποιώντας ότι Εκείνος είναι πάντοτε Παρών.

            Γνωρίζω ένα άτομο που επί σαράντα χρόνια ασκείται στη συνειδητοποίηση της παρουσίας του Θεού, κάτι το οποίο αποκαλεί με διάφορα άλλα ονόματα. Μερικές φορές το λέει μια απλή πράξη–μια καθαρή και συγκεκριμένη γνώση του Θεού– και άλλοτε μια ασαφή αντίληψη ή μια γενική και με κίνητρο την αγάπη θεώρηση του Θεού–μια ανάμνηση του Ποιος είναι. Επίσης αναφέρεται σ’ αυτό ως ένα είδος προσοχής που δίνουμε στο Θεό, μια σιωπηλή επικοινωνία μαζί Του, μια εμπιστοσύνη που Του έχουμε ή η ζωή και η ειρήνη της ψυχής. Συμπερασματικά, αυτό το άτομο μού είπε πως όλες αυτές οι περιγραφές της παρουσίας του Θεού είναι απλά συνώνυμα του ίδιου πράγματος και ότι αποτελούν μια πραγματικότητα η οποία του είναι πολύ φυσική.

            Ο φίλος μου λέει ότι με την τοποθέτησή του στην παρουσία του Θεού θεμελιώνει μια τόσο γλυκιά κοινωνία με τον Κύριο που το Άγιο Πνεύμα κατοικεί εκεί, στην ανάπαυση της ειρήνης του Θεού, χωρίς καμιά μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους του ανθρώπου. Όντας λοιπόν στο κέντρο αυτής της ανάπαυσης, γεμίζει με μια πίστη η οποία τον ικανώνει να ανταπεξέλθει σε οτιδήποτε συναντήσει στη ζωή.

            Αυτό είναι εκείνο το οποίο αποκαλεί «ζωντανή παρουσία» του Θεού, κάτι που περιλαμβάνει κάθε είδους επικοινωνία την οποία ένα πρόσωπο που κατοικεί στη γη μπορεί να έχει με τον Ουράνιο Θεό. Μερικές φορές ζει σαν να μην υπήρχε κανένας άλλος στη γη παρά εκείνος κι ο Θεός. Μιλάει τρυφερά με το Θεό όπου κι αν πάει, Του ζητάει ό,τι χρειάζεται και χαίρεται την παρουσία Του με μύριους τρόπους.

            Ωστόσο, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει κανείς ότι αυτή η συνομιλία με το Θεό λαμβάνει χώρα στα βάθη και στο κέντρο της ψυχής. Εκεί είναι που η ψυχή συνομιλεί με το Θεό σαν από καρδιά σε καρδιά και πάντα κατοικεί κανείς σε μια μεγάλη και βαθιά ειρήνη την οποία η ψυχή απολαμβάνει όταν είναι με το Θεό. Όλο το κακό που συμβαίνει στον κόσμο γύρω μας μπορεί τότε να παρομοιαστεί με τη φωτιά ενός άχυρου που σβήνει την ώρα ακριβώς που ανάβει, ενώ η ψυχή διατηρεί μονίμως την εσωτερική της ειρήνη με το Θεό.

            Η παρουσία του Θεού λοιπόν είναι η ζωή και η τροφή της ψυχής που ο άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει με τη Χάρη του Θεού. Αυτό γίνεται ως εξής.

ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΡΘΟΥΜΕ

ΣΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

            Ο πρώτος τρόπος για να εξασφαλίσουμε τη θέση μας στη ζωντανή παρουσία του Θεού είναι να έχουμε τη νέα ζωή που τη λαμβάνουμε με τη σωτηρία μας μέσα από το αίμα του Ιησού Χριστού.

            Ο δεύτερος είναι να ασκούμαστε αδιαλείπτως σ’ αυτή την τοποθέτηση. Αυτό πρέπει πάντοτε να γίνεται απαλά, ταπεινά και με αγάπη, χωρίς να υποκύπτουμε στο άγχος ή τα προβλήματα.

            Ακολουθεί η προϋπόθεση να βρίσκεται ο οφθαλμός της ψυχής μας πάντα στραμμένος προς το Θεό, ιδίως όταν συμβαίνει κάτι στον εξωτερικό κόσμο. Επειδή απαιτείται μεγάλη προσπάθεια και εξάσκηση για την τελειοποίηση αυτής της μεθόδου, δεν πρέπει να απογοητεύεται κανείς με την αποτυχία. Παρόλο που αυτή η συνήθεια είναι δύσκολο να μορφωθεί, όταν εμπεδωθεί γίνεται πηγή θεϊκής χαράς.

            Είναι πρέπον να είναι η καρδιά (που είναι το πρώτο πράγμα το οποίο παίρνει ζωή και στη συνέχεια δίνει ζωή σε όλο το σώμα) εκείνο που πρώτα θ’ αγαπήσει το Θεό. Η καρδιά είναι η αρχή και το τέλος όλων των πνευματικών και σωματικών πράξεων και γενικότερα του κάθετι που κάνουμε στη ζωή. Είναι λοιπόν η καρδιά που θα πρέπει να εστιάσει προσεχτικά την προσοχή της στο Θεό.

            Τότε, στα πρώτα στάδια αυτής της άσκησης, δεν είναι λάθος να προσφέρει κανείς στο Θεό σύντομες μικρές φράσεις δοξολογίας, εμπνευόμενες από αγάπη, όπως «Κύριε, είμαι όλος δικός Σου», «Θεέ της αγάπης, Σε αγαπώ με όλη την καρδιά μου» ή «Κύριε, χρησιμοποίησέ με σύμφωνα με το Θέλημά Σου». Ωστόσο, είναι απαραίτητο να θυμόμαστε πάντοτε να προφυλάσσουμε το μυαλό από το να επιστρέφει στον κόσμο. Κρατήστε την προσοχή σας εστιασμένη αποκλειστικά στο Θεό ασκώντας τη θέλησή σας να παραμένετε διαρκώς στη ζωντανή παρουσία Του.

            Τέλος, παρόλο που στην αρχή μπορεί να είναι δύσκολο να επιμείνει κανείς σ’ αυτή την άσκηση, τα αποτελέσματά της στην ανθρώπινη ψυχή είναι θαυμαστά όταν γίνεται συστηματικά. Φέρνει τις ευλογίες της Χάρης του Θεού σε μεγάλη αφθονία και δείχνει στην ψυχή πώς να βλέπει παντού τη ζωντανή παρουσία του Θεού με καθαρή και τρυφερή ενόραση, κάτι που είναι η αγιότερη, σταθερότερη, ευκολότερη και αποτελεσματικότερη θέση προσευχής.

ΟΙ ΕΥΛΟΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

            Η πρώτη ευλογία που παίρνει η ψυχή από την πνευματική άσκηση να τοποθετείται στην παρουσία του Θεού είναι ότι η πίστη της αναζωογονείται και ενεργοποιείται σε όλους τους τομείς της ζωής. Αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν στους δύσκολους καιρούς, αφού παίρνει τη Χάρη που χρειάζεται προκειμένου ν’ ανταποκριθεί ο άνθρωπος στον πειρασμό και να συμπεριφερθεί όπως πρέπει μέσα στην κοινωνία. Η ψυχή–συνηθισμένη με αυτή την πρακτική να ασκεί πίστη–μπορεί πράγματι να ‘νιώσει’ και να ‘δει’ το Θεό απλά με το να εισέλθει στην παρουσία Του. Τον καλεί με ευκολία και παίρνει απ’ Αυτόν ό,τι της χρειάζεται. Μ’ αυτό τον τρόπο, μπορεί να πει κανείς ότι η ψυχή πλησιάζει τον Άγιο με την έννοια ότι μπορεί σχεδόν να πει, «Δεν λέω πια μόνο ‘πιστεύω’, αλλά και ‘βλέπω’ και ‘γεύομαι’». Αυτού του είδους η πίστη βαθαίνει όλο και περισσότερο καθώς αναπτύσσεται με την άσκηση του να έρχεται διαρκώς ο άνθρωπος στην παρουσία του Θεού.

            Δεύτερον, η εξάσκηση στο να τοποθετείται ο άνθρωπος στην παρουσία του Θεού τονώνει την ελπίδα. Η ελπίδα μας δυναμώνει καθώς η πίστη μας υπεισέρχεται στα μυστήρια του Θεού με την επανάληψη της άγιας αυτής άσκησης. Η ψυχή ανακαλύπτει στο Θεό μια ωραιότητα η οποία απείρως ξεπερνά όχι μόνο εκείνη της ομορφιάς των σωμάτων που βλέπουμε στη γη, αλλά και την ομορφιά των αγγέλων. Η ελπίδα μας αυξάνει και δυναμώνει και ο βαθμός του αγαθού το οποίο η ψυχή ελπίζει ότι θα απολαύσει –και που εν μέρει ήδη γεύεται–τη βεβαιώνει και τη στηρίζει.

                                                                                                       ▪

            Η τρίτη ευλογία είναι ότι αυτή η πρακτική κάνει τη θέληση να χαίρεται που είναι τοποθετημένη μακριά απ’ τον κόσμο. Κυριολεκτικά την πυρακτώνει με τη φωτιά της άγιας αγάπης. Αυτό συμβαίνει διότι η καρδιά βρίσκεται πάντα μαζί με το Θεό ο οποίος είναι πυρ αναλίσκον και κάνει σκόνη ό,τι αντιτίθεται σ’ Αυτόν. Έτσι φλογισμένη η ψυχή, δεν μπορεί πια να ζήσει παρά μόνο στην παρουσία του Θεού της. Αυτή η θεϊκή παρουσία δημιουργεί στην καρδιά έναν άγιο πόθο, μια ιερή επιτακτικότητα και μια πολύ έντονη επιθυμία να δει αυτό το Θεό τον οποίο τόσο πολύ αγαπά η καρδιά.

                                                                                                      ▪

            Με το να ασκείται η ψυχή στο να βρίσκεται στην παρουσία του Θεού και διαρκώς να προσβλέπει σ’ Αυτόν, εξοικειώνεται μαζί Του σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να περνά σχεδόν ολόκληρη τη ζωή της μέσα σε συνεχείς πράξεις αγάπης, δοξολογίας, εμπιστοσύνης, ευχαριστίας, προσφοράς και προσευχής. Κάποτε όλα αυτά μπορεί να συγχωνευθούν σε μία μόνο πράξη η οποία δεν έχει τέλος κι αυτό επειδή η ψυχή επιδίδεται ακατάπαυστα στην πνευματική άσκηση να τοποθετείται στην παρουσία του Θεού.

 

                                                                                                                        (Δεκέμβριος 2007)

Comments are closed.