ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ;

     Ποιος είναι ο αληθινός χριστιανός, ή, αλλιώτικα, ποια είναι η ολοκληρωμένη εικόνα ενός αληθινού χριστιανού; Να ένα ερώτημα όπου έχουν δοθεί κι εξακολουθούν να δίνονται του κόσμου οι απαντήσεις. «Όσοι δε εδέχθησαν Αυτόν (τον Χριστόν) εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γίνωσιν τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα Αυτού», μας λέει ο Λόγος του Θεού. Ναι, αλλά ποιοι είναι αυτοί που Τον «εδέχθησαν» στην πραγματικότητα; μπορούμε άραγε να είμαστε βέβαιοι για κάποιους ότι είναι πραγματικοί χριστιανοί; κι έχουμε το δικαίωμα για μια τέτοια έρευνα, για μια τέτοια ταξινόμηση; «Ο Πέτρος είναι αληθινός χριστιανός, για το Θόδωρο έχω κάποιες αμφιβολίες, η Μαρία σίγουρα βρίσκεται απέξω…» Από πού βγάζουμε άραγε τέτοια σίγουρα συμπεράσματα; από το ποιος δηλώνει «αναγεννημένος» χριστιανός; μάλλον αμφίβολο κριτήριο, αν αναλογιστούμε τα κατορθώματα κάποιων «αναγεννημένων», σε διάφορα μέρη του κόσμου, κι ίσως και στο δικό μας περιβάλλον. Ακόμη πιο αβέβαιο το κριτήριο, ότι κάποιος αποτελεί κοινωνό μέλος μιας ευαγγελικής εκκλησίας. Πρέπει κάποτε να το πάρουμε απόφαση ότι οι αληθινοί χριστιανοί είναι διάσπαρτοι σ’ όλες τις εκκλησίες ή και έξω απ’ αυτές, σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ίσως υπάρχουν σε αρκετά μεγάλο ποσοστό –μεγαλύτερο από αλλού- σε τόπους όπου η Βίβλος, Παλιά και Καινή Διαθήκη, αποτελεί την τακτική και σχεδόν αποκλειστική πνευματική τροφή, όπως συνήθως συμβαίνει στις ευαγγελικές μας εκκλησίες. Αρκετές όμως φορές έχουμε συναντήσει, και εγώ, και υποθέτω και εσείς, ανθρώπους που δεν ανήκουν μεν στην ευαγγελική εκκλησία, που όμως η προφορική τους μαρτυρία και η μαρτυρία της ζωής τους μας βεβαιώνουν πως πρόκειται για αληθινά παιδιά του Θεού. Ούτε λοιπόν το να δηλώνει απλά κανείς πως είναι «αναγεννημένος», ούτε το να είναι ενταγμένος σε κάποια ευαγγελική εκκλησία αποτελούν ικανή και αναγκαία συνθήκη για να είναι αληθινό παιδί του Θεού. Τότε λοιπόν ποιος είναι χριστιανός; αυτός που αγαπά τους συνανθρώπους του και θυσιάζεται γι’ αυτούς, όπως υποστηρίζουν μερικοί; Ο Άλμπερτ Σβάϊτσερ, διάσημος θεολόγος, μουσικός, μουσικολόγος, γιατρός και ιεραπόστολος, υπήρξε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, το πιο κλασικό παράδειγμα θα λέγαμε, για μια τέτοια περίπτωση. Ξεκίνησε από ιεροκήρυκας σε εκκλησία και καθηγητής σε θεολογική προτεσταντική σχολή, οργανίστας από τους πιο περίφημους, ειδικός μάλιστα στα έργα του Ιωάννη Σεβαστιανού Μπαχ, για τον οποίο έχει γράψει κι ένα περίφημο βιβλίο, καθώς και πολλές κριτικές αναλύσεις του έργου του. Στα 30 του παράτησε τα πάντα κι άρχισε να σπουδάζει ιατρική, και στα 38 του εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Γκαμπόν της Αφρικής μαζί με τη σύζυγό του, νοσοκόμα στο επάγγελμα, όπου ίδρυσε νοσοκομείο με σκοπό τη δωρεάν ιατρική περίθαλψη και νοσηλεία των μαύρων ιθαγενών. Έζησε μέχρι τα ενενήντα του, δραστήριος πάντα στο σπουδαίο του έργο, τιμημένος με πολλά βραβεία –ανάμεσά τους και το Νόμπελ Ειρήνης , κι έχοντας σαν παράδειγμα και πρότυπο τη ζωή, την αυταπάρνηση και την ηθική διδασκαλία του Χριστού. «Το λάθος που κάνουμε οι περισσότεροι από μας», είπε κάποτε, «είναι να νομίζουμε πως με τόσες ευθύνες στο σπίτι και στη δουλειά, χωμένοι μέχρι το λαιμό συνέχεια στις υποχρεώσεις μας, δεν έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε καλό στον κόσμο. Ασχολήσου με μια δεύτερη δουλειά, ένα επάγγελμα που θα βοηθήσει τους ανθρώπους. Δεν υπάρχει κανένα κόστος σ’ αυτό, υπάρχει μόνο το κέρδος που αποκομίζουμε όταν ενεργούμε μ’ αυτόν τον τρόπο. Αλλά μέσα σ’ αυτήν τη δεύτερη δουλειά θα υπάρξουν θαυμάσιες ευκαιρίες – μια βαθιά δύναμη και ευλογία και για τους δυο, και γι’ αυτόν που θα δώσει και γι’ αυτόν που θα λάβει. Το πρώτο σου επάγγελμα σου δίνει τη δυνατότητα να κερδίσεις «τα προς το ζην», το δεύτερο όμως σου χαρίζει μια ζωή.» Ένας μεγάλος ανθρωπιστής που με το «δεύτερο» αυτό επάγγελμά του ευεργέτησε χιλιάδες συνανθρώπους του και μας άφησε ένα υπέροχο παράδειγμα αυτοθυσίας, σ’ εμάς τους χριστιανούς που χαντακώσαμε οι περισσότεροι το τάλαντο που μας χάρισε ο Θεός βαθιά μέσα στη γη. Κι όμως αυτός ο μεγάλος άνθρωπος που θάλεγε κανείς πως υπήρξε υπόδειγμα και παράδειγμα χριστιανού, δεν δεχόταν τη θεϊκή υπόσταση του Χριστού, κατεβάζοντάς Τον στο επίπεδο του απλού ανθρώπου. Χωρίς αμφιβολία λοιπόν, παρά την αξιοθαύμαστη πορεία του, δεν εκπλήρωνε τις προδιαγραφές ενός πραγματικού χριστιανού. Ο Θεός μονάχα θα τον κρίνει, και φυσικά δεν είμαστε κατάλληλοι να τον κατακρίνουμε εμείς, που στις πιο πολλές περιπτώσεις δεν κουνάμε ούτε το μικρό μας δαχτυλάκι για να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας, και που δεν αξιοποιούμε τα τάλαντα που μας χάρισε ο Θεός.

       Θα μπορούσαμε να ξοδέψουμε πολλές σελίδες μιλώντας για ιδιότητες και γνωρίσματα χριστιανικά μεν, αλλά που από μόνα τους δε δίνουν ολοκληρωμένη την εικόνα ενός αληθινού χριστιανού. Ο Κύριος μας είπε, για να αναφέρουμε ένα ακόμα παράδειγμα, πως δε θα μπει στη βασιλεία των ουρανών αυτός που από το πρωί μέχρι το βράδυ επικαλείται τ’ όνομά Του –«Κύριε, Κύριε»- αλλά αυτός που εκτελεί το θέλημα του Θεού. Είναι της μόδας σήμερα -και σχεδόν πάντα στο παρελθόν ήταν στην πρώτη γραμμή, βρίσκεται φαίνεται μέσα στα γονίδια πολλών πιστών- ο εκστασιασμός με υψωμένα τα χέρια, με εξαϋλωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου, με στάσεις και κινήσεις ύψιστης ευλάβειας, και σε άλλες, πιο βαριές περιπτώσεις, με χοροπηδητά και ποικίλες ακραίες εκδηλώσεις σε ώρες ομαδικής λατρείας σε διάφορες ομάδες και μέσα σε πολλές εκκλησίες. Δεν έχω τίποτε ενάντια σε τέτοιου είδους ξεχειλίσματα του περισσεύματος της καρδιάς, φτάνει να μην ξεπερνούν τα όρια της ευπρέπειας και της στοιχειώδους σοβαρότητας, και ν’ αποτελούν ειλικρινείς εκδηλώσεις  πίστης κι όχι απλή μίμηση ξένων προτύπων. Αναρωτιέμαι όμως τι είδους χριστιανισμός είναι αυτός, όταν –όπου συμβαίνει αυτό, δε μιλώ για όλες τις περιπτώσεις- ο γνήσιος καρπός του Πνεύματος απουσιάζει σχεδόν τελείως. Όταν μικροψυχίες, κακίες, φθόνοι, χωρίζουν αδελφούς για μηδαμινές αιτίες, κι όταν ο εγωισμός πως εμείς τάχα είμαστε οι «πνευματικοί» και οι υπόλοιποι χριστιανοί είναι δεύτερης ποιότητας καταστρέφει και την παραμικρή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μήπως έχουμε ξεχάσει τι είναι ο πραγματικός, ο ολοκληρωμένος χριστιανισμός, και επειδή η εποχή μας είναι δύσκολη και πολύ μεγάλο το στρες της καθημερινής ζωής «ξεδίνουμε» με τέτοιου είδους διονυσιακές εκδηλώσεις;

 

                      * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *                

Ασφαλώς μέσα στον περιορισμένο μας χώρο δεν πρόκειται να περιγράψουμε με όλες τις λεπτομέρειες την εικόνα ενός ολοκληρωμένου χριστιανού. Άλλωστε χρόνια και χρόνια ακούμε από τους άμβωνές μας πολλά και πολύ σημαντικά πάνω σ’ αυτό το θέμα. Και φυσικά ξέρουμε όλοι πως ολοκληρωμένος χριστιανός είναι αυτός που έχοντας δεχτεί τη σωτηρία του Χριστού ζει καθημερινά σε επαφή με τον Κύριό του μέσα από την προσευχή και τη μελέτη του Λόγου του Θεού, παρουσιάζει μια αρμονία ανάμεσα στον εσωτερικό του κόσμο και στις εξωτερικές του εκδηλώσεις και κυρίως στην προσωπική του ηθική –αυτό που λέμε αλλιώς «καλή μαρτυρία»- κι ακόμη βρίσκεται σε αγαθή σχέση με τους αδελφούς του και τους υπόλοιπους συνανθρώπους του, βοηθώντας και συντρέχοντας όσο του είναι δυνατόν, και δείχνοντας καλή πίστη και αγάπη απέναντι σε όλους. Γι’ αυτήν την τελευταία, την αγάπη, έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες κι έχουν ακουστεί αμέτρητα λόγια κι αμέτρητες περιγραφές. Βρήκα όμως κάπου κάποιον ορισμό γι’ αυτήν που πολύ μου άρεσε, που μπορεί να μη δίνει ολοκληρωμένη την εικόνα της, ωστόσο όμως θα πρέπει πολύ να μας προβληματίσει. «Αγάπη», λέει ο Eric Segal, αμερικανός συγγραφέας, «σημαίνει ότι ποτέ δε θα χρειαστεί να ζητήσεις συγνώμη». Πόσο άραγε μας βαραίνουν διαφόρων ειδών τύψεις απέναντι σε αδελφούς, σε συζύγους, σε γονείς, σε παιδιά, σε γείτονες,; Μακάρι να μη χρειαζόταν να ζητήσουμε συγνώμη από κανέναν. Αυτό θα ήταν το τέλειο. Όταν όμως πρέπει να το κάνουμε, τι περιμένουμε; δεν αναλογιζόμαστε άραγε πως δε θάχουμε αιωνίως τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο, και πως μπορεί κάποτε που θα το αποφασίσουμε νάναι πια πολύ αργά;

       Είχα βρει πριν μερικά χρόνια σε κάποιο βιβλίο ένα πολύ ενδιαφέρον ποίημα και άκρως διδακτικό για όλους μας, γραμμένο από μια κοπέλα που θέλησε να μείνει στην ανωνυμία. Ήταν η εποχή που ο πόλεμος στο Βιετνάμ βρισκόταν ακόμη στο φόρτε του. Γράφει λοιπόν η ανώνυμη αυτή ποιήτρια:

 

                «Θυμάσαι τη μέρα που δανείστηκα

                 το καινούργιο σου αυτοκίνητο και το τρακάρισα;

                 Νόμισα πως θα με σκότωνες, μα δεν το έκανες.

                 Και θυμάσαι τη φορά που επέμενα να πάμε στη θάλασσα

                 κι εσύ έλεγες ότι θα βρέξει, και έβρεξε;

                 Νόμιζα πως θα μου ’λεγες «Στο είχα πει». Μα δεν το έκανες.

                 Θυμάσαι τη φορά που φλερτάρισα με όλους τους άντρες

                 για να σε κάνω να ζηλέψεις, και συ ζήλεψες;

                 Νόμισα πως θα με παρατούσες, μα δεν το έκανες.

                 Θυμάσαι τη φορά που λέρωσα την ταπετσαρία

                 του αυτοκινήτου σου

                 με κρέμα φράουλα;

                 Νόμιζα πως θα με χτυπούσες, μα δεν το έκανες.

                 Και θυμάσαι τη φορά που ξέχασα να σου πω πως

                 ο χορός ήταν επίσημος και ήρθες με το μπλουτζίν;

                 Νόμιζα πως θα ’φευγες, αλλά δεν το έκανες.

                 Ναι, υπάρχουν χιλιάδες πράγματα που δεν τα έκανες.

                 Αλλά με δέχτηκες και μ’ αγάπησες και με προστάτεψες.

                 Υπήρχαν χιλιάδες πράγματα που ήθελα να σου ανταποδώσω

                 όταν θα γύριζες από το Βιετνάμ.

                 Αλλά δε γύρισες».

       

  Τι περιμένουμε λοιπόν; την επιστροφή από το Βιετνάμ, που ίσως δεν πρόκειται να έρθει ποτέ; Κι ακόμη: πόσοι άραγε από μας συμπεριφέρονται στη σύντροφο ή στο σύντροφό τους όπως συμπεριφέρθηκε ο στρατιώτης του Βιετνάμ στο δικό του άνθρωπο; Ο καθένας ας δώσει την απάντηση στον εαυτό του –και στο Θεό.

 

* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *

 

Προσπαθήσαμε πιο πριν να δώσουμε με πολύ λίγες λέξεις την ολοκληρωμένη εικόνα του χριστιανού: στενή επαφή και τακτική επικοινωνία με το Θεό –και φυσικά και υπακοή στο θέλημά Του- καλή μαρτυρία στην προσωπική καθημερινή ζωή, αγαθές σχέσεις με τους αδελφούς και τους υπόλοιπους συνανθρώπους, και πνεύμα αγάπης και θυσίας, κάτι πολύ πιο υψηλό –και πιο δύσκολο- από την απλή καλή σχέση. Κι είναι σε όλα αυτά όπου καθημερινά δίνουμε εξετάσεις –όχι βέβαια απλά για να μας βλέπουν και να μας βαθμολογούν οι άλλοι γύρω μας. Ο καθένας «εις τον ίδιον αυτού Κύριον ίσταται ή πίπτει», κι αυτό είναι που μετρά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Κανείς από μας δεν είναι τέλειος. Ο καθένας μας παρουσιάζει ελλείψεις και αποτυχίες σε διάφορους τομείς. «Εις πολλά πταίομεν άπαντες», -ένα εδάφιο ιδιαίτερα προσφιλές στον ευαγγελικό κόσμο. Άλλος έχει να παλέψει μ’ έναν δύστροπο και δύσκολο χαρακτήρα, κι είναι συγκινητικός ο αγώνας που κάνουν αρκετοί χριστιανοί κουβαλώντας έναν τέτοιο σταυρό, γιατί αληθινά ένας δύσκολος χαρακτήρας που έχει τρυπώσει μέσα στα γονίδιά σου –για να πούμε και τη λέξη της μόδας- αποτελεί αληθινό σταυρό. Και κανένας απ’ όλους μας, που από τη φύση του δεν κρύβει μέσα του τέτοιες αντιθέσεις, δυσκολίες και στρεβλώσεις, δεν έχει το δικαίωμα να μέμφεται τον αδελφό του που –το βλέπει- αγωνίζεται να γίνει καλύτερος. Ή μήπως έχουμε την εντύπωση ότι του είναι ευχάριστο που τον αποφεύγουμε όταν δεν είναι «στις καλές του», για να μην υποστούμε την ξινή του παρατήρηση και τον πικρό του λόγο; Μόνο εκείνος που δεν προσπαθεί, δεν αγωνίζεται, δε ζητά χάρη από το Θεό, δε βελτιώθηκε ύστερα από χρόνια, είναι αξιόμεμπτος. Ποιος όμως μπορεί να ξέρει τον εσωτερικό αγώνα του αδελφού του σ’ όλες του τις φάσεις; Θυμάμαι τουλάχιστον δυο φορές που μου είχανε πει για δύο χριστιανούς ξεχωριστά:  «Αν τον έβλεπες πώς ήταν προτού πιστέψει, τότε θα καταλάβαινες τη διαφορά»… Αυτό είναι το πραγματικό έργο του Αγίου Πνεύματος, κι αξίζει το θαυμασμό κι όχι την κατάκρισή μας. Όλοι μας έχουμε ξεκινήσει έναν αγώνα δρόμου. Σε κάποιον τομέα άλλος ξεκινάει πολύ πιο μπροστά, άλλος πολύ πιο πίσω. Ίσως αυτός που ξεκίνησε πίσω, που έχει καλύψει μια σημαντική διαφορά από τον μπροστινό, να έχει πολύ μεγαλύτερη αξία στα μάτια του Θεού απ’ όσο το βλέπουμε εμείς, που μπορεί να έχουμε να διανύσουμε πιο εύκολο δρόμο, έχοντας γεννηθεί σε χριστιανική οικογένεια ή και από ιδιοσυγκρασία. Σε άλλον οι σαρκικοί πειρασμοί είναι πιο έντονοι, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και βασανιστικοί, άλλοι είναι ψυχροί και σχεδόν αδιάφοροι, κι αυτό δε σημαίνει ότι είναι καλύτεροι χριστιανοί, κι ασφαλώς ο Κύριος εκτιμά πολύ περισσότερο εκείνον που αγωνίζεται. Προσωπικά, δεν αγαπώ καθόλου το αλκοόλ, σε αρκετές μάλιστα μορφές του το απεχθάνομαι, και φυσικά δεν μου είναι καθόλου δύσκολο να μην κάνω κατάχρησή του. Μου δίνει άραγε το γεγονός αυτό το δικαίωμα να καυχιέμαι και να βλέπω τον αδελφό μου, που έχει διαφορετικές ροπές και διαφορετικές τάσεις από μένα και αγωνίζεται τον καλό αγώνα, σαν κατώτερο από μένα πνευματικά; «Εις πάντα εις τον οποίον εδόθη πολύ, πολύ θέλει ζητηθεί παρ’ αυτού˙ και εις όντινα ενεπιστεύθη πολύ, περισσότερον θέλουσιν απαιτήσει παρ’ αυτού». Ας θυμόμαστε πάντα την παραβολή των ταλάντων που είναι το κλειδί για όλα αυτά τα τόσο σημαντικά. Κι ας μην ξεχνάμε, πως τάλαντο δεν είναι μονάχα το ταλέντο ή το χάρισμα, παρά και οι δυσκολίες ή οι ευκολίες που σου δόθηκαν στο χαρακτήρα σου, ή οι επιδράσεις που έχεις από το περιβάλλον σου, ή και η καλή διδασκαλία που σε διευκολύνει και η κακή που σε εμποδίζει να δεις μερικά πράγματα. Κι είναι αυτός ο λόγος που δεν δικαιούμαστε να κρίνουμε κανέναν, γιατί τις πιο πολλές φορές θα πέσουμε έξω στην κρίση μας. Και για να πούμε και «του στραβού το δίκιο», κατηγορούσαμε πρόσφατα τους αμερικανούς χριστιανούς –και πολύ σωστά- γιατί υποστήριζαν τους «δίκαιους» τάχα πολέμους. Πόσοι όμως από μας αν βρίσκονταν στο ίδιο περιβάλλον και βομβαρδίζονταν καθημερινά με μια τέτοια διδασκαλία, θα είχαν το σθένος, την παλικαριά, κι αν θέλετε και την εξυπνάδα και την ορθή κρίση να σηκωθούν πάνω από το πλήθος και να πουν «όχι, δεν είναι έτσι όπως τα λέτε. Είναι αμαρτία να υποστηρίζουμε και ν’ ανεχόμαστε το φόνο ανθρώπων, γιατί αυτό μας έχει διδάξει ο Χριστός»; Και για πόσα άλλα που συμβαίνουν στο περιβάλλον μας δεν τολμούμε να μιλήσουμε γιατί έτσι τα ξέρουμε από μικροί, ή, όπως το λέει και η γνωστή λαϊκή ρήση, επειδή «έτσι τα βρήκαμε, και έτσι θα πάμε»;

 

* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *

 

 

     Απέραντο λοιπόν –και ίσως και δύσκολο από αρκετές πλευρές- το κεφάλαιο της ολοκληρωμένης εικόνας του αληθινού χριστιανού. Κι είπαμε αρκετά μέχρι τώρα, χωρίς φυσικά να εξαντλήσουμε το θέμα μας ούτε καν σε κάποιες του πλευρές. Δε θάθελα όμως να κλείσω, προτού αναφέρω τρεις ιδιότητες του χριστιανού, ή και των χριστιανικών ομάδων, που νομίζω πως -αν και βασικές- αρκετά σπάνια ακούγονται ανάμεσά μας.

   Η πρώτη ιδιότητα, ή μάλλον η πρώτη αρετή απ’ αυτές, είναι η ανώτερη ποιότητα. Κάτι που είναι δύσκολο να ορισθεί με ακρίβεια, γιατί δεν υπάρχουν πάντα ξεκάθαρα όρια γι’ αυτήν, που πολύ συχνά όμως διακρίνεται με την πρώτη ματιά. Πώς μπορούμε άραγε να δώσουμε τον ορισμό της ποιότητας; Ίσως το καλύτερο είναι να την προσδιορίσουμε με αρνητικό τρόπο. Να πούμε δηλαδή ότι ποιότητα είναι η απουσία της φτήνιας και της ευτέλειας. Ζούμε σ’ ένα περιβάλλον όπου φαινόμενα φτήνιας και ευτέλειας αποτελούν τον κανόνα σε όλους τους τομείς. Κι αυτό επηρεάζει τους περισσότερους από μας. Κι έχει διαμορφώσει τη νοοτροπία μας και τα γούστα μας, κι έχει εισχωρήσει ακόμη και μέσα στις εκκλησίες μας. Δυστυχώς η αβάσταχτη ελαφρότητα της ιδιωτικής τηλεόρασης κοντεύει να διαβρώσει τα πάντα, ακόμα και στο δικό μας περιβάλλον. Με αποτέλεσμα να μη θέλουμε ν’ ακούσουμε κάτι που απαιτεί κάποια διανοητική προσπάθεια, να διαβάσουμε κάτι που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα και τετριμμένα, να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση για σοβαρά θέματα του καιρού μας. Κι αυτό φαίνεται ακόμη και στα θέματα που συζητιούνται και στο γενικότερο στυλ των νεανικών μας συνεδρίων. Χρόνια και χρόνια –ό,τι χειρότερο- συνδέουμε τη χαμηλή ποιότητα και τη φτήνια με την πνευματικότητα, μια έννοια του Λόγου του Θεού πολύ υψηλή –η πνευματικότητα- που όμως έχει υποστεί φοβερή κακοποίηση και κατάχρηση. Ας μάθουμε να μη φοβόμαστε την ποιότητα και το υψηλό επίπεδο σ’ όλους τους τομείς της ζωής μας. Σε ό,τι ακούμε, σε ό,τι βλέπουμε, σε ό,τι συζητούμε, σε ό,τι επιδιώκουμε. Ας μην παρασυρόμαστε από το πνεύμα του κόσμου –κι εδώ ακριβώς ταιριάζει να μιλήσουμε για το «πνεύμα του κόσμου», μια ακόμη σημαντική έννοια που έχει κακοποιηθεί όσο και η έννοια της πνευματικότητας.

        Η δεύτερη ιδιότητα που πρέπει να μας χαρακτηρίζει σαν χριστιανούς, και που συνδέεται άμεσα με την ποιότητα, είναι η σεμνότητα και η αίσθηση του μέτρου. Κι όταν λέμε σεμνότητα δεν εννοούμε απλά ορισμένα εξωτερικά στοιχεία. Δεν είναι κατ’ ανάγκην στοιχεία σεμνότητας ή μη σεμνότητας ούτε τα σκουλαρίκια, ούτε τα παντελόνια, ούτε τα βαψίματα. Όταν ο εσωτερικός σου κόσμος χαρακτηρίζεται από ποιότητα –κι αυτό συμβαίνει στους αληθινούς χριστιανούς, όπως είδαμε και πιο πριν- η ποιότητα αυτή γίνεται φανερή σ’ όλες τις εκδηλώσεις σου, και στην εξωτερική σου εμφάνιση, και στην έλλειψη φτηνής επίδειξης, και στην αίσθηση του μέτρου, και σε πολλά άλλα. Όταν ένα μεγάλο ποσοστό από τους ανθρώπους του πλανήτη μας δεν έχει ούτε τα στοιχειώδη για να ζήσει, το κυνήγι της υπερβολικής πολυτέλειας, η αλαζονεία του βίου, η αποκλειστική επιδίωξη της καλοπέρασης αποτελούν καρκινώματα που δε θάπρεπε να ονομάζονται καν σε χριστιανικές ομάδες. Είναι ανεπίτρεπτο για ένα χριστιανό να προσπαθεί να θεραπεύσει τα διάφορα συμπλέγματα που τον βασανίζουν με κακόγουστη επίδειξη πολυτέλειας, και δυστυχώς τέτοια φαινόμενα δεν είναι καθόλου ασυνήθιστα σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλους τους τόπους. Διάβαζα τις προάλλες για κάποιον τηλευαγγελιστή από τους πιο γνωστούς, για το πανάκριβο ρολόι του τύπου ρόλεξ και τ’ ακριβά του δαχτυλίδια, για την πολυτελή του διαβίωση και το πανάκριβο σπίτι του, για τις πολυτελέστατες σουίτες όπου διαμένει στις …ευαγγελιστικές του περιοδείες. Και θυμήθηκα το μεγάλο Μπίλυ Γκράχαμ που υπήρξε σ’ ολόκληρη τη ζωή του υπόδειγμα σεμνότητας και λιτότητας, που ενώ είχε τη δυνατότητα να διαχειρίζεται ανεξέλεγκτα τεράστια χρηματικά ποσά, είχε αναθέσει το οικονομικό μέρος της οργάνωσής του σε μια επιτροπή, κι ο ίδιος αρκέστηκε σ’ όλη τη διάρκεια των πενήντα τόσων χρόνων της ευαγγελιστικής του δραστηριότητας στο μισθό του ποιμένα μιας μέσης τοπικής εκκλησίας. Τι αξίζουν τα μεγάλα λόγια, τα θαύματα κι οι θεραπείες, οι επικλήσεις στο Άγιο Πνεύμα σα να πρόκειται για καθημερινό φίλο και συνεταίρο μας, οι γλωσσολαλιές και άλλες υπερ-θεαματικές εκδηλώσεις όταν το παράδειγμα του Χριστού δεν εγγίζει ούτε καν αυτήν την πλευρά της ζωής, όταν σε κάτι όχι και τόσο δύσκολο απομακρυνόμαστε από εκείνα που μας έδειξε και μας δίδαξε ο Χριστός; πού να μιλήσουμε τότε για τα πιο δύσκολα, για σκέψεις, για προθέσεις, για εσωτερικό κόσμο, για άμεμπτη διαγωγή, για ταπεινοφροσύνη…

       Η τρίτη και τελευταία από τις ιδιότητες, είναι η άνεση στο χαρακτήρα και στη νοοτροπία. Κι αυτό περιλαμβάνει και τη συγχωρητικότητα, και τη μεγαλοψυχία, και την πλατιά καρδιά και το ευρύ πνεύμα. Δεν είναι δυνατόν να ήρθε ο Χριστός στη γη, να υπέφερε όσα υπέφερε για να διαμορφώσει ανθρώπους με τη στενόμυαλη και μίζερη νοοτροπία ενός γραφειοκράτη, ανθρώπους εκδικητικούς, μικρόψυχους, συμπλεγματικούς. Έλεγε κάποτε κάποιος, μέλος κάποιας εκκλησίας: «εγώ ξέρεις κρατώ μια μικρή πλάστιγγα σαν εκείνες του φαρμακείου. Και μετρώ και ζυγίζω και θυμάμαι το κακό που μου έχουν κάνει»… Δεν είναι μόνο ότι αυτός ο άνθρωπος δεν είχε διαβάσει σωστά τη διδασκαλία του Χριστού. Είναι κι ότι έχοντας τέτοια νοοτροπία δεν ένιωθε την ανάγκη να την αλλάξει μπαίνοντας μέσα στην εκκλησία, για τον απλό λόγο ότι συνάντησε αρκετούς που του μοιάζανε, και δεν ένιωσε σαν ξένο σώμα και παράταιρος με τους υπόλοιπους. Κι ακόμη ίσως αντίκρισε κάποιον άμβωνα που εξακόντιζε πυρά ενάντια στο «πνεύμα του κόσμου», περιορίζοντάς το μονάχα στα γνωστά εξωτερικά γνωρίσματα κι αφήνοντας όλο τον εσωτερικό κόσμο απείραχτο με τις μικρότητές του, τις εκδικητικές διαθέσεις, με τα αισθήματα του φθόνου και τις κάθε μορφής κακίες. Το κεφάλαιο όμως της άνεσης στο χαρακτήρα και στη συμπεριφορά του χριστιανού είναι τεράστιο, και φυσικά δεν εξαντλείται με λίγες λέξεις και μέσα σε λίγες γραμμές, κι αξίζει να μας απασχολήσει μια άλλη φορά.

      Τι συμπεράσματα λοιπόν μπορούμε να βγάλουμε απ’ όλα όσα είπαμε; πως αληθινοί χριστιανοί, με τη σωστή σημασία της λέξης, δεν υπάρχουν σ’ αυτόν τον κόσμο; όπως έλεγε κι ο Μπέρναρ Σω, ο γνωστός ιρλανδός συγγραφέας με το καυστικό του χιούμορ: «ο χριστιανισμός μπορεί να είναι καλό πράγμα αν κάποτε κάποιος το δοκίμαζε»… Θα πρέπει λοιπόν ν’ απελπιστούμε και να εγκαταλείψουμε τον αγώνα; Εντελώς το αντίθετο! Η χριστιανική ζωή είναι η πιο ευγενική κι η πιο συναρπαστική πρόκληση για να αγωνιζόμαστε. Ο καθένας μας έχει τις αδύνατες πλευρές του. Σ’ άλλα παίρνουμε άριστα, σ’ άλλα είμαστε απλώς ανεκτοί, σ’ άλλα παίρνουμε τη βάση και σ’ άλλα είμαστε κάτω από τη βάση. Άλλοι είμαστε πολύ ορθολογιστές και υστερούμε στον τομέα της πίστης, και πολύ μας ταιριάζει η παράκληση των μαθητών στον Ιησού: «Κύριε, αύξησον εις ημάς την πίστην»… Άλλοι δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στην προσωπική ηθική –και καλά κάνουμε- ξεχνάμε όμως πως ο Θεός δεν είναι μονάχα ηθική και δικαιοσύνη, αλλά και αγάπη, και πως η αγάπη είναι πάνω απ’ όλα. Κι είναι πολύ σωστή η παρατήρηση κάποιου σοφού πως «ο θρησκόληπτος ηθικολόγος βρίσκεται το ίδιο μακριά από το μήνυμα του Χριστού, όσο κι ο άνθρωπος χωρίς ηθικές αρχές». Αν ανήκουμε σ’ αυτήν την κατηγορία, ας ζητούμε από τον Κύριο δίπλα στην ακεραιότητα και την άμεμπτη ηθική ζωή να μας δίνει και καρδιά και «σπλάχνα οικτιρμών». Άλλοι ακόμη υστερούμε στην προσωπική μας μαρτυρία για το Χριστό, και ξεχνάμε πως ο Θεός μάς φέρνει στο δρόμο μας ανθρώπους για να μαρτυρήσουμε γι’ Αυτόν. Κάποτε, στα παλιά χρόνια, η μικρή αίθουσα της εκκλησίας μας γέμιζε από φίλους και γείτονες που έρχονταν ν’ ακούσουν το μήνυμα του άμβωνα, συντροφιά με τους πιστούς της εκκλησίας. Κι ήταν εκείνη η αίθουσα ταπεινή, άβολη, ντρεπόσουνα με τ’ ανθρώπινα μέτρα να οδηγήσεις κάποιον εκεί μέσα. Σήμερα έχουμε όλες τις ανέσεις, όμορφες εκκλησίες, ωραία μουσική, άνεση… Μήπως ομορφύναμε εξωτερικά και παγώσαμε εσωτερικά; Μακάρι να μας προβληματίσουν όλα αυτά, και πολλά άλλα παρόμοια..

      Αγωνιζόμαστε λοιπόν ο καθένας το δικό του δύσκολο αγώνα με τη βοήθεια του Θεού, με την έμπνευση και καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Κανένας μας δεν είναι τέλειος, και τέλειο είναι μονάχα το πρότυπό μας, ο Ιησούς Χριστός που χρωστούμε να του μοιάσουμε σε όλα, όπως το τονίζει ο Λόγος του Θεού. Ωστόσο μέσα στις ατέλειές μας, μέσα στις ελλείψεις μας, μέσα στις αποτυχίες μας, υπάρχει κάτι ανεκτίμητο. Είναι η χάρη του Θεού που σκεπάζει τις ατέλειες και τις αποτυχίες μας, όταν μας βλέπει ν’ αγωνιζόμαστε και νάχουμε την καλή θέληση και την καλή διάθεση. Θυμάστε την παραβολή του ασώτου. Μόλις είχε φανεί στη γωνιά του δρόμου ο άσωτος γιος βρώμικος, ελεεινός, μα ταπεινός και μετανιωμένος, κι έτρεξε ο πατέρας και τον αγκάλιασε. ΄Ένα βήμα κάνουμε εμείς προς το Θεό, άπειρα βήματα κάνει Εκείνος προς εμάς. Αυτή ακριβώς είναι η χάρη το Θεού. Χωρίς μικροψυχίες, χωρίς «μια σου και μια μου», χωρίς μικροϋπολογισμούς και πλάστιγγες φαρμακείου… Χριστιανός τέλειος με ολοκληρωμένη την εικόνα δεν υπάρχει σ’ αυτόν τον κόσμο. Κι αλίμονο σ’ όλους μας αν δεν υπήρχε η θεϊκή χάρη, που λογαριάζει αλλιώτικα, που μας κάνει και μπορούμε να στεκόμαστε μπροστά στο Θεό, που μας δίνει αξία και αξιοπρέπεια, που μας βλέπει ολοκληρωμένα εμάς τους μισούς και λειψούς και σε πολλά αποτυχημένους. Όλη η δόξα σ’ Αυτόν και γι’ Αυτόν…

Comments are closed.