ΟΤΑΝ ΓΕΡΑΣΕΙΣ (Ποίημα)

Όταν γεράσεις και γκριζάρεις κι όλο θες να κοιμάσαι

Πλάι στο τζάκι κουτουλώντας, πάρ’το βιβλίο ετούτο

Και διάβασέ το αργά να ονειρευτείς το βλέμμα το απαλό

Τα μάτια σου που κάποτε είχαν—μαζί και τις βαθιές σκιές τους—

Πόσοι δεν αγαπήσαν κείνες τις στιγμές της χάρης σου της εύχαρης!

Την ομορφιά σου, με αγάπη ψεύτρα ή αληθινή, πόσοι δεν αγαπήσαν!

Μα ένας μόνο αγάπησε την παρεπίδημη ψυχή στον κόρφο σου

Κι αγάπησε τις θλίψεις της μορφής σου που όλο άλλαζε.

Και σκύβοντας αργά πάνω απ’ τα ένδοξα σίδερα

Ψιθύρισε, λίγο θλιμμένα, πώς πέταξε η Αγάπη!

Ύστερα, διάβηκε τις βουνοκορφές που επάνω Tου υψώνονταν

Κι έκρυψε τη μορφή Του σ’ ένα πλήθος άστρων.

William Butler Yeats

Μετάφραση: Γιούλικα Κ. Masry (12 Φεβρουαρίου 2013)

ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

Είναι πάντα εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι ακόμα και οι κοσμικοί ποιητές εκείνο που βαθιά ποθούν όταν μιλούν για την αγάπη δεν είναι παρά η αναζήτηση Εκείνου ο Οποίος θα αγαπήσει τον άνθρωπο ως “παρεπίδημη ψυχή”, άσχετο βέβαια αν, στην άγνοιά τους για τα πράγματα του Θεού και του Χριστού Του, μπορεί να φαντάζονται μια άλλη τελική γι’ αυτή την αγάπη, όπως κάνει για παράδειγμα ο Yeats στο γνωστό του ποίημα γι’ αυτό το desideratum το οποίο γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στην προχωρημένη ηλικία.


Comments are closed.