Οι Γυναίκες μετά την Απελευθέρωση

Της Δρος Ιωάννας Σαχινίδου

Στις αρχές του 20ου αιώνα η Καλλιρόη Παρέν προσπαθούσε να βελτιώσει στην κοινωνία τη θέση των φτωχών γυναικών οργανώνοντας σχολεία και άσυλα γι’ αυτές. Το 1914 ιδρύθηκαν δημόσια, δευτεροβάθμια σχολεία θηλέων. Το 1927 το  Σύνταγμα της Δημοκρατίας αναγνώρισε την ισότητα των Ελλήνων πολιτών, ανδρών και γυναικών μπροστά στο νόμο. Οι Ελληνίδες ψήφισαν για πρώτη φορά στις Δημοτικές εκλογές του 1934, χωρίς δικαίωμα να εκλεγούν.[1]

Η θέση των γυναικών στην Ελληνική κοινωνία καθοριζόταν τυπικά σε σχέση με την παρθενία τους, ζήτημα -ταμπού σε ανδροκρατικές κοινωνίες. Η διαφυλαγμένη παρθενία κάθε νέας κοπέλας ήταν πιστοποιητικό ακεραιότητάς της, γιατί αποδείκνυε ότι δεν ήταν ‘μεταχειρισμένο αντικείμενο’. Εγκλήματα για να ξανακερδηθεί η τιμή μιας οικογένειας συνέβαιναν όταν ένας άνδρας είχε σεξουαλικές σχέσεις με ανύπανδρη γυναίκα. Η γυναίκα έμενε στιγματισμένη για την υπόλοιπη ζωή της. Αργότερα τα εγκλήματα αυτά τα αντικατέστησαν εγκλήματα πάθους και εγκλήματα βιασμών,[2] όπως και εγκλήματα που δεν οφείλονταν σε κοινωνικές απαγορεύσεις αλλά σε βίαια ένστικτα του θύτη.

Ηρωίδες των Σολωμού, Παπαδιαμάντη, Ροΐδη

Μαρτυρίες για τις συμπεριφορές των Ελλήνων μετά την Οθωμανική κατοχή συναντούμε στα κείμενα τριών συγγραφέων που διερευνούν ιδέες τις οποίες οι άνθρωποι δεν εκφράζουν ανοικτά. Συχνά οι συγγραφείς χρησιμοποιούν υπερβολές σχετικά με την υιοθέτηση ανατολίτικων πατριαρχικών, κοινωνικών αξιών και δομών από Έλληνες για να προβληματίσουν τον αναγνώστη.[3] Η θέση των γυναικών στην κοινωνία εξαρτιόταν από τη φυσική τους υπόσταση και επίσης από όλους τους κοινωνικούς περιορισμούς που απορρέουν από τα κοινωνικά παιγνίδια εξουσίας και προσβάλλανε τις γυναίκες.[4]

Ένα δίκτυο διεφθαρμένων σχέσεων και παιγνιδιών εξουσίας εμφανίζεται στο ποίημα του Διονύσιου Σολωμού Η Γυναίκα της Ζάκυνθος. Τα γεγονότα του ποιήματος διαδραματίζονται στο πλαίσιο του πολέμου των Ελλήνων για ανεξαρτησία.[5] Πρωταγωνιστές του ποιήματος είναι ένας ιερέας-μοναχός (ο Σολωμός ο ίδιος) και η γυναίκα στην οποία είναι ενσαρκωμένος ο Σατανάς. Το ποίημα περιγράφει μια γυναίκα που τραυματίζει τους άλλους με τα λόγια και τις πράξεις της, και είναι εχθρός του έθνους. Απομακρύνει τις γυναίκες που επαναστατούν εναντίον των Τούρκων ενώ είναι ικανοποιημένη με τους Τούρκους οι οποίοι της προμηθεύουν φαγητό, αγαθά και δούλους. Σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον υπερυψώνει τον εαυτό της σαν να είναι η μόνη ενάρετη γυναίκα στον κόσμο και συμβουλεύει την κόρη της να της μοιάσει.[6] Ο ιερέας βλέπει τις γυναίκες σαν ομοιώματα του διαβόλου. Ο σκοπός της ζωής της πρωταγωνίστριας ήταν ο γάμος της κόρης της.

Η σύνδεση πολιτικής και θρησκείας ή κράτους και κρατικής Εκκλησίας, διαχρονικά εξελισσόταν πολλές φορές σε συνεργία ή διαμάχες. Οι γυναίκες και στις δύο περιπτώσεις βρίσκονταν στη μέση.[7] Οι γυναίκες θεολόγοι διακρίνουν το κακό που υπομένουν οι γυναίκες και μπορεί να είναι προσωπικό ή συστημικό. Ακόμα αναφέρονται στη διάκριση ανάλογα με το φύλο που αδικεί τις γυναίκες, και αρνείται την ολοκληρωμένη ανθρώπινη φύση τους. Όμως οι γυναίκες δεν είναι μόνο θύματα, αλλά και υπεύθυνες για το κακό που πράττουν και τραυματίζει άλλους.[8] Στο έργο Η Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη η πρωταγωνίστρια[9] πνίγει με τα ίδια της τα χέρια δύο νεογέννητα κορίτσια το ένα από τα οποία είναι εγγονή της και δύο μικρές  αδελφές για να σώσει τα παιδιά από τα βάσανα και τον πόνο της ζωής. Τα σκοτώνει για να τα σώσει. Τρομαγμένη από τα εγκλήματά της πλησιάζει μία εκκλησία για να εξομολογηθεί. Όταν φθάνει στη θάλασσα πνίγεται η ίδια.

Η έννοια του φύλου μας βοηθά να δούμε το διαχωρισμό σε σφαίρες επιρροής, την πρακτική ηθική και τις αξίες που βιώνονται διαφορετικά. Αυτή η βάση διαμορφώνεται ακόμα και από επιζήμιες κοινωνικές προκαταλήψεις[10] ή από εκκλησιαστικούς κανόνες. Ο Εμμανουήλ Ροΐδης έγραψε ένα μυθιστόρημα που εκδόθηκε το 1866 και αναφερόταν στη ζωή μιας γυναίκας που έγινε Πάπας. Παρόλο που η ιστορία της Πάπισσας Ιωάννας πρωτοεμφανίστηκε τον 13ο αιώνα, δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες γι’ αυτήν και οι σύγχρονοι ιστορικοί δεν τη λαμβάνουν σοβαρά υπόψη. Η Ιωάννα ντυνόταν σαν μοναχός για να ακολουθήσει τον αγαπημένο της στο μοναστήρι του. Το ζευγάρι έφθασε στη Μεσαιωνική Αθήνα. Η Ιωάννα έμαθε Ελληνικά, πήγε στη Ρώμη, ίδρυσε σχολή φιλοσοφίας, έγινε καρδινάλιος και Πάπας πάντα παριστάνοντας τον άνδρα. Στη διάρκεια τελετής γέννησε αγόρι και το πλήθος σκότωσε την ίδια και το βρέφος. Ο Ροΐδης έγραψε το βιβλίο μετά την ανεξαρτησία όταν η Αθήνα αναδιοργανωνόταν. Η πρωταγωνίστρια εξαπατούσε για να ακολουθήσει τις επιθυμίες της. Η φύση της την πρόδωσε όταν γέννησε δημόσια.[11]

Οι Πρωταγωνίστριες των Μυθιστορημάτων

Οι πρωταγωνίστριες του ποιήματος και των μυθιστορημάτων ζουν σε εποχή που το ίδιο το έθνος τους ζει ξένο στον τόπο του κάτω από τον Τουρκικό ζυγό. Είναι γυναίκες και δεν έχουν λόγο σε ότι συμβαίνει στη ζωή τους. Λόγο έχουν οι άνδρες τους. Οι δύο πρώτες θέλουν να έχουν αυτές και τα παιδιά τους μια καλή ζωή. Η ηρωίδα του Ροΐδη θέλει να πραγματοποιήσει τη φιλοδοξία της για μια ανέλιξη στην εξουσία που είναι γι’ αυτήν απαγορευμένη.

Στο ποίημα του Σολωμού, στο πρόσωπο της ηρωίδας, αναγνωρίζουμε τη στάση έθνους υπό Τουρκική κατοχή που συνυπάρχει με τους κατακτητές τετρακόσια χρόνια προσπαθώντας να επιβιώσει έστω με δουλοπρέπεια. Παρόμοιες συμπεριφορές εκδηλώθηκαν στη Γερμανο-Ιταλική κατοχή (1941-1945) και στη διάρκεια της Στρατιωτικής Δικτατορίας (1967-1974). Η γυναίκα του ποιήματος σε βάρος του υποδουλωμένου έθνους της, συμβιβάζει τις ανάγκες της με ότι της προσφέρουν οι κατακτητές. ‘Ραγιαδισμός’ είναι όρος που χρησιμοποιούσαν για τους Χριστιανούς στη διάρκεια της Τουρκικής κατοχής, φανερώνει μεταφορικά άνθρωπο με δουλοπρεπή συμπεριφορά.

Η ηρωίδα του Παπαδιαμάντη μας φέρνει αντιμέτωπους με δολοφονίες και αυτοκτονίες που συμβήκανε στο διάστημα της κρίσης η οποία έφερε πολλές οικογένειες σε απελπισία. Με σεβασμό σε κάθε άνθρωπο απελπισμένο, ξέρουμε ότι αν δώσεις τέλος στη ζωή άλλων και στη δική σου δε λύνεις προβλήματα, συσσωρεύεις μεγαλύτερα στους ώμους όσων μένουν πίσω.[12]

Η πρωταγωνίστρια του Ροΐδη καταφέρνει να ξεγελάσει τους ανθρώπους και να αναρριχηθεί μέχρι το παπικό αξίωμα. Η ιστορία της πάπισας Ιωάννας συμβολίζει τους αγώνες των γυναικών για να ακολουθήσουν τις επιθυμίες τους ακόμα και με εξαπάτηση. Τελικά η φύση της η ίδια την προδίδει.

Και στα τρία έργα το τέλος είναι τραγικό. Η δουλοπρεπής ζωή δεν φέρνει αλλαγή, δεν ανοίγει δρόμους, δεν βγάζει από τα αδιέξοδα, μπορεί να εξασφαλίζει προσωρινή επιβίωση, αλλά διατηρεί τα προβλήματα, δεν τα λύνει. Η δολοφονία και η αυτοκτονία ορίζουν το τέλος του αγώνα, την παραίτηση από τον αγώνα. Η εξαπάτηση μπορεί να αποκαλυφθεί.

……………………………………………………………………..

Οι θυγατέρες του Σελαφχάδ

Μια αντίθετη τακτική ακολούθησαν για να αποκτήσουν τα δικαιώματα που πίστευαν ότι είχαν, οι κόρες του Σελαφχάδ που είχε θαυμαστά αποτελέσματα. Ας γυρίσουμε στις σελίδες της Πεντατεύχου (Αριθμοί 27. 1-7). Οι κόρες του Σελαφχάδ έχουν στερηθεί τον πατέρα τους, είναι αδύναμες, εγκαταλειμμένες. Ο νόμος στερούσε απ’ αυτές το μερίδιο της πατρικής κληρονομιάς. Το μερίδιο του πατέρα το κληρονομούσαν οι γιοι και αν δεν υπήρχαν, όπως στην περίπτωση αυτή πήγαινε στον πλησιέστερο άνδρα συγγενή. Ο θάνατος είχε διακόψει το δεσμό που τις ένωνε με την κληρονομιά του λαού του Θεού. Τι θα κάνουν, θα την εγκαταλείψουν; Θα αδιαφορήσουν για το αν θα έχουν ή όχι μερίδα  με το λαό του Θεού; Όχι. Οι ξεχωριστές αυτές γυναίκες η Μααλά, η Νουά, η Αγλά, η Μελχά και η Θερσά είναι βέβαιες ότι υπάρχει γι’ αυτές στη γη της επαγγελίας μια μερίδα που ούτε ο  θάνατος του πατέρα, ούτε η έλλειψη αγοριών αδερφών, αλλά ούτε και η παράλειψη του νόμου θα τη στερήσουν. Παίρνουν το θάρρος να σταθούν μπροστά στο Μωυσή, στον Ελεάζαρ τον ιερέα, στους άρχοντες και σε όλη τη συναγωγή, στη θύρα της σκηνής του μαρτυρίου και να φέρουν το αίτημά τους: «Γιατί όμως να εξαφανιστεί το όνομα του πατέρα μας από τη συγγένειά του; Επειδή δεν είχε γιο; Δώσε μας εμάς το μερίδιο, όπως έδωσες και στους αδελφούς του πατέρα μας. Ο Μωυσής παρουσίασε την υπόθεση στο Κύριο» (εδ. 4-5). Λόγια που αποτελούν μια από τις ισχυρότερες μαρτυρίες μπροστά στη Συναγωγή.

Κάτω από το καθεστώς της Πεντατεύχου ο άνδρας είναι απόλυτος κύριος της οικογένειάς του. Η αξία της γυναίκας ήταν λίγο μεγαλύτερη από το μισό της αξίας του άνδρα. Αν γεννούσε κορίτσι παρέμενε ακάθαρτη διπλάσιο χρόνο παρά αν γεννούσε αγόρι. Η σύζυγος δεν μπορούσε να χωρίσει τον άνδρα της. Στη χήρα ο νόμος δεν αναγνώριζε κανένα κληρονομικό δικαίωμα στην περιουσία του συζύγου. Δεν μπορούσε να αναλάβει η χήρα τη διεύθυνση της οικογένειάς της, αλλά ο πρωτότοκος γιος. Τις ευχές και τα αφιερώματα έπρεπε να τα εγκρίνει ο πατέρας ή ο σύζυγος. Η παλλακεία αποτελούσε μόνιμη συμβίωση. Η παλλακή είχε ίσα δικαιώματα με τη νόμιμη σύζυγο και τα παιδιά της θεωρούνταν γνήσια και εισέρχονταν στην κληρονομιά του πατέρα μαζί με τα παιδιά της νόμιμης συζύγου. Νομικά οι γυναίκες είναι εξαρτημένες από τον πατέρα ή τον σύζυγο.

Ο Μωσαϊκός Νόμος αντανακλά την κοινωνική δομή της εποχής εκείνης, τα δύο μέτρα και δύο σταθμά της πατριαρχικής κοινωνίας όσον αφορά τη γυναίκα. Δεν υπάρχουν όμως δύο μέτρα και δύο σταθμά όσον αφορά την προσωπική σχέση των γυναικών με το Θεό. Για την κοινωνία που ζούσαν μπορεί να ήταν δεύτερης κατηγορίας μέλη όχι όμως για το Θεό. Οι θυγατέρες του Σελαφχάδ έχουν την πίστη και την πεποίθηση ότι το αίτημά τους είναι δίκαιο μπροστά στο Θεό. Ο Μωυσής ξαφνιάζεται. Του υποβάλλεται απροσδόκητη ερώτηση, ένα αίτημα που αδυνατεί να απαντήσει. «Ο Μωυσής παρουσίασε την υπόθεσή τους στο Κύριο» (εδ.5).

Η πίστη των θυγατέρων του Σελαφχάθ υψώνεται πάνω από τις περιστάσεις και εμπιστεύεται στην πιστότητα του Θεού για την εκπλήρωση των υποσχέσεών Του: «κι ο Κύριος του είπε: «Σωστά μίλησαν οι κόρες του Σελαφχάδ. Ασφαλώς και πρέπει να τους δώσεις κληρονομικό μερίδιο, όπως έδωσες και στους αδελφούς του πατέρα τους. Θα τους μεταβιβάσεις την ιδιοκτησία του πατέρα τους» (εδ. 6-7). Ένας ένδοξος θρίαμβος στην παρουσία όλης της συναγωγής. Οι θυγατέρες του Σελαφχάδ δε δίστασαν, δε ντράπηκαν να παρουσιαστούν μπροστά στο Μωυσή και τη συναγωγή. Το αποτέλεσμα ήταν να αποκτήσουν την ευλογία και τη μαρτυρία του Θεού, να αποκτήσουν την κληρονομιά τους και η συμπεριφορά τους να αποκαλύψει μια αλήθεια και να προκαλέσει ένα θείο διάταγμα που όφειλε να ισχύει στις μέλλουσες γενεές για κάθε γυναίκα που θα βρισκόταν σε παρόμοια θέση.

Οι θυγατέρες του Σελαφχάδ ήταν γυναίκες μόνες, χωρίς άνδρες. Δικαιώθηκαν γιατί ο θεός κρίνει όχι ανάλογα με το φύλο, αλλά εξετάζει την καρδιά του ανθρώπου και την πίστη και εμπιστοσύνη μας σε Εκείνον.. Οι κοινωνικές συνθήκες και οι νόμοι που επικρατούσαν την εποχή που συνέβη το περιστατικό δεν έχουν σχέση με τους σημερινούς. Δυστυχώς όμως η ζωή έξω από την Εδέμ είναι δύσκολη. Από τότε που φώλιασε το κακό στον άνθρωπο, η αδικία και η καταδυνάστευση συνυπάρχουν με τον άνθρωπο. Ορισμένοι νόμοι και κοινωνικές συνθήκες βελτιώνονται, αλλά το κακό αλλάζει μορφές και εμφανίζεται με άλλα προσωπεία. Στην εποχή μας υπάρχουν δεινά που δεν υπήρχαν σε άλλες εποχές. Οι πιέσεις δεν ασκούνται μόνο προς τις γυναίκες. Μπορεί να ασκούνται  από άτομα ή ομάδες ισχυρές οικονομικά, προς ομάδες οικονομικά αδύναμες. Από πλειονότητες σε μειονότητες θρησκευτικές, εθνικές, φυλών κ.α. από ανθρώπους που ασκούν εξουσία και από κάθε άνθρωπο προς το συνάνθρωπό του και για οιονδήποτε εγωιστικό λόγο.  Όλοι μας έχουμε μέσα μας ένα δυνάστη, έναν άδικο κριτή. Όποιος όμως φοβάται το Θεό δε μπορεί να δυναστεύει τον πλησίον του «Κανείς σας να μην εκμεταλλεύεται το διπλανό του, αλλά να σέβεστε το Θεό σας, εγώ ο Κύριος είμαι ο Θεός σας». (Λευιτικόν 25.17).


[1] Kety Chiotelli, ‘Short History of the Struggle for Women’s rights in Greece’, in Estela Lamas (ed.) Forum Newsflash, Conference-Perea Thessaloniki, 13-7-17-7-2000, Special Issue Fall 2001, p.18.

[2] Έφη Αβδελά, Δια λόγους τιμής, Βία, συναισθήματα και αξίες στη μετεμφυλιακή Ελλάδα (Αθήνα: Νεφέλη, 2003), σελ.266.

[3] ‘Ανατολίτης’, Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Αθήνα: Κέντρο λεξικολογίας Ε.Π.Ε., 1998), σελ.175.

[4] Ivone Gebara, Out of the Depths, Women’s Experience of Evil and Salvation (Minneapolis: Fortress Press, 2002), pp.62-64, 146,96.

[5] The poem was written during the Independence wars. It became known in 1827. Διονύσιος Σολωμός, Η Γυναίκα της Ζάκυνθος (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2008).

[6] Σολωμός, Η Γυναίκα της Ζάκυνθος, σελ.16, 15,17.

[7] Αλέξανδρος Σακελλαρίου, ‘Πολιτική και θρησκεία κατά τη στρατιωτική δικτατορία 1967-1974’, σε Αστήρ της Ανατολής, Έτος 152ο, Μάιος 2009, Νο. 5, σελ.140-3.

[8] Gebara, Out of the Depths, pp.96-108.

[9] Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Φόνισσα (Αθήνα: Εστία, 2009).

[10] Gebara, Out of the Depths, p.85.

[11] Εμμανουήλ Ροΐδης, Η Πάπισσα Ιωάννα (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2000), σελ.XXVI – LXIX.

[12] Σταύρος Ζουμπουλάκης, ‘Πρόλογος’ σε Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Φόνισσα (Αθήνα: Εστία, 2009), σελ.9-22.

Comments are closed.