Είμαι μια όμορφη μικρή φλιτζάνα του τσαγιού…

Τις ημέρες των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου ΄Ετους πολλοί συνάνθρωποι μας περνούν μέσα από καμίνια δοκιμασιών και θλίψεων. Η παραβολή τού παρακάτω κειμένου φανερώνει τα ευεργετικά αποτελέσματα των δοιμασιών στη ζωή μας…

Κάποτε ένα ζευγάρι πήγε ταξίδι στην Αγγλία με την ευκαιρία της 25ης επετείου του γάμου του. Μπήκαν λοιπόν σ’ ένα περίφημο κατάστημα με αντίκες και κεραμικά για να χαζέψουν—και ιδιαίτερα τις φλιτζάνες του τσαγιού που λάτρευαν κι οι δυο τους. Βλέποντας μια εξαίσια φλιτζάνα ρώτησαν τον καταστηματάρχη αν μπορούσαν να την δουν από κοντά και πρόσθεσαν με θαυμασμό: «Ποτέ μας δεν έχουμε ξαναδεί τόσο όμορφη φλιτζάνα».

            Καθώς ο καταστηματάρχης τούς κατέβαζε τη φλιτζάνα, ξαφνικά εκείνη μίλησε και είπε: «Δεν καταλάβατε. Εγώ δεν ήμουν ανέκαθεν φλιτζάνα. Κάποτε δεν ήμουν παρά μια άμορφη μάζα κόκκινου πηλού. Ο κύριός μου με πήρε στα χέρια του και με στριφογύρισε, με κοπάνησε και με χτύπησε με την παλάμη του ξανά και ξανά… μέχρι που έβαλα τη φωνή: «Στοπ! Δεν μου αρέσει αυτό! Άσε με ήσυχο!», αλλά εκείνος χαμογέλασε και είπε απαλά: «Όχι ακόμα».

            Κι έπειτα φσσσστττττ! Μ’ έβαλε πάνω σ’ έναν τροχό και ξάφνου έγινα όργανό του, εργαλείο στα χέρια του. Έπειτα μ’ έβαλε μέσα σ’ ένα φούρνο. Ποτέ μου δεν είχα ξανανιώσει τέτοια ζέστη. Φώναξα, στρίγγλιξα και χτύπαγα την πόρτα. «Βοήθεια, βγάλε με από ’δω μέσα!» Μπορούσα να τον δω από τη χαραμάδα και μπορούσα να διαβάσω τα χείλη του που ψέλλιζαν καθώς κουνούσε πέρα δώθε το κεφάλι του: «Όχι ακόμα».

            Όταν έλεγα πως δεν θ’ άντεχα άλλο πια, η πόρτα άνοιξε. Με έβγαλε προσεκτικά και μ’ έβαλε πάνω σ’ ένα ράφι όπου άρχισα σιγά σιγά να κρυώνω. Τι ωραία που ήταν αυτή η δροσιά! «Τώρα είναι πολύ καλύτερα», σκέφτηκα.

            Όταν όμως είχα κρυώσει αρκετά με πήρε στα χέρια του, με βούρτσισε και άρχισε να με ζωγραφίζει γύρω γύρω. Οι αναθυμιάσεις ήταν φοβερές. Νόμιζα ότι θα σκάσω. «Σε παρακαλώ, σταμάτα το αυτό», είπα κλαψιάρικα. Εκείνος απλά κούνησε το κεφάλι του και είπε: «Όχι ακόμα».

            Και ύστερα, τελείως ξαφνικά, με ξαναβάζει στο φούρνο. Μόνο που δεν ήταν σαν την πρώτη φορά γιατί ετούτη τη φορά η θερμοκρασία ήταν διπλάσια και το’ξερα μέσα μου ότι θα πάθαινα ασφυξία. Τον παρακάλεσα. Τον ικέτευσα. Τσίριξα. Έκλαψα. Ήμουνα σίγουρη πως δεν θα ’βγαινα ζωντανή. Ήμουν έτοιμη να τα βάλω κάτω. Τότε όμως η πόρτα ξαφνικά άνοιξε και μ’ έβγαλε έξω για να με ξανατοποθετήσει στο ράφι όπου κρύωνα και περίμενα—όλο περίμενα—κι αναρωτιόμουν: «Τι θα μου κάνει άραγε τώρα;»

            Μια ώρα αργότερα μου ’δωσε έναν καθρέφτη και μου είπε: «Για κοιτάξου». Το έκανα και δεν πίστευα στα μάτια μου. «Μα αυτή δεν είμαι εγώ», είπα. «Δεν θα μπορούσε ποτέ να ήμουν εγώ. Είναι…πανέμορφη…Είμαι πανέμορφη!»

            Μίλησε αργά: «Θέλω να θυμάσαι το εξής», είπε. «Ξέρω ότι πονάει το να σε στριφογυρίζουν και να σε κοπανάνε και να σε χτυπούν με την παλάμη, αλλά, αν σε είχα αφήσει έτσι, θα ξεραινόσουν. Ξέρω ότι ζαλιζόσουν επάνω στον τροχό, αλλά, αν δεν το είχα κάνει, θα είχες σβολιάσει. Ξέρω ότι πονούσες μέσα στο φούρνο και ήταν πολύ ζεστά και δυσάρεστα εκεί μέσα, αλλά, αν δεν το είχα κάνει, θα είχες ραγίσει. Ξέρω ότι οι αναθυμιάσεις ήταν τρομερές όταν σε βούρτσιζα και σε ζωγράφιζα, αλλά, αν δεν το είχα κάνει, δεν θα σκλήραινες ποτέ. Και δεν θα είχες κανένα απολύτως χρώμα. Και αν δεν σε ξανάβαζα σε φούρνο τη δεύτερη φορά, δεν θα κράταγες για πολύ χωρίς να σπάσεις, γιατί η κρούστα σου δεν θ’ άντεχε. Τώρα είσαι ένα ολοκληρωμένο προϊόν. Τώρα είσαι ό,τι ακριβώς είχα υπόψη μου να φτιάξω όταν πρωτοκαταπιάστηκα μαζί σου».

            Το δίδαγμα αυτής της ιστορίας είναι τούτο: Ο Θεός ξέρει τι κάνει με τον καθένα μας. Εκείνος είναι ο Πλάστης κι εμείς δεν είμαστε παρά ο πηλός. Θα μας δώσει σχήμα και θα μας φτιάξει, θα μας εκθέσει σ’ εκείνες ακριβώς τις πιέσεις και σ’ εκείνον ακριβώς το βαθμό αυτών των πιέσεων που χρειάζεται προκειμένου να γίνουμε ένα αψεγάδιαστο έργο τέχνης που θα Τον ευχαριστήσει και θα εκπληρώσει τους καλούς Του σκοπούς.

            Έτσι, όταν η ζωή σάς φαίνεται σκληρή και βρίσκετε ότι «κοπανιέστε», «πιέζεστε» και «ωθείστε» σε βαθμό που φτάνει τα όρια του ανυπόφορου, όταν ο κόσμος σας μοιάζει να «στριφογυρίζει» ανεξέλεγκτα, όταν νιώθετε πως είστε μέσα σε «υψικάμινο» άγριων δοκιμασιών και όταν η ίδια η ζωή «βρομάει», δοκιμάστε το εξής:

            Φτιάξτε ένα φλιτζάνι με το αγαπημένο σας τσάι, καθίστε σε μια καρέκλα και σκεφτείτε αυτή την ιστορία. Έπειτα, συζητήστε το θέμα με τον Πλάστη σας

 

(Ανώνυμος)

(το μετέφρασε απ’ τα αγγλικά για σένα η Γιούλικα Κ. Μ.)

 


Comments are closed.