Ο ήλιος δεν είχε ανατείλει ακόμα στην Ιερουσαλήμ. Την επιφάνεια της γης τη σκέπαζε ομίχλη, προσπαθώντας ν’ αντισταθεί στο απαλό φύσημα του πρωινού αέρα και να μην παρασυρθεί πίσω προς τη θάλασσα. Σ’ ένα μικρό χωριό όχι μακριά από την πόλη, ένας αγουροξυπνημένος άνδρας χασμουριόταν, ανοίγοντας όσο έπαιρνε το στόμα του και τέντωνε το ελαφρά πιασμένο σώμα του. Ανακάθισε στη θέση του προσπαθώντας ν’ αφουγκραστεί και να συγκεντρώσει τις σκέψεις του. Ικανοποιημένος κούνησε το κεφάλι του μ’ ένα χαμόγελο στα χείλη του. Η προσμονή μιας ασυνήθιστα ήπιας χειμωνιάτικης μέρας τον γέμισε με ένα αίσθημα ευχάριστων προσδοκιών. Σηκώθηκε και έδεσε το χιτώνιό του (πάνω στο οποίο είχε κοιμηθεί) γύρω του μ’ ένα χοντροφτιαγμένο πάνινο ζωνάρι. Τα γυμνά του πόδια σχεδόν δεν έκαναν θόρυβο, καθώς κατευθύνθηκε προς την κουζίνα όπου χαιρέτισε τους γονείς του.
Κατόπιν μαζί με τον πατέρα του βγήκε από το σπίτι. Όπως ήταν συνήθειά τους έφαγαν το πρωινό τους, που αποτελείτο από κριθαρένιο κέικ γεμισμένο με ελιές, καθώς βάδιζαν κατά μήκος του Όρους των Ελαιών προς την Ιερουσαλήμ. Ο πατέρας του τού είχε βρει ένα στρατηγικό σημείο για να κάθεται και να ζητιανεύει, κοντά σε μια από τις πύλες εξόδου του ναού και τον άφησε εκεί.
Καθώς καθόταν μόνος του, περιμένοντας και αφουγκραζόμενος, άκουσε το θόρυβο από το βάδισμα ενός πλήθους που τον πλησίαζε. Δεν έκανε λάθος. Ήταν μεγάλος όχλος. Το σώμα του κοκάλωσε. Σταμάτησε σχεδόν να αναπνέει προσπαθώντας να διακρίνει κάποια λέξη, από τις πολλές ανάκατες φωνές, για να καταλάβει τι σημαίνει το μεγάλο εκείνο πλήθος.
Κατόπιν κάποιος ρώτησε: «Δάσκαλε, ποιος αμάρτησε ώστε να γεννηθεί αυτός ο άνθρωπος τυφλός, αυτός ή οι γονείς του;». Μια άλλη φωνή αποκρίθηκε: «Γεννήθηκε τυφλός όχι γιατί αμάρτησε αυτός ούτε γιατί αμάρτησαν οι γονείς του, αλλά για να φανερωθούν τα έργα του Θεού στην περίπτωσή του» (Ιωάν. 9:1-2).
Ο άνδρας άκουσε κάποιον που έφτυσε δίπλα του. Κατόπιν κάτι ζεστό και υγρό άγγιξε τα μάτια του. Κάποιος του είπε: «Πήγαινε και νίψου στη δεξαμενή του Σιλωάμ» (εδ. 6-7). Ο τυφλός πήγε και έπλυνε τα μάτια του. Ξαφνικά άρχισε να βλέπει.
Γιατί βρίσκομαι εδώ;
Η ζωή είναι παράξενη. Μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, χρόνο με το χρόνο, κάνουμε τα ίδια πράγματα. Τρώμε, πίνουμε, κοιμόμαστε, ξυπνάμε, εργαζόμαστε, διασκεδάζουμε, χαιρόμαστε, λυπούμαστε, πονάμε, πενθούμε. Συχνά αναρωτιόμαστε ποιο είναι το νόημα της ζωής. Κάποτε κάνουμε πράγματα που τα θεωρούμε σημαντικά και νιώθουμε ικανοποίηση γι’ αυτά, περήφανοι. Όμως τις περισσότερες φορές βρίσκουμε τη ζωή ανιαρή, μια ρουτίνα. Αναρωτιόμαστε: «Γιατί ζούμε; Γιατί ζούμε τώρα το 2009 και όχι πίσω στο 1965; Με δημιούργησε άραγε ο Θεός για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό ή μήπως είμαι ένα γέννημα της τύχης; Ένα θύμα των περιστάσεων;».
Αυτά είναι εύλογα ερωτήματα. Κανένας δε θέλει να αισθάνεται την ύπαρξή του σαν προϊόν της τύχης. Σαν μια παραξενιά της φύσης. Λαχταρούμε να βεβαιωθούμε ότι η ζωή μας έχει κάποιο νόημα. Θέλουμε να αισθανόμαστε χρήσιμοι, σπουδαίοι.
Αν κανένας δεν αναγνωρίζει την αξία μας, μας κυριεύει άγχος, κατάθλιψη, ανησυχία, ακόμα και φόβος. Αρχίζουμε καμιά φορά να συμπεριφερόμαστε παράξενα, με σκοπό να προσελκύσουμε την προσοχή των άλλων. Μπορεί ακόμα να οδηγηθούμε στην ανάπτυξη καταστροφικών συνηθειών όπως, στην απότομη και υπέρμετρη αντίδραση στο καθετί, στο κάπνισμα, στο πιοτό, στα ναρκωτικά, στο ελεύθερο σεξ και όλ’ αυτά σε μια προσπάθεια να εξαλείψουμε ή να μειώσουμε τον πόνο της φαινομενικά άσκοπης και χωρίς νόημα ύπαρξής μας.
Όμως δεν πρέπει να καταληφθούμε από απόγνωση. Ο Θεός έχει δώσει την απάντηση στις βαθύτερες ανάγκες και τη λαχτάρα των καρδιών μας. Στο λόγο Του τον Άγιο μάς έχει δώσει πολύτιμες πληροφορίες για το νόημα της ύπαρξής μας. Λέει στη Β΄ επιστολή του Πέτρου 1:2-4: «Η χάρη και η ειρήνη ας αυξάνουν ανάμεσά σας με την ακριβή γνώση του Θεού και του Ιησού, του Κυρίου μας, καθώς η θεία δύναμή Του έχει θέσει δωρεάν στη διάθεσή μας όλα όσα είναι απαραίτητα για τη ζωή και την ευσεβή διαγωγή μας με την απόκτηση σαφούς γνώσης Εκείνου που μας κάλεσε, οδηγώντας μας μέσα από τη δόξα και την αρετή».
Καθώς μαθαίνουμε αυτές τις αλήθειες, αυτές τις υποσχέσεις του Θεού και αναπτυσσόμαστε στη χάρη και στη γνώση του Θεού, ανακαλύπτουμε ότι ο Θεός μάς δημιούργησε με ένα και για ένα σκοπό. Ο Θεός μάς θεωρεί χρήσιμους και δίνει νόημα στη ζωή μας. «Γιατί πραγματικά είμαστε έργο δικό του, που φτιαχτήκαμε μέσω του Ιησού Χριστού με σκοπό να κάνουμε έργα καλά, τα οποία ο Θεός προετοίμασε για να καταγινόμαστε μ’ αυτά» (Εφεσ. 2:10).
Ας έχουμε λοιπόν υπόψη μας τις παρακάτω αλήθειες:
1. Η σπουδαιότητα της ύπαρξής μας
«Δε διαλέξατε εσείς εμένα, αλλά εγώ διάλεξα εσάς» (Ιωάν. 15:16).
Συχνά προσπαθούμε να βρούμε απάντηση στο νόημα της ζωής μας, γιατί με δημιούργησε ο Θεός και γιατί το έκανε σ’ αυτήν την ιστορική στιγμή. Θα παίξει η ζωή μου κανένα ρόλο στην ιστορία ή απλά και μόνο θα ζήσω λίγα χρόνια και μετά θα εξαφανιστώ από τη σκηνή, περνώντας στη λήθη, ως επί το πλείστον άγνωστος και μόνο με το προσωρινό κλάμα λίγων συγγενών για το θάνατό μου;
Ο Θεός μέσα στη μεγάλη Του αγάπη και καλοσύνη, μας πληροφορεί ότι γι’ Αυτόν ο καθένας μας είναι σπουδαίος. Και η σπουδαιότητά μας έγκειται στο γεγονός ότι Αυτός μας έδωσε αιώνια ζωή, σε μια στενή σχέση μαζί Του. Αυτή τη ζωή όμως δεν τη δέχονται όλοι δυστυχώς.
Από τη δική μας πλευρά η ζωή αυτή αρχίζει από τη στιγμή που δεχόμαστε με πίστη το Χριστό μέσα στην καρδιά μας ως Σωτήρα και Κύριο της ζωής μας. «Όποιος θέλει, ας έρθει σ’ Εμένα», είπε ο Κύριος. Από την πλευρά του Θεού έχουμε εκλεχτεί χάρη στο Χριστό πριν από τη δημιουργία του κόσμου. Το γεγονός ότι ο Θεός μάς διαλέγει χάρη στο Χριστό και μας ελευθερώνει από την εξουσία του σκοταδιού για τη δόξα τη δική Του, μας κάνει σπουδαίους. Τι άλλη απόδειξη για τη σπουδαιότητά μας μπορούμε να βρούμε από το γεγονός της θυσίας του Γιου του Θεού για μας; (Ρωμ. 5:8).
Το νόημα της ύπαρξής μας
«…Και σας όρισα…» (Ιωάν. 15:16).
Όμως η γνώση της σπουδαιότητάς μας για το Θεό δεν ικανοποιεί πάντα πλήρως τη βαθύτερη λαχτάρα των καρδιών μας. Η αγάπη του Θεού για μας λέει περισσότερα γι’ Αυτόν τον Ίδιο, παρά για μας. Ο Λόγος του Θεού όμως μας λέει ότι ο Θεός μας δημιούργησε για να κάνουμε καλά έργα, που ο ίδιος έχει προετοιμάσει για μας (Εφεσ. 2:10).
Στην αρχή του άρθρου αυτού μιλήσαμε για έναν εκ γενετής τυφλό, που καθόταν σε μια εμφανή θέση έξω από το ναό. Όποιος έβλεπε αυτόν τον άντρα να ζητιανεύει για να ζει, σίγουρα δε θα σκεφτόταν πως η ζωή του μπορεί να είχε οποιοδήποτε νόημα. Ο Χριστός αποκάλυψε στους μαθητές Του ότι ο άνθρωπος αυτός γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθούν μέσω αυτού τα έργα του Θεού στους ανθρώπους. Ποια μεγαλύτερη τιμή θα μπορούσε να κάνει ο Θεός στον άνθρωπο αυτό, από το να τον διαλέξει πριν από τη δημιουργία του κόσμου σαν ένα κανάλι για να αποκαλύψει τη δόξα, τη δύναμη και το μεγαλείο Του;
Αφού πίστεψε ο τυφλός στο Χριστό και Τον προσκύνησε, δε διαβάζουμε τίποτα γι’ αυτόν. Οι προβολείς αποσύρθηκαν από πάνω του. Όμως η ζωή του έχει ακόμα σημασία. Ύστερα από 2.000 χρόνια μιλάμε ακόμα για το πώς θεράπευσε ο Χριστός ένα γεννημένο τυφλό. Ακόμα θαυμάζουμε το θάρρος του να σταθεί μπροστά στους φανατισμένους και κακόβουλους θρησκευτικούς ηγέτες και να δώσει τη μαρτυρία του. Ενισχύεται η ελπίδα μας για τα προβλήματά μας, καθώς βλέπουμε τι έκανε ο Χριστός για κείνον τον άνθρωπο, που η ζωή του δεν έδειχνε κανένα νόημα. Σκεφτείτε επίσης τις δικές μας ευθύνες για τη στάση μας απέναντι στους διανοητικά καθυστερημένους, στους παράλυτους, στους παραμορφωμένους ή και στα έμβρυα.
Ο σκοπός της ζωής μας
«Να πάτε εσείς και να παράγετε καρπό» (Ιωάν. 15:16).
Η εντολή «Να πάτε» δίνει σκοπό στη ζωή μας.
Ο Χριστός είπε στους μαθητές Του, ότι τους όρισε να πάνε και να παράγουν καρπό. Ο απόστολος Παύλος μάς λέει ότι ο Θεός μάς δημιούργησε με σκοπό να κάνουμε έργα καλά. Ο καρπός που παράγουμε περιλαμβάνει τα καλά έργα που μας κάλεσε ο Θεός να κάνουμε, με την ενέργεια και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Είναι το Άγιο Πνεύμα που δίνει τον καρπό μέσα μας –αγάπη, χαρά, ειρήνη, εγκράτεια… (Γαλ. 5:22). Μια τέτοια καρποφορία δείχνει ότι συμμετέχουμε στη θεία φύση του Θεού. Μέσω της ικανότητας που μας δίνει το Άγιο Πνεύμα μπορούμε επίσης να καλλιεργούμε τις αρετές του χαρακτήρα μας, που μας προστάζει ο Θεός –ηθική υπεροχή, γνώση, υπομονή, ευσέβεια, φιλαδελφία… Ο απόστολος Πέτρος μας λέει ότι αν καλλιεργούμε αυτές τις αρετές και τις αυξάνουμε δε θ’ αποδειχτούμε άκαρποι και άχρηστοι (Β΄ Πέτρου 1:5-8).
Αυτά που κάνουμε για το Θεό και για τους άλλους αποτελούν καλά έργα, τα οποία πάλι τα επιτυγχάνουμε με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Αν προσευχόμαστε γι’ αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία, αν υποστηρίζουμε τους πιστούς, αν υποτασσόμαστε στις αρχές, αν πληρώνουμε τους φόρους μας έντιμα, αν προσφέρουμε στο έργο του Θεού, αν συμβάλλουμε στη συντήρηση των εργατών του ευαγγελίου, όλ’ αυτά αποτελούν μέρος των καλών έργων που μας καλεί ο Θεός να κάνουμε.
Ο σκοπός που μας διάλεξε ο Θεός και ο δικός μας σκοπός βρίσκονται και καλύπτουν την πλήρη έκφρασή τους όταν ελκύουν τους άλλους στο Χριστό με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Η αξία των έργων μας
«και ο καρπός σας να μένει…» (Ιωάν. 15:16).
Όταν αναγνωρίσουμε ότι ο Θεός μάς δημιούργησε για ένα σκοπό κι εμείς εκπληρώνουμε αυτό το σκοπό, η ζωή μας αποκτά νόημα και αυτά που κάνουμε συνεχίζουν να έχουν αξία. Αν ζούμε για τους εαυτούς μας, η ζωή μας φαίνεται χωρίς νόημα, γιατί δεν μπορούμε να νιώθουμε τη σπουδαιότητά μας μακριά από το Θεό. Είτε σκαφτιάδες είμαστε, είτε οδηγοί λεωφορείων, είτε πιλότοι, είτε δάσκαλοι, είτε δικηγόροι, είτε γιατροί, είτε οικονομολόγοι, χωρίς το Θεό δεν μπορούμε να δούμε διαρκή και αιώνια αποτελεσματικότητα των πράξεών μας.
Όταν ο Ιησούς είπε στον τυφλό να πάει και να πλύνει τα μάτια του στη δεξαμενή του Σιλωάμ, ο τυφλός θα μπορούσε να φέρει αντίρρηση, λέγοντάς Του πως το πλύσιμο δεν μπορούσε ν’ αποκαταστήσει την όραση κάποιου που γεννήθηκε τυφλός. Μπορούσε ν’ αρχίσει λογομαχία μαζί Του, όπως έκαναν οι Φαρισαίοι, οι πολέμιοι του Κυρίου. Απεναντίας, ο τυφλός υπάκουσε στον Κύριο και απέκτησε την όρασή του. Η καταγραφή του περιστατικού αυτού στα ευαγγέλια μάς δείχνει τη διαρκή φύση της υπακοής του ανθρώπου εκείνου.
Σκεφτείτε μόνο ότι ο Θεός την πίστη που οδηγεί στην υπακοή τη θεωρεί καλό έργο. Γιατί όταν οι άνθρωποι ρώτησαν το Χριστό τι πρέπει να κάνουν για να κάνουν τα έργα του Θεού, Εκείνος τους είπε ότι το έργο του Θεού ήταν να πιστέψουν σ’ Αυτόν που ο Θεός είχε αποστείλει. Όταν έρθει η μέρα της Κρίσης, ο Θεός θα κρίνει τα έργα μας για την ποιοτική τους μονιμότητα.
Ο Θεός θέλει τα έργα μας να μένουν μόνιμα. Ν’ αντέξουν στη δοκιμασία της φωτιάς. Αυτό θα συμβεί μόνο αν ζητάμε το σκοπό του Θεού για τη ζωή μας και ζούμε σύμφωνα με το θέλημα και το σκοπό του Θεού.
Η ασφάλειά μας
«Έτσι ώστε ότι κι αν ζητήσετε από τον Πατέρα μου, στ’ όνομά μου θα σας το δώσει» (Ιωάν. 15:16).
Τι θαυμάσιος είναι ο Θεός μας! Μας δημιούργησε για τον εαυτό Του. Μας παρέχει ασφάλεια. Το σχέδιό Του είναι, καθώς μαθαίνουμε να βαδίζουμε σύμφωνα με το θέλημά Του, να παράγουμε καρπό με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και ν’ αυξανόμαστε στην πνευματική μας ζωή. Μας υπόσχεται να μας δώσει τα πράγματα που Του ζητάμε. Όμως εκπληρώνει τις επιθυμίες μας, μόνο αν τις εναρμονίζουμε με το θέλημα και το σκοπό Του για μας.
Όταν η ζωή μας φαίνεται χωρίς σημασία και σκοπό και ο Θεός δε φαίνεται ν’ απαντά στις προσευχές μας, τότε είναι καιρός να εξετάσουμε τις σχέσεις μας μαζί Του. Προσπαθούμε μήπως ν’ αποκτήσουμε σπουδαιότητα με τα πράγματα που κάνουμε ή κατέχουμε; Μήπως ζητάμε αναγνώριση από τους άλλους; Ζούμε μήπως φίλαυτα; Αποτυγχάνουμε μήπως κάθε φορά που προσπαθούμε να κάνουμε κάτι; Αν είναι έτσι, δεν μπορούμε να περιμένουμε αυτά που επιθυμούμε από το Θεό. Αντίθετα, αυτό που θα νιώθουμε είναι ένα αίσθημα κενότητας, ασημαντότητας και ματαιότητας για συνέχιση.
Στην επιστολή προς Εφεσίους 4:17-18, ο απόστολος Παύλος μάς λέει να μη ζούμε «όπως οι άπιστοι, κινούμενοι από τους μάταιους λογισμούς, καθώς έχουν συσκοτισμένη τη διάνοιά τους και είναι αποξενωμένοι από τη ζωή που δίνει ο Θεός, εξαιτίας της άγνοιας στην οποία βρίσκονται επειδή είναι πωρωμένη η καρδιά τους». Πρέπει να ζούμε στο φως του Λόγου Του του Αγίου και να περπατούμε με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Ο Χριστός είπε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα χωρίς Αυτόν, ενώ μ’ Αυτόν μπορούμε να τα πετύχουμε όλα, γιατί Αυτός μας δίνει τη δύναμη.
Η ζωή παίρνει συγκεκριμένη μορφή, καθώς συνειδητοποιούμε ότι ο Θεός μάς διάλεξε για τον εαυτό Του, δίνοντας έτσι νόημα στην ύπαρξή μας και τη γνώση ότι μας δημιούργησε με ένα σκοπό, να ζούμε για να Τον δοξάζουμε. Σαν τον άνθρωπο εκείνο που γεννήθηκε τυφλός, αν και πέρασαν χρόνια κατά τα οποία φαινόταν άχρηστος, θα βρούμε το σκοπό του Θεού για μας, όταν μας καλέσει να κάνουμε κάτι και να παίξουμε το ρόλο μας στο αιώνιο σενάριό Του.
Δεν μπορούμε να μετρήσουμε τη σπουδαιότητα του ρόλου μας με βάση το χρόνο που θα μπούμε στη σκηνή ή από τη διάρκειά του. Αυτά τα καθορίζει ο Θεός. Η αξία του ρόλου μας μπορεί να μετρηθεί μονάχα από την πιστότητα με την οποία παίζουμε το ρόλο μας για τη δόξα του Θεού.
Απόδοση: Συμεών Α. Ιωαννίδη